Iζηματογενές κοίτασμα σιδηρονικελιούχου μεταλλεύματος (λατερίτης) |
Πολλές κατηγορίες μεταλλοφόρων κοιτασμάτων έχουν ως γενεσιουργό αιτία τη μαγματική ενέργεια. Η διαδικασία σχηματισμού των κοιτασμάτων αυτών συνδέεται στενά με την κλασματική κρυστάλλωση και διαφοροποίηση του μάγματος (δηλ. του τήγματος πού βρίσκεται στο ή προέρχεται από το εσωτερικό της γης και αποτελείται από μοριακές συγκεντρώσεις, μεταλλικά συστατικά, υδρατμούς και άλλα αέρια). Μέσα στο λιωμένο μάγμα μπορεί να αποχωριστεί κάποια μεταλλοφόρα φάση και να δώσει ένα μαγματικό κοίτασμα. Για παράδειγμα αναφέρεται ο σχηματισμός χρωμίτη από υπερβασικά μάγματα. Με την πρόοδο της κρυστάλλωσης του μάγματος τα πτητικά συστατικά πού περιέχονται σ’ αυτό συμπυκνώνονται προοδευτικά στο κατάλοιπο πού παραμένει, κάτω από ορισμένες συνθήκες πίεσης, είτε εκφεύγουν στην επιφάνεια, οπότε σχηματίζουν ατμιδικά κοιτάσματα (π.χ. θειάφι), είτε οδεύουν αργά μέσα από τις διόδους της μαγματικής μάζας πού ήδη στερεοποιήθηκε και σχηματίζουν τα πνευματολυτικά κοιτάσματα ή τα κοιτάσματα πυρομετασωμάτωσης. Σημαντικά κοιτάσματα σιδήρου, τιτανίου, θειούχων ενώσεων τού μολύβδου, ψευδαργύρου και χαλκού σχηματίστηκαν με αυτό τον τρόπο.
Δείγμα γαληνίτη (άνω αριστερά) από Madan Βουλγαρίας, συμπαγούς μεταλλεύματος γαληνίτη-σιδηροπυρίτη- αρσενοπυρίτη (άνω δεξιά) από Ολυμπιάδα Χαλκιδικής και συμπαγούς μεταλλεύματος γαληνίτη, σφαλερίτη, σιδηροπυρίτη από το Λαύριο, orykta.gr |
Τέλος, σε πολλές περιπτώσεις, φορείς συγκέντρωσης και αποκομιδής των περιεχόμενων στο μάγμα χρήσιμων μεταλλικών στοιχείων και ενώσεων είναι τα υγρά θερμά διαλύματα. Τα διαλύματα αυτά διεισδύουν μέσα από τις διάφορες ασυνέχειες του στερεοποιημένου τμήματος του πλουτωνίτη και, κάτω από ειδικές φυσικοχημικές συνθήκες, αποθέτουν το φορτίο τους σχηματίζοντας τα λεγόμενα υδροθερμικά κοιτάσματα, στα οποία ανήκουν τα κυριότερα μεταλλοφόρα κοιτάσματα μολύβδου, ψευδαργύρου, χαλκού, χρυσού, αργύρου, μολυβδαινίου, αντιμονίου, ουρανίου, βισμουθίου, καδμίου, ινδίου κτλ.
Ιζηματογενή κοιτάσματα
Τα πετρώματα, όταν βρίσκονται κάτω από την επίδραση εξωγενών παραγόντων, αποσαθρώνονται. Μερικά συστατικά τους διαλύονται και σχηματίζουν χημικά, κολλοειδή ή μηχανικά διαλύματα, ενώ άλλα αιωρούνται και μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις. Με την καθίζηση των παραπάνω ουσιών, κάτω από ειδικές συνθήκες, σχηματίζονται τα ιζηματογενή κοιτάσματα.Εκτεταμένα κοιτάσματα μαγγανίου, σιδήρου, φωσφορίτη, αλατιού, γύψου κτλ. είναι ιζηματογενούς προέλευσης. Ειδική κατηγορία ιζηματογενών κοιτασμάτων αποτελούν οι γαιάνθρακες (λιθάνθρακες, λιγνίτες, τύρφη κτλ.) και οι υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο, φυσικά αέρια κτλ.). Για το σχηματισμό ιζηματογενών κοιτασμάτων πρέπει να συντρέχουν ορισμένες βασικές προϋποθέσεις, όπως ευνοϊκή ορυκτολογική σύσταση των πετρωμάτων πού αποσαθρώνονται, κατάλληλες παλαιογεωγραφικές και μορφολογικές συνθήκες κ.ά.
Τα χρήσιμα συστατικά των πετρωμάτων πού αποσαθρώνονται μπορεί να μη μεταφερθούν, άλλα να παραμείνουν επί τόπου (in situ) και να δώσουν χρήσιμες συγκεντρώσεις γνωστές ως κοιτάσματα αποσάθρωσης – διάλυσης (residual deposits).Απαραίτητες προϋποθέσεις για το σχηματισμό των κοιτασμάτων αυτών είναι ή ύπαρξη ιδιαίτερων κλιματολογικών συνθηκών, όπως υψηλή υγρασία κτλ. Παράγοντες καθοριστικής σημασίας για την αναζήτηση τους είναι ή εύρεση στρωματογραφιών ασυμφωνιών και ό εντοπισμός επικλύσεων (π.χ. Α Κρητιδικού). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν διάφορα κοιτάσματα βωξιτών, σιδηρονικελιούχων μεταλλευμάτων (“Λατερίτες”) κ.ά.
Τα ορυκτολογικά συστατικά των πετρωμάτων, όταν βρίσκονται κάτω από ιδιαίτερες (συνήθως υψηλές) συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης και με τη βοήθεια πολλές φορές μικρής ποσότητας νερού και διοξειδίου του άνθρακα, αποκρυσταλλώνονται και μπορούν να δώσουν χρήσιμες συγκεντρώσεις ορυκτών πρώτων υλών. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν πολλά σημαντικά κοιτάσματα όπως πχ. μαρμάρων, σμύριδας, μολύβδου, ψευδαργύρου, γραφίτη, αμιάντου, τάλκης κτλ.
Στους γαιάνθρακες ανήκουν οι ανθρακίτες, οι λιθάνθρακες, οι λιγνίτες και ή τύρφη. Οι ανθρακίτες και οι λιθάνθρακες είναι προχωρημένης εξανθράκωσης και έχουν μεγαλύτερη θερμαντική ικανότητα από τις άλλες κατηγορίες ορυκτών ανθράκων. Τα ελληνικά κοιτάσματα λιγνίτη και τύρφης οφείλουν τη γένεσή τους στην έξανθράκωση της χλωρίδας (κωνοφόρα δέντρα, υδροχαρή φυτά κτλ.), πού θάφτηκε από γεωλογικά αίτια στα ιζήματα κυρίως των τριτογενών και τεταρτογενών λεκανών.Στους υδρογονάνθρακες, πού βρίσκονται στη φύση σε στερεή, υγρή ή αέρια κατάσταση, ανήκουν το πετρέλαιο, ο οζοκηρίτης και τα φυσικά αέρια με γενικό τύπο CχΗψ. Οι υδρογονάνθρακες προέρχονται από την αποσύνθεση και, στη συνέχεια, την ξηρή απόσταξη φυτικών ή ζωικών λειψάνων μικροοργανισμών (πλαγκτόν), πού συσσωρεύτηκαν μετά το θάνατό τους στους πυθμένες παραηπειρωτικών λεκανών μεγάλου βάθους, με σχετική ηρεμία υδάτων.
Η γεωλογία και ο Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος
Πηγές:
Κ. Ρήγας, Ελλάδα, Ιστορία και Πολιτισμός, 8ος τόμος, Οικονομία, Ο Ορυκτός Πλούτος της Ελλάδας, 1982, σελ.100-121.
www.orykta.gr, Δημιουργία – εξέλιξη της Γης
[επιμέλεια Π. Τζεφέρης]