ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΕΥΡΩΠΗ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΕΕΚΡΙΣΙΜΑ ΟΡΥΚΤΑ & ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ

European Critical Raw Materials Act, 2023: νέος κανονισμός της ΕΕ για τις κρίσιμες πρώτες ύλες

Αυτό που πραγματικά διακυβεύεται και θα πρέπει να «επανεκκινήσει» άμεσα είναι μια Βιομηχανική Στρατηγική Πρώτων Υλών (Raw materials industrial strategy) που θα πρέπει  να ενσωματωθεί με επιτυχία στην ευρύτερη ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική που αναδύεται αυτήν τη περίοδο. Δεν είναι πολύ έξυπνο να καταφέρουμε με χίλια ζόρια να εξορύξουμε και να ανακυκλώσουμε περισσότερο, εάν τα προϊόντα αυτά εξάγονται στη συνέχεια στο εξωτερικό για επεξεργασία και παραγωγή τελικών προϊόντων που αργότερα πωλούνται εκ νέου και επανεισάγονται στην Ευρώπη. Όταν μάλιστα τα υλικά αυτά είναι κρίσιμα για την ασφάλεια του εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, ο -κατά το δυνατόν- καθετοποιημένος έλεγχος των εφοδιαστικών αλυσίδων καθίσταται  επιτακτικός. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι επί του παρόντος η Κίνα ελέγχει το 56% της επεξεργασίας του λιθίου, το 60%  του  Co , το 58% του Mn, και το 97% του  Mg!

του Δρ. Π. Τζεφέρη, Γεν. Δ/ντής Ορυκτών Πρώτων Υλών , Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Περίπου 15 χρόνια μετά την Πρωτοβουλία για τις Πρώτες Υλες  (Raw Materials Initiative – RMI, 2008), γνωστή και ως πρωτοβουλία G. Verheugen, μια νέα πρωτοβουλία με θεσμικό αυτή τη φορά χαρακτήρα έρχεται να «ταράξει» τα νερά στον τομέα μας. Στην πραγματικότητα δεν αποτελεί έκπληξη, αλλά απλή αναγκαιότητα, απλή επιταγή των καιρών.

Είναι πλέον γνωστό  σε όλους ότι  οι στόχοι της  Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της ψηφιακής μετάβασης  αναμένεται να αυξήσουν κατά περίπου 500% και πλέον την ζήτηση για προϊόντα της εξορυκτικής βιομηχανίας, πρωτογενή και δευτερογενή. Μολαταύτα, στην Ευρώπη, αν εξαιρέσουμε τις Σκανδιναβικές χώρες, βρισκόμαστε επιεικώς σε δεινή κατάσταση όσον αφορά τον εξορυκτικό τομέα και γενικότερα τις εφοδιαστικές αλυσίδες των στρατηγικών και κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ε. Επιτροπή ανακοίνωσε (εντός του Μαρτίου, COM(2023) 160 final), κατόπιν δημόσιας διαβούλευσης με τα Κράτη Μέλη (Κ-Μ), σχέδιο Κανονισμού για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act),  το οποίο αναμένεται σύντομα να υιοθετηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πρόκειται συνεπώς για πράξη γενικής ισχύος, δεσμευτική προς όλα τα Κ-Μ και μάλιστα άμεσα εφαρμοστέα από αυτά, δηλαδή δεν χρειάζεται να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία, διαμορφώνοντας αμέσως δικαιώματα ή επιβάλλοντας υποχρεώσεις.

Το συγκεκριμένο σχέδιο Κανονισμού κινείται επί της αρχής στη θετική κατεύθυνση  διατυπώνοντας συγκεκριμένους ρυθμιστικούς στόχους για την προτεραιοποίηση και επιτάχυνση στρατηγικών έργων που θα αφορούν την έρευνα, εξόρυξη, επεξεργασία και ανακύκλωση των κρίσιμων πρώτων υλών εντός ΕΕ.

Οι επιμέρους ποσοτικοί στόχοι του κανονισμού είναι : η ετήσια κατανάλωση κρίσιμων πρώτων υλών (ΚΟΠΥ) εντός της ΕΕ  να προέρχεται κατά 10% από εξόρυξη εντός αυτής, κατά 15% από ανακύκλωση και κατά 40% από επεξεργασία των πρωτογενών υλών (για παραγωγή τελικών προϊόντων) εντός αυτής. Ο χρονικός ορίζοντας που τίθεται για τους ανωτέρω στόχους είναι το 2030, σε ευθυγράμμιση με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια. Επίσης, προκειμένου να αποφευχθούν σενάρια μονοπωλίων, ο παρών κανονισμός θέτει ως στόχο να μην εξαρτάται η ΕΕ  από μία τρίτη χώρα περισσότερο από το 65% των εισαγωγών για οποιαδήποτε κρίσιμη πρώτη ύλη και σε οποιοδήποτε σχετικό στάδιο της μεταποίησης, έως το 2030.

Πρόκειται για αρκετά φιλόδοξους στόχους αν ληφθεί υπόψιν ότι σήμερα από τις 30 κρίσιμες πρώτες ύλες (ΚΟΠΥ) που έχει κατηγοριοποιήσει η ΕΕ (2020), η ευρωπαϊκή βιομηχανία εξαρτάται επί του παρόντος κατά 100% από ξένους προμηθευτές για πάνω από τις μισές και με μεγάλα έως συντριπτικά  ποσοστά (75-100%) για τις υπόλοιπες.

Στο σχέδιο κανονισμού προβλέπονται μεταξύ άλλων:

  • Κριτήρια χαρακτηρισμού κρίσιμων-στρατηγικών πρώτων υλών (άρθρο 5, Παράρτημα 3)
  • Σύσταση επιτελικής αρχής μιας στάσης (one stop shop competent authority) σε κάθε Κ-Μ (άρθρο 8).
  • Αυστηρά χρονοδιαγράμματα αδειοδότησης έργων έρευνας, εξόρυξης και επεξεργασίας πρώτων υλών και ιδιαίτερα για την περιβαλλοντική αδειοδότηση (άρθρα 10, 11).
  • Πρόσθετη δημόσια οικονομική στήριξη σε περίπτωση που οι ιδιωτικές επενδύσεις από μόνες τους δεν επαρκούν (άρθρα 14-16)
  • Ανάπτυξη εθνικών προγραμμάτων έρευνας ΚΟΠΥ (άρθρο 17)
  • Μέτρα για την παρακολούθηση και τον συντονισμό των στρατηγικών αποθεμάτων ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τις εφοδιαστικές αλυσίδες των ΚΟΠΥ (άρθρα 18-23)
  • Μέτρα για την εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας, της ανακύκλωσης και της βιωσιμότητας των κρίσιμων πρώτων υλών (άρθρα 24-28).
  • Πρωτοβουλίες στρατηγικών συνεργασιών καθώς η ΕΕ προφανώς θα συνεχίσει να βασίζεται στις εισαγωγές για το μεγαλύτερο μέρος της κατανάλωσής της  (άρθ. 33) αλλά και έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση (άρθρο 38).

Ειδικότερα, ο  Κανονισμός εκτός από έναν ενημερωμένο κατάλογο κρίσιμων πρώτων υλών (ΚOΠΥ), προσδιορίζει έναν επιπλέον κατάλογο στρατηγικών oρυκτών πρώτων υλών (ΣOΠΥ), οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για στρατηγικούς τομείς, τις πράσινες (πχ. ΑΠΕ, ηλεκτροκίνηση) και ψηφιακές τεχνολογίες καθώς και τις στρατιωτικές εφαρμογές.

Σύμφωνα με τα Παραρτήματα 1 και 2 του σχεδίου Κανονισμού, οι ευρωπαϊκές λίστες περιλαμβάνουν επί του παρόντος 34 ΚOΠΥ και 16 ΣOΠΥ  (βλέπε πίνακα) ενώ θα ανανεώνονται κάθε 4 χρόνια με έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση (άρθρο 38). Τα έργα που αφορούν τις Κρίσιμες Πρώτες Υλες  θα προσδιορίζονται  από την Ε. Επιτροπή με τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Κρίσιμων Πρώτων Υλών (European Critical Raw Materials Board) που πρόκειται να συσταθεί (άρθρα 35- 37).

Το αργότερο έναν χρόνο μετά από την θέση σε ισχύ του κανονισμού θα εκπονηθούν προγράμματα έρευνας από τα Κ-Μ με στόχευση τις ανωτέρω πρώτες ύλες (άρθρο 17).

Επίσης, ο  Κανονισμός ορίζει μια σειρά από ριζικές καινοτομίες στη διαχείριση της αδειοδοτικής διαδικασίας, με στόχο την άρση των εμποδίων που έχουν διαπιστωθεί στα Κ-Μ,  διακυβεύοντας την ασφάλεια του εφοδιασμού.   Συγκεκριμένα,  ορίζει τη δημιουργία  σε κάθε Κ-Μ  Εθνικής Αρμόδιας Αρχής  (National Competent Authority)  με την λειτουργική δομή του οne stop shop ως υπεύθυνη για τη διευκόλυνση και τον συντονισμό της διαδικασίας χορήγησης αδειών που αφορούν τα ανωτέρω έργα (άρθρο 8). Η διάρκεια αδειοδότησης δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 24 μήνες για τα έργα που περιλαμβάνουν και εξόρυξη και 12 μήνες για έργα που περιλαμβάνουν επεξεργασία ή ανακύκλωση (άρθρο 10). 

Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι ο Νέος Κανονισμός μας αφορά όλους και όχι μόνο το αδειοδοτικό σύστημα των επιμέρους Κρατών Μελών (K-M). Ολοι μιλούν για Επανεκκίνηση, όμως αυτή πρέπει να περιλαμβάνει όχι μόνο την κατεξοχήν εξορυκτική αξιακή αλυσίδα αλλά ολόκληρο το  βιομηχανικό οικοσύστημα της ΕΕ κάτι που εμπλέκει όλους τους φορείς:  ερευνητικούς (Πανεπιστήμια, ερευνητικά ινστιτούτα κλπ), τις εξορυκτικές και τις σχετικές μεταποιητικές και λοιπές εμπλεκόμενες επιχειρήσεις σε όλη την αλυσίδα του εφοδιασμού.

Αυτό που πραγματικά διακυβεύεται και θα πρέπει να «επανεκκινήσει» άμεσα είναι μια Βιομηχανική Στρατηγική Πρώτων Υλών (Raw materials industrial strategy) που θα πρέπει  να ενσωματωθεί με επιτυχία στην ευρύτερη ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική που αναδύεται αυτήν τη περίοδο. Δεν είναι πολύ έξυπνο να καταφέρουμε με χίλια ζόρια να εξορύξουμε και να ανακυκλώσουμε περισσότερο, εάν τα προϊόντα αυτά εξάγονται στη συνέχεια στο εξωτερικό για επεξεργασία και παραγωγή τελικών προϊόντων που αργότερα πωλούνται εκ νέου και επανεισάγονται στην Ευρώπη. Όταν μάλιστα τα υλικά αυτά είναι κρίσιμα για την ασφάλεια του εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, ο -κατά το δυνατόν- καθετοποιημένος έλεγχος των εφοδιαστικών αλυσίδων καθίσταται  επιτακτικός. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι επί του παρόντος η Κίνα ελέγχει το 56% της επεξεργασίας του λιθίου, το 60%  του  Co , το 58% του Mn, και το 97% του  Mg!

Σχετικά Άρθρα