Του Δρ. Τζεφέρη Πέτρου*
Η απάντηση είναι ένα μεγάλο ΝΑΙ, κι αυτό επειδή το o σημερινό κανονιστικό πλαίσιο αδειοδότησης και λειτουργίας εξορυκτικών έργων είναι πολύπλοκο, αποσπασματικό, χρονοβόρο και γραφειοκρατικό εμπλέκοντας πολλές εγκρίσεις και πολλές ενδιάμεσες υπηρεσίες οι οποίες δυστυχώς δεν λειτουργούν παράλληλα ώστε να συντέμνεται ο χρόνος εξυπηρέτησης του πολίτη και εκτός από αυτό, υφίσταται μεγάλη «διάχυση» της ευθύνης. Η πληθώρα των νομοθετικών διατάξεων (νόμοι, ΠΔ, αποφάσεις, εγκύκλιοι κλπ) όχι μόνο δεν συμπληρώνει ή εκσυγχρονίζει το όλο σύστημα, αντιθέτως προκαλεί σύγχυση απαιτώντας διαρκώς νέες ερμηνείες. Μολαταύτα, από το σημείο αυτό μέχρι το σημείο να αδειοδοτούμε την εξορυκτική δραστηριότητα με γνωστοποίηση (“notification”) που επιχειρεί να εισάγει ο Ν. 4442 και αυτό να γίνεται σε κάθε περίπτωση εύρυθμα και λειτουργικά, απέχουμε σημαντικά[1]. Και σε αυτό συμβάλουν και αρκετές αντικειμενικές δυσκολίες που σχετίζονται με το φυσικό αντικείμενο της δραστηριότητας και οι οποίες δεν μπορούν να παρακαμφθούν.
2. Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η αδειοδότηση του εξορυκτικού τομέα; Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει απλοποίηση, ενώ αρκετές ομάδες εργασίας έχουν προσπαθήσει;
- Είναι δημοσίου συμφέροντος όπως επίσης και η προστασία του περιβάλλοντος αλλά και η ασφάλεια και η δημόσια υγεία για τα οποία οι επιπτώσεις της εκμετάλλευσης ΟΠΥ είναι σημαντικότατες και συνεπώς χρήζουν δημοσίου ελέγχου πριν την έναρξή τους, επιπρόσθετα δε λόγω της ειδικής φύσης του αντικειμένου, του υψηλού κόστους επενδύσεων και της ειδικής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας που απαιτείται.
- Προϋποθέτει επέμβαση επί του εδάφους (ή/και υπεδάφους), το οποίο αναλίσκεται και όχι απλώς διενεργείται δόμηση επί αυτού, συνεπώς δημιουργεί ζητήματα και εμπλοκή α) του χαρακτήρα του εδάφους (δασική/χορτολιβαδική έκταση, αγροτική, αμφισβητούμενη κλπ) β) το ιδιοκτησιακό του εδάφους (δημόσιο, ιδιωτικό, δημοτικό κλπ) και γ) χωροταξικά ζητήματα ανταγωνισμού με άλλες χρήσεις γης, λόγω της ιδιαιτερότητας a priori (από πριν) χωροθέτησης [2]. Ολες οι συμβάσεις παραχώρησης του «λατομικού δικαιώματος» γίνονται υπό το καθεστώς αίρεσης όλων των ανωτέρω ζητημάτων. Για παράδειγμα, πως παραχωρείται το δικαίωμα αυτό (και συνεπώς ανοίγει ένα λατομείο) σε έναν χώρο αμφισβητούμενο όπου δεν ισχύει το τεκμήριο κυριότητας του Δημοσίου (άρθρου 62 του ν.998/1979, όπως ισχύει), μπορεί να φανταστεί ένας απλός πολίτης; Μπορεί να ανοίξει εκεί (μιλάμε για ολόκληρες περιφέρειες πχ. Κυκλάδες), ένα λατομείο με απλή «γνωστοποίηση» από τον φερόμενο ως ιδιοκτήτη του εδάφους; Κοντολογίς σε ένα χώρο που δεν γνωρίζουμε ούτε το χαρακτήρα ούτε τις επιτρεπόμενες χρήσεις της γης αλλά ούτε και σε ποιόν ανήκει, να επιτρέψουμε την εκχέρσωση και την λατόμευση για δεκαετίες με αυτοματισμούς του τύπου: 1,2,3 δούλεψε!! Ολοι γνωρίζουν πόσο παθογενείς είναι όλοι οι παραπάνω τομείς στον τόπο μας. Δεν γνωρίζουμε το ιδιοκτησιακό ούτε έχουμε ρυθμίσει τις χρήσεις γης και τις επιτρεπτές δραστηριότητες σε κάθε επιμέρους τόπο, η δε χωροταξία είναι ακόμη στην αναμονή, την ίδια στιγμή που οι ΟΠΥ εντάσσονται σε ένα ιδιότυπο καθεστώς «από πριν» χωροθέτησης το οποίο δεν επιτρέπει την εν δυνάμει μετακίνησή τους στο χώρο.
- Εχει Εθνικό χαρακτήρα, εφόσον οι ΟΠΥ είτε α) ανήκουν στο κράτος ως εξαιρεθείσες υπέρ του δημοσίου είτε β) χαρακτηρίζονται ως δημόσιας ωφέλειας, δημιουργώντας έτσι ζητήματα δεσπόζουσας θέσης της πολιτείας ή ακόμη και ζητήματα που συσχετίζονται με την Εθνική κυριαρχία (πχ. υδρογονάνθρακες , ενεργειακά ορυκτά/λιγνίτες κλπ)
- Στερείται κοινωνικής αποδοχής και η απαξίωσή της έχει παγιωθεί διαχρονικά στον πολίτη και τις τοπικές κοινωνίες, απαιτώντας επιπλέον δράσεις/εγκρίσεις/διοικητικές πρακτικές που εγγυώνται την εφαρμογή της νομιμότητας αλλά και την παγίωση του αισθήματος δικαίου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους η αδειοδότηση των ΟΠΥ γίνεται σήμερα υπό καθεστώς ειδικής νομοθεσίας στην οποία καθορίζονται αντικειμενικά κριτήρια ώστε να προστατεύονται τα ανωτέρω. Για τους ίδιους λόγους αποτελεί στρατηγικό λάθος η ένταξή της στον Ν. 4442/2016, όπου τα όρια που τίθενται για το πεδίο εφαρμογής του είναι το δημόσιο συμφέρον και το περιβαλλοντικό ρίσκο, όρια δηλαδή που κατεξοχήν εμπλέκουν την εξορυκτική δραστηριότητα.
Βεβαίως όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν άλλοθι γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουμε καταφέρει να απλοποιήσουμε την αδειοδότηση αυτή σε υποφερτά επίπεδα. Ενδεικτικό είναι ότι από το 1993 και μετά τον Ν.2115/93, δεν έχει ψηφιστεί νόμος αμιγώς για την δραστηριότητα αυτή, οι δε πολιτικοί μας μόλις έφτανε η ώρα να νομοθετήσουν σκέφτονταν το πολιτικό κόστος που σχετίζεται με την προαναφερθείσα απαξίωση του τομέα αυτού. Αλλά και οι ιδιώτες, τουλάχιστον ορισμένοι εξ’ αυτών, από τη μια διατυμπανίζουν παντού πόσο χρειάζονται όλα να μπουν σε μια «ρότα» επιτέλους ενώ από την άλλη είτε προτρέπουν σε «φωτογραφικές» ρυθμίσεις είτε κλείνουν το μάτι στο «μπάχαλο» της πολυνομίας που μολαταύτα τους επιτρέπει να συνεχίσουν να υφίστανται με το ελάχιστο δυνατό κόστος χωρίς να αποδίδουν τον «λογαριασμό» που τους αναλογεί…
Η συνέχεια του άρθρου εδώ [αναδημοσίευση από το capital.gr]