ΑΡΧΑΙΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ & ΤΕΧΝΗ/ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣΓΕΩΛΟΓΙΑ/ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΡΜΑΡΟ

Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος και τα εγκαταλελειμμένα λατομεία στην Χασάμπαλη Λάρισας

Ενα από τα αρκετά διάσπαρτα λατομεία (επτά της πρώτης ζώνης εξόρυξης) του συμπλέγματος λατομείων της Χασάμπαλης ανάμεσα στο Καλοχώρι και στο Ομορφοχώρι Λάρισας, 12 km βορειοανατολικά της πόλης της Λάρισας. Ολα τα λατομεία σήμερα έχουν εγκαταληφθεί.
Στη θέση αυτή πριν 150-200 εκατ. χρόνια βρισκόταν ο βυθός του ωκεανού της Τηθύος!!!  Το πέτρωμα  σχηματίστηκε κατά το Ιουρασικό στο βυθό ενός ωκεανού, τμήμα της θάλασσας της Τηθύος, κάτω από σύνθετες τεκτονικές, ιζηματογενείς και υδροθερμικές διεργασίες. Με το κλείσιμο του ωκεανού κατά το Τριτογενές, δηλαδή πριν από 25-70 εκατομμύρια χρόνια, τμήματά του, μαζί και ο οφιτοασβεστίτης, επωθήθηκαν επάνω στην Πελαγονική ζώνη, όπου και εντοπίζονται σήμερα. 

Τα λατομεία προέλευσης του λίθου της Χασάμπαλης,  είχαν ήδη αρχίσει να λειτουργούν από τους ρωμαϊκούς χρόνους εντοπίζονται στο ύψωμα της Χασάμπαλης, ένα τοπωνύμιο που δόθηκε για χάρη ενός επιστάτη εργατών (δηλαδή bali) ο οποίος ονομαζόταν Χασάν, προφανώς κατά τα Οθωμανικά χρόνια. Πρόκειται για ένα ύψωμα ανάμεσα στο Καλοχώρι και στο Ομορφοχώρι Λάρισας, 12 km βορειοανατολικά της πόλης της Λάρισας, κοντά στον Πηνειό ποταμό, και βρίσκεται κοντά στο δρόμο που οδηγεί στο Συκούριο. Επάνω στον λόφο υπάρχει το εξωκλήσι της Αναλήψεως.

Αρχαία εξόρυξη ακριβώς δίπλα από το εξωκλήσι της Αναλήψεως. Το εξωκκλήσι αυτό κτίστηκε επάνω σε μέτωπο εξόρυξης και δίπλα από μέτωπα εξόρυξης της Ρωμαϊκής εποχής. Στην ίδια θέση υπήρχε αρχαίος ναός και εν συνεχεία βυζαντινός ναός πιθανότατα ως τόπος προσευχής των λατόμων.

Τα αρχαία λατομεία είναι διάσπαρτα στη νοτιοδυτική πλευρά του υψώματος. Κατακόρυφα μέτωπα εξόρυξης, πολλαπλές αναβαθμίδες σε ορθογώνιο σχήμα, κυκλικές κοιλότητες και ημικυκλικές εσοχές διατηρούνται μέχρι σήμερα στις πλαγιές της Χασάμπαλης, αποδεικνύοντας την εντατική εξόρυξη που έλαβε χώρα κατά την ύστερη αρχαιότητα και μέχρι τις μέρες μας.

Από τη θέση των αρχαίων λατομείων στη Χασάμπαλη μπορεί κανείς να έχει μία πανοραμική θέα σε όλη την περιοχή γύρω από την πεδιάδα της Λάρισας, απολαμβάνοντας ένα μοναδικό τοπίο από τον Κίσσαβο και τον Όλυμπο έως το Μαυροβούνι με τα αρχαία λατομεία λευκού μαρμάρου στο Καστρί, και από το Πήλιο και την Όρθρυ έως την Πίνδο, τα Αντιχάσια και τα Καμβούνια.

Η περιοχή αυτή ανήκει γεωτεκτονικά στην Πελαγονική ζώνη και αποτελείται κυρίως από μεταμορφωμένα και οφιολιθικά πετρώματα. Πιο συγκεκριμένα, οι πετρογραφικοί τύποι που παρατηρούνται στην περιοχή είναι σχιστόλιθοι, αμφιβολίτες, πρασινίτες, σερπεντινίτες, ο πράσινος οφιτοασβεστίτης της Χασάμπαλης, καθώς και εκτενείς εμφανίσεις κρυσταλλικού ασβεστόλιθου, γνωστού ως μάρμαρο της Αγιάς. Τα ιζήματα στην περιοχή καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση, αφού αποτελούν τμήμα της πεδιάδας της Λάρισας, και αποτελούνται από χερσαίους και λιμναίους σχηματισμούς (μάργες, κροκαλοπαγή, ασβεστόλιθοι) και αλλουβιακές αποθέσεις (άμμος, άργιλος, κροκάλες, λατύπες, ποταμολιμναία υλικά). Τα ρήγματα της περιοχής έχουν τρεις κύριες διευθύνσεις: Α-Δ, ΒΑ- ΝΔ και ΒΔ-ΝΑ.

Ο Θεσσαλικός οφιτοασβεστίτης είναι λατυποπαγής και αποτελείται από λατύπες σερπεντινίτη διαφόρων διαστάσεων σε πρασινόμαυρο χρώμα με πλήθος εγκλεισμάτων από λευκό μάρμαρο. Η ενδιάμεση μάζα, η οποία είναι λευκοπράσινη ως πρασινωπή, αποτελείται κυρίως από λεπτόκοκκο ασβεστίτη και σερπεντίνη και συγκολλά τις λατύπες, καθιστώντας το πέτρωμα πολύ συμπαγές. Ορυκτολογικά αποτελείται κυρίως από σερπεντίνη και ασβεστίτη, και σε μικρότερο βαθμό από χρωμίτη, μαγνητίτη, αιματίτη, τρεμολίτη, επίδοτο, χλωρίτη, τάλκη και μιλλερίτη. Το πέτρωμα αυτό σχηματίστηκε κατά το Ιουρασικό, δηλαδή πριν από 150-200 εκατομμύρια χρόνια, στο βυθό ενός ωκεανού, τμήμα της θάλασσας της Τηθύος, κάτω από σύνθετες τεκτονικές, ιζηματογενείς και υδροθερμικές διεργασίες. Με το κλείσιμο του ωκεανού κατά το Τριτογενές, δηλαδή πριν από 25-70 εκατομμύρια χρόνια, τμήματά του, μαζί και ο οφιτοασβεστίτης, επωθήθηκαν επάνω στην Πελαγονική ζώνη, όπου και εντοπίζονται σήμερα. Παρόμοιες συνθήκες επικρατούν σήμερα στο Lost City στη μεσοωκεάνια ράχη του Ατλαντικού ωκεανού, σε βάθος 4000 m. 

Οι φυσικο-μηχανικές ιδιότητες του οφιτοασβεστίτη της Χασαμπάλης είναι εξαιρετικές και για το λόγο αυτό προτιμήθηκε ως δομικός λίθος για περίπου 2000 χρόνια. Πρόκειται για ένα σκληρό πέτρωμα με την ψηλότερη αντοχή στη θλίψη (compression strength: 1,265 kgr/cm² ) και αντοχή στην τάση (tension strength: 342 kgr/cm² ) σε σχέση με άλλα οφιολιθικά πετρώματα της Ελλάδας, όπως της Ημαθίας, της Τήνου και της Σκύρου. Επίσης, το φαινόμενο ειδικό βάρος (apparent specific weight) είναι 2,670 kgr/m3, ο δείκτης υδατοαπορρόφησης (water absorption coefficient) είναι 0,48 wt% και η αντοχή στην τριβή (abrasion resistance) 3,21 mm.

Ο Θεσσαλικός οφιτοασβεστίτης είναι λατυποπαγής και αποτελείται από λατύπες σερπεντινίτη διαφόρων διαστάσεων σε πρασινόμαυρο χρώμα με πλήθος εγκλεισμάτων από λευκό μάρμαρο. Η ενδιάμεση μάζα, η οποία είναι λευκοπράσινη ως πρασινωπή, αποτελείται κυρίως από λεπτόκοκκο ασβεστίτη και σερπεντίνη και συγκολλά τις λατύπες, καθιστώντας το πέτρωμα πολύ συμπαγές και με εξαιρετικές φυσικομηχανικές ιδιότητες.

Ο Θεσσαλικός λίθος αναφέρεται ευρέως στη Λατινική και Ελληνική Βυζαντινή γραμματεία. Ένα από τα πρώτα κείμενα ήταν το «Ονομαστικόν», έν α Αττικο-Ελληνικό λεξικό από τον Ιούλιο Πολυδεύκη (Julius Pollux) τον 2ο αι. μ.Χ., όπου τον αναφέρει ως «Θεταλλή λίθο». Το 301 μ.Χ. ο Διοκλητιανός στο περίφημο «Διάταγμα περί Τιμών» θεωρεί τον λίθο αυτό ως ένα από τα πιο ακριβά πετρώματα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Επίσης ήταν γνωστός με το όνομα «Θεσσαλικός», όπως μας πληροφορεί ο Παύλος Σιλεντιάριος (6ος αι. μ.Χ.) και ο Ευάγριος Σχολαστικός (6ος αι. μ.Χ.). Αναφέρεται επίσης και σαν «Θεταλλικός λίθος» ή «πράσινη Θετταλή λίθος» από τον Κωνσταντίνο VII τον Πορφυρογέννητο (10ος αι. μ.Χ.), από τον Ανώνυμο Συνεχιστή του Θεοφάνη (10ος αι. μ.Χ.), καθώς και από τον Ανώνυμο ο οποίος έγραψε το έργο «Πατρία Κωνσταντινουπόλεως» (10ος αι. μ.Χ.) και που από λάθος αποδίδεται στον (ψευδο-) Κωδινό Γεώργιο.

Μία ανακριβή αναφορά έχουμε από τον Παύλο Σιλεντιάριο ο οποίος ονομάζει το πέτρωμα αυτό και «Αττράκιο λίθο». Φαίνεται ότι ο βυζαντινός συγγραφέας συνέδεσε αυτό το πέτρωμα με τα αρχαία λατομεία της πόλης Άτραξ, που βρίσκονται στους πρόποδες του όρους Τίτανος, κοντά στο χωριό Πηνειάδα, δίπλα στον ποταμό Πηνειό. Είναι πολύ δύσκολο όμως εκείνη την περίοδο τα λατομεία της Χασάμπαλης να ήταν υπό την κυριαρχία της αρχαίας Άτραγος, αφού βρισκόταν σε απόσταση 35 km. Αυτή η παρερμηνεία οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι κατά τα Ελληνιστικά χρόνια οι συγγραφείς ταύτιζαν τον όρο «Ατράκιος» με τον όρο «Θεσσαλικός», ένα λάθος που δυστυχώς διατηρήθηκε από συγγραφείς της ρωμαϊκής και βυζαντινής περιόδου, μεταξύ των οποίων και ο Παύλος Σιλεντιάριος.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στην παγκόσμια βιβλιογραφία αλλά και στην εμπορική ορολογία το πράσινο πέτρωμα της Χασάμπαλης είναι γνωστό και ως «Verde Antico» μια ονομασία που πιθανώς δόθηκε κατά της Αναγέννηση, αφού τότε χρησιμοποιήθηκε ευρέως από Ιταλούς αρχιτέκτονες σε πολλά μνημεία. Ο όρος «Verde Antico» είχε όμως χρησιμοποιηθεί και για άλλα παρόμοια πετρώματα, όπως ο οφιτοασβεστίτης της Τήνου, έτσι ώστε μέχρι σήμερα να χρησιμοποιείται για όλους τους οφιτοασβεστίτες. 

Οι περιηγητές του 19ου και των αρχών του 20ου αι. οι οποίοι επισκέφθηκαν τη Θεσσαλία έκαναν σημαντικές αναφορές για τα λατομεία αυτά. Ο Clarke (1813) είναι από τους πρώτους που προσδιόρισε τη γεωγραφική τους θέση κοντά στον Πηνειό και ανέφερε χρήσεις του την εποχή εκείνη στη Λάρισα, στα Αμπελάκια, καθώς και σε έναν στρατιωτικό δρόμο στα Τέμπη. Ο Teller (1880) έκανε μια εκτενή αναφορά περιγράφοντας τις θέσεις εκείνες στις οποίες υπήρχαν κοίλα ημικυκλικά μέτωπα, από όπου εξορυσσόταν πέτρωμα για κίονες. Ο Lepsius (1890) κατέληξε στο λάθος συμπέρασμα ότι τα λατομεία ήταν βυζαντινά, αφού όπως υποστηρίζει μόνο οι βυζαντινοί συγγραφείς αναφέρθηκαν σ’ αυτά. Ο Γεωργιάδης (1894) κάνει μόνο μια σύντομη αναφορά, ενώ ο Rose (1897) εκφράζει το θαυμασμό του για τις τεχνικές εξόρυξης και μεταφοράς των ογκόλιθων από τους αρχαίους. Ο Porter (1907) και ο Renwick (1909) δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την εξόρυξη των λίθων στα λατομεία της Χασάμπαλης κατά την εποχή τους. Αντίθετα, ο Stählin (1924) αρκείται και αυτός σε μία απλή αναφορά, όπως και ο Ορλάνδος (1958).

Εκτός από τα αρχαία λατομεία, στην ίδια θέση αλλά και στην ευρύτερη περιοχή δραστηριοποιήθηκαν και σύγχρονα λατομεία (δεκαετίες ’60-’80) του λίθου αυτού από τις εταιρείες Grecian Marbles (Μarmor) Ltd, Τσάλμας, Σκούταρης, Μπλέτας κλπ.
Τοπογραφικό συνοδεύον την Αδεια εξόρυξης υπέρ της Grecian Marbles (Μarmor) Ltd του έτους 1972, αρχείο ΥΠΕΝ.

Ο Jung (1961) σε μία αναλυτική μελέτη συμπεραίνει ότι τα λατομεία λειτουργούσαν και κατά τη ρωμαΪκή περίοδο, με βάση τις επιτύμβιες στήλες στο Μουσείο της Λάρισας. Ο ίδιος κάνει επίσης μία λεπτομερή περιγραφή των γεωλογικών και πετρογραφικών χαρακτηριστικών του οφιτοασβεστίτη, επιχειρώντας να δώσει κάποια ερμηνεία για το σχηματισμό του πετρώματος αυτού. Ο Παπαγεωργάκης (1967) μελέτησε τον λίθο δίνοντας έμφαση στα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και κάνει μια σύντομη περιγραφή των λατομείων.

Σημερινή μορφή του μετώπου του πρώην λατομείου “Τσάλμας ΑΕ” στη θέση Πετμέζ-Μπράκ, Νέσσωνος, Λαρίσης

Η Lambraki (1982) αναφέρεται στα ίχνη από το λατομικό αρχαίο πριόνι που εντόπισε στα λατομεία της Χασάμπαλης, ενώ η Karagiorgou (2001 και 2004) κάνει μία καταγραφή της χρήσης και της διακίνησης του πράσινου Θεσσαλικού λίθου, ιδιαίτερα κατά τη βυζαντινή περίοδο. Οι Melfos et al. (2002) και Lazzarini and Cancelliere (2003) δίνουν επίσης σύντομες περιγραφές των λατομείων. Πρόσφατα ο Melfos (2008) δημοσίευσε μια εκτενή εργασία, οπού απεικονίζει τα αρχαία λατομεία και τα μνημεία για τα οποία χρησιμοποιήθηκε ο πράσινος Θεσσαλικός λίθος, και περιγράφει τα ορυκτολογικά, πετρογραφικά και γεωχημικά χαρακτηρηστικά του πετρώματος αυτού.

Απόσπασμα από το βιβλίο του καθηγητή Βασ. Μέλφου: “Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος και τα λατομεία της Χασάμπαλης”, Δήμος Νέσσωνος. Δεύτερη έκδοση, Δήμος Τεμπών, 2014.

Φωτογραφίες και επιμέλεια του άρθρου: Π. Τζεφέρης

Σχετικά Άρθρα