ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑΓΕΩΛΟΓΙΑ/ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Η γεωλογία και ο Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος

Οι Γεωτεκτονικές Zώνες της Ελλάδος, orykta.gr

H γνώση της γεωλογικής κατασκευής μιας Xώ­ρας έχει πρωταρχική σημασία για την αναζήτηση και έρευνα των ορυκτών πρώτων υλών. Είναι προφανές ότι  δεν μπορεί να γίνει συστηματική κοιτασματολογική και μεταλλευτική έρευνα, αν δεν έχει προηγηθεί ή ανάλυση της γεωλογικής και τεκτονικής δομής της περιοχής. Στον τομέα αυτής της γνώσης, ή Ελλάδα  είναι αρκετά ερευνημένη τόσο από Έλληνες όσο και από ξέ­νους γεωλόγους και έχει διαπιστωθεί ότι ή γεωλο­γική κατασκευή του ελλαδικού χώρου είναι κυρίως αποτέλεσμα της αλπικής ορογένεσης*  άλλα και της προαλπικής και μεταλπικής γεωλογικής ιστορίας της.

Ή ύπαρξη μεγάλης ποικιλίας κοιτασμάτων μι­κρού σχετικά μεγέθους, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις πού είναι μεσαία ως μεγάλα, οφείλεται στο γεγονός ότι ό  Ελλαδικός χώρος ανήκει στις αλπικού τύπου μεταλλογενετικές επαρχίες. Τα αλπικά ιζήματα αποτέθηκαν με επίκληση και ασυμφωνία πάνω στα ιζήματα της  “Ερκυνίου Χέρσου” (ή “Ερκυνίου Αιγηίδος”), που οφείλει τη γένεσή της στις καληδόνιες και ερκύνιες ορογενετικές κινή­σεις. Τα αλπικά αυτά ιζήματα, από την πτύχωση των οποίων δημιουργήθηκαν οι Ελληνίδες Οροσει­ρές, προήλθαν από τη διάβρωση της «Έρκυνίου Χέρσου» ή οποία κατακλύστηκε κατά τη διάρκεια του Μεσοζωικού αιώνα από τα νερά της «Τηθύος» θάλασσας, πού κάλυπτε ολόκληρο το χώρο του αλπικού γεωσυγκλίνου από τον Ειρηνικό ως τον  Ατλαντικό ωκεανό. Τμήμα του αλπικού γεωσυγκλί­νου υπήρξε ο Ελλαδικός χώρος, ο οποίος απετέλεσε το λεγόμενο «ελληνικό γεωσύγκλινο».

Ό πυθμένας του ελληνικού αλπικού γεωσυγκλί­νου δεν ήταν ομαλός άλλα τον διέτρεχαν επιμήκεις υποθαλάσσιες ράχες, πού διαχώριζαν επιμήκεις βα­θύτερες αύλακες. Στην κάθε αύλακα ή ράχη ή πα­ρυφή ράχης αποτέθηκαν ιζήματα της ίδιας σειράς διαδοχής, από κάτω προς τα πάνω, και τού ίδιου τεκτονικού ρυθμού. Έτσι σχηματίστηκαν οι λεγό­μενες ισοτοπικές ζώνες.Μέσα στις αύλακες αποτέθηκαν ιζήματα μεγά­λου βάθους, όπως πελαγικοί ασβεστόλιθοι και ραδιολαρίτες. Πάνω στις ράχες αποτέθηκαν μεγάλου πάχους ιζήματα νηριτικής μάλλον φάσης, όπως υφαλογενείς ασβεστόλιθοι. Στις παρυφές των ρηχιών έγιναν ολισθήσεις νηριτικών  ιζημάτων, με αποτέλεσμα το σχηματισμό κροκαλο-λατυποπαγών.

Από την πτύχωση των παράλληλων ισοτοπικών ζωνών του ελληνικού αλπικού γεωσυγκλίνου προέ­κυψαν στρωματογραφικές – τεκτονικές ενότητες, οι λεγόμενες γεωτεκτονικές ζώνες του ελλαδικού χώ­ρου. Οι ζώνες αυτές, πού σημειώνονται στο σχε­τικό χάρτη, εκτείνονται σε μεγάλο μήκος, χαρα­κτηρίζονται από όμοια λιθολογικά χαρακτηριστικά και έχουν γενικά τη διεύθυνση των οροσειρών.

Κατά τη διάρκεια της αλπικής ορογένεσης, άλλα και αργότερα, εκδηλώθηκε πλουτώνεια και ηφαιστειακή δραστηριότητα με προϊόντα όξινα πλουτώνεια, ηφαιστειακά, υπερβασικά και βασικά πετρώματα, μέσα στα οποία φιλοξενούνται πολλά μεταλλοφόρα κοιτάσματα. Μεταλπικά ιζήματα αποτέθηκαν μέσα στις εξωτερικές τάφρους (μεσοελληνική αύλακα) ή στις νεογενείς και τεταρτογενείς λεκάνες, οι οποίες δημιουργήθηκαν κατά την πε­ρίοδο των διαρρήξεων πού ακλούθησαν την αλπική ορογένεση.

Το ελληνικό νησιωτικό τόξο, orykta.gr

*με τον όρο ορογένεση χαρακτηρίζουμε τις διεργασίες, κατά τις οποίες δημιουργείται μια οροσειρά. Όταν δύο πλάκες ηπειρωτικής σύστασης συγκρούονται δεν καταβυθίζεται καμιά, αλλά πτυχώνονται και δημιουργούν ορογένεση. Σύγκρουση δύο ηπειρωτικών λιθοσφαιρικών πλακών έχουμε π.χ. στα Ιμαλάια. Η ορογένεση συνδέεται λειτουργικά και γενετικά με την ηπειρογένεση ως έκφραση γεωλογικών διεργασιών του μανδύα.


Μια χαρακτηριστική μορφή που αναπτύσσεται στα περιθωριακά τμήματα του ηπειρωτικού φλοιού, αποτελεί το νησιώτικο τόξο, το οποίο βρίσκεται στενά συνδεδεμένο όμως με το ηπειρωτικό σύστημα διάρρηξης. Αυτό παρουσιάζει συνήθως τοξοειδή ανάπτυξη και αποτελείται από δυο συγκεντρικά μέρη. Το εξωτερικό λέγεται ιζηματογενές τόξο και αποτελείται από ιζηματογενή νησιά ή από ορογενή. Το εξωτερικό αυτό μέρος δεν εμφανίζεται σε όλα τα νησιώτικα τόξα. 

Το εσωτερικό μέρος λέγεται ηφαιστειακό τόξο και αποτελείται από σειρά ηφαιστειογενών νησιών, που αποτελούνται κυρίως από βασικής έως ανδεσιτικής συστάσεως ηφαιστειακά πετρώματα. Στο εξωτερικό μέρος του νησιώτικου τόξου, αναπτύσσονται ωκεάνια τάφρος, καθώς και το ηπειρωτικό σύστημα διάρρηξης, ενώ στο εσωτερικό υπάρχει θαλάσσια λεκάνη, μικρού σχετικά βάθους, που ονομάζεται περιθωριακή θάλασσα. Παραδείγματα τέτοιων νησιώτικων τόξων, αποτελούν τα νησιά της Ιαπωνίας και τα νησιά του Αρχιπελάγους της Ινδονησίας. Αλλά και η Ελληνική χερσόνησος παρουσιάζει τις βασικές ιδιότητες νησιώτικου τόξου, στο οποίο τα ηφαιστειογενή νησιά θήρα, Μήλος, Νίσυρος κλπ συνιστούν ένα τυπικό ηφαιστειακό τόξο.  (διαβάστε περισσότερα, www.orykta.gr)


Πηγές:
Κ. Ρήγας, Ελλάδα, Ιστορία και Πολιτισμός, 8ος τόμος, Οικονομία, Ο Ορυκτός Πλούτος της Ελλάδας, 1982, σελ.100-121.
www.orykta.gr, Δημιουργία – εξέλιξη της Γης

[επιμέλεια Π. Τζεφέρης]

Σχετικά Άρθρα