«Χωρίς αμφιβολία η ορθολογική αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου μιας χώρας οδηγεί σε ανάπτυξη δημιουργώντας πολλές θέσεις εργασίας για ένα ευρύ φάσμα ανθρώπινου δυναμικού και ειδικοτήτων και τονώνοντας με πολλαπλά οφέλη την εθνική οικονομία. Η παραγωγή και επεξεργασία ορυκτών πρώτων υλών θα δώσει μεγάλη ώθηση στην εγχώρια βιομηχανία με κατακόρυφη αύξηση των εξαγωγών και ταυτόχρονη μείωση των εισαγωγών. Φαντασθείτε πλυντήρια, ψυγεία, ηλεκτρικές κουζίνες, φούρνους μικροκυμάτων ελληνικής κατασκευής από ελληνικές πρώτες ύλες, κάτι που άλλωστε ήταν μερικώς πραγματικότητα πριν 40 χρόνια. Και γιατί όχι ελληνικό αυτοκίνητο, εφ’ όσον η χώρα μας είναι αυτάρκης σε χρώμιο, αλουμίνιο, σίδηρο και νικέλιο. Οι ενεργειακές πρώτες ύλες (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, γαιάνθρακες) θα εξασφαλίσουν ενεργειακή αυτονομία σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της χώρας (από τη βαριά βιομηχανία και τον στρατό μέχρι τα νοικοκυριά). Εναλλακτικά θα μπορούσε να γίνει μερική εξαγωγή ενεργειακών πρώτων υλών (π.χ. λιγνίτης) και ως αντιστάθμισμα να γίνει εισαγωγή ενέργειας. Δεν γνωρίζω αν η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου από μόνη της αρκεί να οδηγήσει τη χώρα στο να ξεπεράσει τα σημερινά αδιέξοδα, είναι όμως βέβαιο ότι θα δημιουργήσει μεγάλη ελπίδα και προοπτική. Μια ματιά σε χώρες όπως η Νορβηγία με το 4ο υψηλότερο κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στον κόσμο που αποτελεί ταυτόχρονα και αδιαμφισβήτητο δείκτη ποιότητας ζωής θα σας δώσει το στίγμα της ορθολογικής αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου. Η αλόγιστη εξαγωγή (ακατέργαστων) ορυκτών πρώτων υλών δεν αποτελεί ανάπτυξη».
Η ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών δεν απουσιάζει ως έναν βαθμό, είναι απλώς απούσα. Όπως απόν είναι και το απαραίτητο υπόβαθρο για να γίνει η ενημέρωση του κόσμου. Το μάθημα της γεωλογίας απουσιάζει κραυγαλέα από την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση με εξαίρεση ίσως τις ολίγιστες σελίδες του βιβλίου της Α’ γυμνασίου. Το αποτέλεσμα είναι η παντελής έλλειψη γνώσεων περί γεωλογικών φαινομένων, των αιτίων που τα δημιουργούν κλπ. Μεταξύ αυτών και η φύση των ορυκτών πρώτων υλών, ο τρόπος γένεσής τους και η χρήση τους.
Και κάτι με το οποίο δεν είμαστε εξοικειωμένοι ή το φοβόμαστε ή το δαιμονοποιούμε. Έτσι τα ανθρώπινα συναισθήματα γίνονται εργαλεία στα χέρια επιτηδείων προς επίτευξη ιδίων στόχων. Εξ ου και η έξοχα αρνητική στάση διάφορων τοπικών κοινωνιών, όχι μόνο απέναντι σε κάθε εξορυκτική δραστηριότητα, αλλά απέναντι ακόμα και σε γεωλογική έρευνα.
Η βιομηχανική επανάσταση της Δ. Ευρώπης που ξεκίνησε το 1750 είχε σαν κινητήριο δύναμη τον άνθρακα και το ατσάλι. Αξιοποιώντας τον ορυκτό πλούτο, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία το μέσο εισόδημα και ο πληθυσμός άρχισαν να παρουσιάζουν πρωτοφανή βιώσιμη ανάπτυξη. Τους δύο αιώνες που ακολούθησαν μετά το 1800, το παγκόσμιο κατά κεφαλήν εισόδημα αυξήθηκε πάνω δέκα φορές, κατά μέσον όρο. Η συμβολή της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου σε αυτό είναι προφανής.Πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα της ορθολογικής αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου στην πατρίδα μας που θα μεγιστοποιήσει τις ωφέλειες του δημοσίου, θα φέρει σοβαρά αντισταθμιστικά ωφελήματα για τις τοπικές κοινωνίες και θα αυξήσει τα εθνικά έσοδα. Η ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών πρέπει να οργανωθεί σε μακροπρόθεσμη βάση, πρέπει να γίνει με υπομονή, με ηπιότητα και διεξοδική λογική, όπως πρέπει να επανέλθει και η σωστή διδασκαλία της γεωλογίας στα σχολεία».
Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος: από το βιβλίο Μπάτση στο μνημόνιο….