ΓΕΩΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ/ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΟ ΛΑΥΡΙΟ

Το μεταλλευτικό Λαύριο μέσα από μια εκπαιδευτική προσέγγιση με επίκεντρο τον άνθρωπο

Σοφία Ρωκ-Μελά

Παιδαγωγός με ειδίκευση στην Εκπαίδευση στα Μουσεία και στη Διδασκαλία Φυσικών Επιστημών
Υπεύθυνη Βιοτεχνικού Βιομηχανικού Εκπαιδευτικού Μουσείου
Το άρθρο αυτό αποτελεί μέρος (προδημοσίευση) επετειακής έκδοσης με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 2500 ετών από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και τη σχέση της με το αρχαίο μεταλλευτικό Λαύριο.Το βιβλίο αυτό, υπό τον συντονισμό των Π. Τζεφέρη και Δ. Μπίτζιου, περιλαμβάνει ένα σύνολο θεματικών άρθρων που δεν περιορίζονται μόνο στο ως άνω ιστορικό ζήτημα, αλλά παρουσιάζουν διευρυμένη θεματολογία και επεκτείνονται στο γενικότερο πλαίσιο ενός κοινού σημερινού στόχου που είναι η ανάδειξη της ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς, που μας κληροδότησε το αρχαίο και νεότερο μεταλλευτικό Λαύριο – Λαυρεωτική. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του συνόλου ή μέρους των άρθρων του επετειακού πονήματος χωρίς την άδεια των συγγραφέων και των συντονιστών της έκδοσης.
Στόχος είναι να μπορούν να αναπτύξουν όλοι μια γόνιμη σχέση με γνωστά και άγνωστα θέματα και αντικείμενα, καθώς και με την ίδια τη διεργασία της μάθησης.Όσοι μετέχουν στο πρόγραμμα «Πώς παρήγαγαν οι αρχαίοι τον άργυρο και τον μόλυβδο» μελετούν και ανασυνθέτουν, μέσα από σχετικά ευρήματα και κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό, τον τρόπο παραγωγής των μετάλλων αυτών στα αρχαία εργαστήρια της περιοχής και στη συνέχεια ανακαλύπτουν τις χρήσεις τους στην κατασκευή αντικειμένων όπως νομίσματα, βαρίδια για τον αργαλειό, συνδέσμους για αρχιτεκτονικά μέλη κ.ά.
Η κα Ρωκ-Μελά

Εύλογα, το εκπαιδευτικό και πολιτιστικό έργο του Βιοτεχνικού Βιομηχανικού Εκπαιδευτικού Μουσείου (ΒΒΕΜ) επικεντρώνεται στην προσέγγιση της μοναδικής στον κόσμο κληρονομιάς της περιοχής, μιας κληρονομιάς που έχει σημαδευτεί διαχρονικά από τη μεταλλευτική δραστηριότητα σε αυτή τη γωνιά της Αττικής που ονομάζεται Λαυρεωτική. Τα κυρίαρχα στοιχεία της προσέγγισης αυτής παρουσιάζουν κατά τη γνώμη μας ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), μουσείο είναι «ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, στην υπηρεσία της κοινωνίας και ανοιχτός στο κοινό, που αποκτά, συντηρεί, ερευνά, συνδυάζει και εκθέτει, με σκοπό τη μελέτη, εκπαίδευση και ψυχαγωγία, υλικές μαρτυρίες του ανθρώπου και του περιβάλλοντος του». Το ICOM θεωρεί ότι ο ορισμός αυτός καλύπτει, μεταξύ άλλων, μνημεία και φυσικά τοπία, καθώς και αρχαιολογικούς και ιστορικούς χώρους, που έχουν να επιδείξουν «μουσειακές» λειτουργίες και δραστηριότητες, όπως διαφύλαξη και ανάδειξη τεκμηρίων πολιτιστικής κληρονομιάς, εκπαίδευση και επικοινωνία. Σήμερα, μάλιστα, είναι σε εξέλιξη μια διαδικασία επικαιροποίησης του ορισμού, προκειμένου να συμπεριληφθεί ρητά και η έννοια της άυλης κληρονομιάς.

Γενικότερα, τα τελευταία 40 χρόνια παρατηρείται στα μουσεία διεθνώς μια μετατόπιση του κέντρου βάρους από τις συλλογές και τα αντικείμενα στους ανθρώπους και στον τρόπο με τον οποίον αυτοί βιώνουν την εμπειρία της επίσκεψης. Έτσι, από στατικός χώρος συλλογής αντικειμένων, το μουσείο άρχισε να μετεξελίσσεται σε ενεργό χώρο επιμόρφωσης και ψυχαγωγίας του κοινού. Η σύγχρονη αυτή μουσειολογκή αντίληψη οδήγησε στα λεγόμενα «συμμετοχικά» μουσεία (participatory museums) που πρωτοεμφανίστηκαν στην Αμερική και στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1970. Οι όροι «συμμετοχικός» (participatory) και «διαδραστικός» (interactive) χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν πτυχές της εμπειρίας του κοινού με τα εκθέματα και το μουσειακό περιβάλλον. Μέσα από τους νέους τύπους μουσείων που διαμορφώθηκαν ως αποτέλεσμα της προσέγγισης αυτής (κυρίως τα «παιδικά» και τα «μουσεία ή κέντρα επιστημών»), η έννοια της πολιτισμικής κληρονομιάς διευρύνθηκε σταδιακά σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Έτσι, σήμερα πλέον νοείται ότι στα μουσεία συγκαταλέγεται κάθε χώρος που θεματικά καλύπτει πλευρές της παλαιότερης και σύγχρονης πολιτιστικής και τεχνολογικής κληρονομιάς ενός τόπου, συμπεριλαμβανομένου του δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος.

Με επίκεντρο λοιπόν την εκπαιδευτική λειτουργία και την ενεργό συμμετοχή του κοινού, ένα σύγχρονο μουσείο οφείλει να αξιοποιεί το υλικό που έχει στη διάθεσή του, είτε αυθεντικό είτε ειδικά διαμορφωμένο, για να δημιουργήσει ένα «εργαστήριο μάθησης». Οι συλλογές, τα εκθέματα, οι δράσεις του μουσείου συνθέτουν ένα περιβάλλον που το κοινό χρησιμοποιεί σύμφωνα με τις ανάγκες και τις προσδοκίες του. Στόχος είναι να μπορούν να αναπτύξουν όλοι μια γόνιμη σχέση με γνωστά και άγνωστα θέματα και αντικείμενα, καθώς και με την ίδια τη διεργασία της μάθησης. Έτσι, μέσα από την άτυπη εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση, τα μουσεία βοηθούν μεταξύ άλλων το κοινό τους να καλλιεργήσει ουσιώδεις δεξιότητες που αποτελούν απαραίτητα εφόδια του ενεργού πολίτη του 21ου αιώνα.

Σε αυτό το σύγχρονο πλαίσιο, έρχεται να τοποθετηθεί τόσο η περιοχή της Λαυρεωτικής γενικότερα ως «μουσειακός χώρος» όσο και το BBEM ειδικότερα ως ένας οργανισμός ο οποίος, από το 2003 που ιδρύθηκε με τη συμπαράσταση του Δήμου και του Τεχνολογικού και Πολιτιστικού Πάρκου Λαυρίου και εγκαινίασε εκπαιδευτική συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής, αναπτύσσει και εξελίσσει διαρκώς νέα μαθησιακά περιβάλλοντα και δράσεις με ποικίλες αναφορές στο μεταλλευτικό Λαύριο.

Για μια ενεργητική και ανθρωποκεντρική μάθηση

Στο πλούσιο αυτό έργο, η αιχμή ήταν εξ αρχής μια σειρά εκπαιδευτικών προγραμμάτων που σχεδιάστηκαν από το ΒΒΕΜ σε εφαρμογή σύγχρονων παιδαγωγικών θεωριών. Τα προγράμματα αυτά χαρακτηρίζονται από βιωματική-διαδραστική και διαθεματική προσέγγιση και είναι προσαρμοσμένα στην ηλικιακή ομάδα στην οποία απευθύνονται, υλοποιούνται δε στους χώρους με τους οποίους συνδέονται θεματικά: στις ιστορικές εγκαταστάσεις Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου (χώροι ΒΒΕΜ), στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαυρίου, στον Αρχαιολογικό Χώρο του Σουνίου (Ναός Ποσειδώνα) και στον Επιβατικό Σταθμό Λιμένος Λαυρίου.

 Εικ.1. Από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Η σημασία του ακρωτηρίου του Σουνίου» Fig.1. From the educational programme “The importance of Cape Sounion”

Τα περισσότερα από τα προγράμματα αυτά παρέχουν μια μοναδική οπτική σε διάφορες πτυχές της μεταλλευτικής κληρονομιάς της Λαυρεωτικής, δίνοντας τη δυνατότητα σε όσους συμμετέχουν να αναλάβουν δράση και πρωταγωνιστικό ρόλο. Στο πρόγραμμα «Η σημασία του ακρωτηρίου του Σουνίου» (Εικ.1) έχει κανείς την ευκαιρία να συλλέξει στοιχεία για τη στρατηγική σημασία του ιδιαίτερου αυτού χώρου ως οχυρού της μεταλλευτικής δραστηριότητας και να δημιουργήσει έναν οδηγό επίσκεψης για κάθε ενδιαφερόμενο. Όσοι μετέχουν στο πρόγραμμα «Πώς παρήγαγαν οι αρχαίοι τον άργυρο και τον μόλυβδο» μελετούν και ανασυνθέτουν, μέσα από σχετικά ευρήματα και κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό, τον τρόπο παραγωγής των μετάλλων αυτών στα αρχαία εργαστήρια της περιοχής και στη συνέχεια ανακαλύπτουν τις χρήσεις τους στην κατασκευή αντικειμένων όπως νομίσματα, βαρίδια για τον αργαλειό, συνδέσμους για αρχιτεκτονικά μέλη κ.ά.

Για να έρθουμε και στο νεότερο μεταλλευτικό Λαύριο, στο πρόγραμμα «Εργαλεία και μηχανές» (Εικ.2) οι συμμετέχοντες μπορούν, μέσα από την ιστορία της Γαλλικής Εταιρείας και του Μηχανουργείου της, να κατανοήσουν την εργασία των τεχνιτών και τη σημασία της για την υποστήριξη της παραγωγής. Όχι μόνο γνωρίζουν τον χώρο δουλειάς τους και μαζί ορισμένα από τα εργαλεία και είδη προστασίας που χρησιμοποιούσαν, αλλά γίνονται και οι ίδιοι τεχνίτες και δουλεύουν ομαδικά σε γραμμή παραγωγής για να φτιάξουν μια δική τους κατασκευή. Στο δε πρόγραμμα «Στο εργαστήριο με τα ορυκτά» (Εικ.3), γίνονται επιστήμονες και εξετάζουν δείγματα ορυκτών και μεταλλευμάτων από τις εκπαιδευτικές συλλογές του ΒΒΕΜ (Εικ.4). Μέσα από την παρατήρηση και το πείραμα, μελετούν τις φυσικές ιδιότητές τους, κατανοώντας παράλληλα τη σημασία των ορυκτών πρώτων υλών για την παραγωγή πολλών και διαφορετικών προϊόντων που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή.

Εικ.2. Από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Εργαλεία και μηχανές» Fig.2. From the educational programme “Tools and machines”
Εικ.3. Από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Στο εργαστήριο με τα ορυκτά» Fig.3. From the educational programme “Studying minerals in the lab”

Γίνεται φανερό ότι σε εκπαιδευτικά προγράμματα σαν και αυτά οι συμμετέχοντες δεν αντιμετωπίζονται ως απλοί θεατές. Αντίθετα, μέσα από ερεθίσματα και ευκαιρίες για εξερεύνηση και αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, δραστηριοποιούνται με φυσικό τρόπο και βιώνουν μια πλούσια εμπειρία μάθησης παίρνοντας τον ρόλο του ερευνητή, του αρχαιολόγου, του τεχνίτη ή του επιστήμονα. Μια εμπειρία μάθησης που φέρνει στο επίκεντρο τον άνθρωπο.

Με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται όμως αυτό, πέρα από το βασικό «σενάριο» που χαρακτηρίζει κάθε πρόγραμμα; Με ποιες μεθόδους και τεχνικές ενθαρρύνεται η ενεργητική και ολοκληρωμένη μάθηση, ειδικά όταν πρόκειται για παιδιά; Η μαιευτική ανακαλυπτική μέθοδος χρησιμοποιείται ακριβώς για τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών σε μια τέτοια κατεύθυνση. Ο ερμηνευτής που υλοποιεί το πρόγραμμα υιοθετεί μάλλον έναν ρόλο «συντονιστή» και χρησιμοποιεί ιδιαίτερα τις ερωτήσεις, καθώς στόχος του δεν είναι να μεταδώσει πληροφορίες, αλλά να ενθαρρύνει την ελεύθερη έκφραση του ενδιαφέροντος και την αναζήτηση και ανακάλυψη στοιχείων και πληροφοριών από τα ίδια τα παιδιά.

Μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερεις τύπους ερωτήσεων:

– τις κλειστές, π.χ. «Τι χρώμα έχει ο γαληνίτης;»

– τις ρητορικές, π.χ. «Ωραίος ο ναός του Ποσειδώνα, έτσι δεν είναι;»

– τις διαχειριστικές, π.χ. «Μπορείς να φορέσεις το κράνος;»

– τις ανοιχτές, π.χ. «Τι ξέρετε για τα μεταλλεία;»

Όλα τα είδη ερωτήσεων βοηθούν όταν χρησιμοποιούνται την κατάλληλη στιγμή, αλλά μπορούμε να πούμε ότι οι πιο χρήσιμες ερωτήσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι οι ανοιχτές, διότι βοηθούν περισσότερο τα παιδιά να εξελιχθούν και να εσωτερικεύσουν τη γνώση. Όμως είναι και οι πιο δύσκολες, και θέλουν περισσότερη σκέψη και χρόνο να απαντηθούν. Η εκπαιδευτική διαδικασία που στηρίζεται σε ανοιχτές ερωτήσεις απαιτεί περισσότερο χρόνο και ευελιξία για να μη χαθεί ο στόχος, είναι όμως και πιο αποτελεσματική σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή.

Εικ.4. Μπροστά στον ανάγλυφο γεωλογικό χάρτη της Λαυρεωτικής (κατά Γ. Π. Μαρίνο & W. E. Petrascheck, κατασκευή Ιωάννης Εμμανουήλ Μπαλόπηττας, με την καθοδήγηση του Κων. Παπαθανασίου) Fig.4. In front of the geologic relief map of Lavreotiki

Ας δούμε όμως, με μερικά ακόμη παραδείγματα από το πρόγραμμα «Στο εργαστήριο με τα ορυκτά», πώς οι ερωτήσεις μπορούν να βοηθήσουν στοχευμένα στην εξέλιξη συγκεκριμένων ικανοτήτων των παιδιών:

Παρατηρητικότητα: «Βλέπεις εδώ κάτι που να είναι φτιαγμένο από ορυκτά και το έχεις κι εσύ στο σπίτι σου;»

Εξέλιξη εννοιών: «Πώς νομίζεις ότι παίρνουμε τα ορυκτά από τη γη;»

Σύγκριση και διάκριση: «Τι διαφορές βλέπεις ανάμεσα σε αυτά τα δύο ορυκτά;»

Πρόβλεψη: «Αν δεν είχαμε τα ορυκτά, τι θα συνέβαινε στη ζωή των ανθρώπων;»

Ανακάλυψη συναισθημάτων: «Πώς θα αισθανόσουν αν δούλευες μέσα στις στοές;»

Δημιουργικότητα: «Τι όνομα θα έδινες εσύ στο ορυκτό αυτό;»

Αξιολόγηση – Ανάλυση: «Ποια προβλήματα μπορεί να προκαλεί η εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων; Πώς μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε;»

Ως σημείο εκκίνησης χρησιμοποιούμε πάντοτε κάτι το συγκεκριμένο και κάτι που ήδη «γνωρίζουν» τα παιδιά. Πέρα από τον χαρακτηρισμό «σωστό» ή «λάθος», αυτό που έχει σημασία είναι η καταγραφή των ιδεών, των σκέψεων, των απόψεων που προέρχονται από τα παιδιά. Πάνω σε αυτές θα στηριχτούμε για να αναπτύξουμε τον διάλογο και την αναζήτηση. Ένα χρήσιμο εργαλείο για την καταγραφή αυτή είναι ο εννοιολογικός χάρτης, ή ιστός της αράχνης όπως τον αποκαλούμε συχνά. Πρόκειται για μια σχηματική αναπαράσταση των εννοιών και των διασυνδέσεών τους, και μπορεί να δώσει ένα στιγμιότυπο της αντίληψης που έχουν τα παιδιά για ένα θέμα. Ένα τέτοιο στιγμιότυπο μπορεί να μας δείξει όχι μόνο πού βρίσκεται η αντίληψη αυτή στο ξεκίνημα της αναζήτησης, ώστε να τη χρησιμοποιήσουμε ως σημείο αναφοράς, αλλά και πού έφτασε μετά την ολοκλήρωση της δραστηριότητας, και γι’ αυτό είναι και θαυμάσιο εργαλείο για μια αξιολόγηση μετά την επίσκεψη.

Εικ.5. Από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας εργάτης» Fig.5. From the educational programme “Once upon a time there was a worker”

Τέλος, μιλώντας για έννοιες, ερωτήσεις, έρευνα και ανακάλυψη, μιλώντας για τεχνικές και εργαλεία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για τα παιδιά ο πιο φυσικός τρόπος για να μαθαίνουν είναι μέσα από το παιχνίδι. Ξέρουμε ότι το παιχνίδι είναι μάθηση. Όταν καταφέρνουμε και η μάθηση να είναι παιχνίδι, τα παιδιά βρίσκονται στο στοιχείο τους και η μαθησιακή εμπειρία γίνεται μια θετική εμπειρία. Ειδικά για τα μικρότερα παιδιά, ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα οφείλει να στηρίζεται στο παιχνίδι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρόγραμμα «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας εργάτης» (Εικ.5), όπου μέσα από την αφήγηση και με τη βοήθεια ενός παλιού λευκώματος ζωντανεύει μπροστά στα μάτια των παιδιών η ιστορία ενός εργαζόμενου της Γαλλικής Εταιρείας. Στη συνέχεια, τα παιδιά φορούν κράνος και εξάρτυση, παίρνουν εργαλεία και «πιάνουν δουλειά», δίνοντας ξανά ζωή στο ορυχείο και στο εργοστάσιο!

Αναδεικνύοντας τους πραγματικούς πρωταγωνιστές

Πριν ακόμη ξεκινήσει τη λειτουργία του, το ΒΒΕΜ προσέγγισε τους ανθρώπους της τοπικής κοινωνίας, και ιδίως τους παλιούς εργαζόμενους της Γαλλικής Εταιρείας (Εικ.6), επιδιώκοντας να αξιοποιήσει τις γνώσεις και τα βιώματά τους για τη διαφύλαξη και ανάδειξη της κληρονομιάς της Λαυρεωτικής. Πολλοί ήταν οι παλιοί εργαζόμενοι που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα αυτό, επιστρέφοντας έτσι, με πολλή συγκίνηση είναι η αλήθεια, στον χώρο όπου είχαν δουλέψει επί τόσα χρόνια, αυτή τη φορά ως μάρτυρες της Ιστορίας. Με τον τρόπο αυτό εγκαινιάστηκε μια σχέση και συνεργασία που πλούτισε το έργο του Μουσείου σε όλα τα επίπεδα και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Εικ.6. Παλιοί εργαζόμενοι της Γαλλικής Εταιρείας στο ΒΒΕΜ (από αριστερά: Μπάμπης Συρίγος, Λεων. Τατάκης, Ιωάν. Βελετάκος, Θεόδ. Πιερράκος, Κυρ. Χαραμής, Δημ. Μαμμάς) Fig.6. Former employees of the French Mining Company in the Industrial Museum

Στη συστηματοποίηση της καταγραφής των μαρτυριών αυτών καίρια ήταν η συμβολή του αείμνηστου Λουίζου Παρασκευαΐδη, μηχανικού μεταλλείων ΕΜΠ, διευθυντικού στελέχους του ΤΙΤΑΝΑ και σύμβουλου του Μουσείου. Με την καθοδήγησή του πραγματοποιήθηκαν 70 συνεντεύξεις, που αποτέλεσαν και το υλικό για την έκδοση που πραγματοποίησε το ΒΒΕΜ το 2014 με τίτλο: «Ανάκληση Αναμνήσεων, τι θυμάμαι από την παλιά Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου».

Ανάλογες καταγραφές συνεχίστηκαν με διάφορες ευκαιρίες στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Μουσείου, και πιο πρόσφατα, το 2018, πραγματοποιήθηκε νέος γύρος συνεντεύξεων με τη συνεργασία του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Πολιτιστική Διαχείριση» του Παντείου Πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα μάλιστα και τη δημιουργία μιας σχετικής ταινίας τεκμηρίωσης (Εικ.7). Την ίδια χρονιά, υλικό από όλες αυτές τις μαρτυρίες αξιοποιήθηκε στο πλαίσιο της έκθεσης που διοργάνωσε το Μουσείο με τίτλο «Ιστορίες από Πέτρα και Μέταλλο» και η οποία μεταξύ άλλων παρουσίαζε μια «αφήγηση» της ιστορίας της Γαλλικής Εταιρείας και του βιομηχανικού Λαυρίου μέσα από τα βιώματα των πρωταγωνιστών της.

Γίνεται φανερό λοιπόν ότι, χάρη στο πρόγραμμα καταγραφής των μαρτυριών, έχει συγκροτηθεί ένα πολύτιμο αρχείο, χρήσιμη πηγή για κάθε ενδιαφερόμενο, ειδικό ή μη, και πρώτη ύλη για την «παραγωγή» του ιστορικού αφηγήματος είτε μέσα από εκδόσεις και ταινίες είτε μέσα από την καθημερινή επικοινωνιακή, εκθεσιακή και εκπαιδευτική δραστηριότητα του Μουσείου.

Εικ.7. Από τη βιντεοσκόπηση συνέντευξης με παλιούς εργαζόμενους της Γαλλικής Εταιρείας (από αριστερά: Κώστας Τζανής, Βαγγέλης Λουκάς, Νίκος Αγγελόπουλος) Fig.7. Video recording of interviews with former employees of the French Mining Company.

Παράλληλα, η ενεργός συμμετοχή των παλιών εργαζόμενων στην ίδια την υλοποίηση αρκετών από τα εκπαιδευτικά προγράμματα προσδίδει μοναδικά χαρακτηριστικά στην εμπειρία που βιώνουν όσοι παίρνουν μέρος σε αυτά. Ειδικά στο πρόγραμμα με τον τίτλο «Αναμνήσεις από την ιστορική Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου», η προφορική μαρτυρία του εργαζόμενου γίνεται ζωντανή πηγή κατά την εφαρμογή της λεγόμενης «μεθόδου του ιστορικού». Οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούν εδώ οι ίδιοι το «εργαλείο» των ερωτήσεων ώστε να βρουν λύσεις-απαντήσεις σε ό,τι τους ενδιαφέρει. Στο πλαίσιο της ευρύτερης μεθοδολογίας της αναζήτησης πηγών και συλλογής στοιχείων, εύλογα ξεχωρίζει η δυνατότητα αυτή που τους δίνεται να γνωρίσουν από κοντά τους πρωταγωνιστές της Ιστορίας και μέσα από μια συνέντευξη μαζί τους να μάθουν από πρώτο χέρι για τη ζωή και την εργασία τους «στα χρόνια τα παλιά».

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στο Μουσείο και στους παλιούς εργαζόμενους κράτησε ζωντανή την σπουδαία αυτή κληρονομιά και με την ανανέωση της παρουσίας της στην κοινωνική ζωή, μέσα από εκδηλώσεις ιδιαίτερου συμβολισμού. Ειδικά η αναβίωση κατά την τελευταία εικοσαετία του παλιού εθίμου του εορτασμού της Αγίας Βαρβάρας (Εικ.8), με πρωτοβουλία του ΒΒΕΜ, έχει γίνει το ετήσιο αντάμωμα για παλιούς και νεότερους «κοινωνούς» της μεταλλευτικής ιστορίας του τόπου. Στη δέηση και στο κέρασμα που ακολουθεί, κυριαρχούν πάντοτε η συγκίνηση και οι αναμνήσεις από τον παλιό καιρό, όταν σύσσωμο το προσωπικό της Γαλλικής Εταιρείας και η τοπική κοινωνία γιόρταζαν την προστάτιδα των μεταλλωρύχων.

Σε όλες αυτές τις διαφορετικές πτυχές της δραστηριότητας του Μουσείου, κοινός παρονομαστής είναι η αφήγηση της Ιστορίας μέσα από τον αυθόρμητο λόγο των πρωταγωνιστών της, μια αφήγηση που φέρνει σε πρώτο πλάνο το ανθρώπινο πρόσωπο της κοινής μας κληρονομιάς και γεφυρώνει τις διαφορετικές γενιές συνδέοντας τις αναζητήσεις του σήμερα με τα βιώματα του χθες.

Εικ.8. Από τον εορτασμό της Αγίας Βαρβάρας στην είσοδο της στοάς εντός του ΤΠΠΛ
Fig.8. Celebrating the feast day of Saint Barbara in front of the mining gallery at the LTCP

Για έναν δημιουργικό διάλογο

Το ΒΒΕΜ είναι ένα «εργαστήρι» που βοηθάει μικρούς και μεγάλους να ανακαλύψουν τη μοναδική μεταλλευτική κληρονομιά της Λαυρεωτικής από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Μέσα από τα προγράμματά του, χιλιάδες έχουν κάνει ένα πραγματικό ταξίδι πίσω στον χρόνο, μπόρεσαν να κατανοήσουν τη μεγάλη σημασία του ορυκτού πλούτου της Λαυρεωτικής για την αρχαία Αθήνα, να παρακολουθήσουν την αναγέννηση και εξέλιξη της μεταλλευτικής και μεταλλουργικής δραστηριότητας στα νεότερα χρόνια, μέσα από την υπεραιωνόβια διαδρομή της Γαλλικής Εταιρείας, και να γνωρίσουν τη βαθιά επίδραση της δραστηριότητας αυτής στις ζωές των ανθρώπων του Λαυρίου αλλά και στην ιστορία της χώρας.

Στο συναρπαστικό αυτό ταξίδι, αξιοποιείται το ευρύτερο πολιτιστικό και περιβαλλοντικό κεφάλαιο της Λαυρεωτικής, μεταξύ άλλων και χάρη στις συνεργασίες του ΒΒΕΜ με τον Δήμο και τους τοπικούς φορείς. Πολλοί είναι αυτοί, από το Λαύριο και όχι μόνο, που έχουν βάλει την ψυχή τους στην προσπάθεια διαφύλαξης αυτής της ιδιαίτερης κληρονομιάς. Η ατομική και συλλογική αυτή προσπάθεια δίνει σήμερα νέο νόημα και νέα ζωή στον μόχθο των ανθρώπων της παραγωγής στο Λαύριο. Το ΒΒΕΜ εστιάζει μέσα από την πολυδιάστατη δραστηριότητά του στον ανθρώπινο αυτόν παράγοντα. Φέρνει τον άνθρωπο του σήμερα σε έναν βιωματικό διάλογο με τον άνθρωπο του χθες.

Η περιοχή της Λαυρεωτικής εξελίσσεται και μεταλλάσσεται, το Μουσείο θα εξακολουθήσει πάντα με συμπεριληπτική διάθεση και τις σύγχρονες παιδαγωγικές μεθόδους του να τοποθετεί τον διάλογο στο προσκήνιο, δημιουργώντας ένα σημείο αναφοράς και έμπνευσης τόσο για την τοπική κοινωνία όσο και για τους επισκέπτες της περιοχής. Έτσι θα εξακολουθήσει να συμβάλλει στη δημιουργία μιας δυναμικής παρακαταθήκης πολιτισμού και ζωής, προσφορά της Λαυρεωτικής στον σημερινό κόσμο και στις επερχόμενες γενιές.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

– Bloom Β, Krathwohl D., Masia B. (1964): “Affective Domain” στο “Taxonomy of Educational Objectives: Book 2”, Longman, London, σ. 176-185

– Gardner H., (1983): Frames of mind, the theory of multiple intelligences, Basic Books, New York

– Hein G.E, (1998): Learning in the museum, Routledge, London

– Moussouri T. (1997): Family agendas and family learning in hands-on museums, Doctoral thesis, University of Leicester, Leicester

– Γκότσης Σ. (2002): «Αντικείμενο και ερμηνεία: από τις θεωρητικές αναζητήσεις στη μουσειακή και εκπαιδευτική πράξη», στο Μουσείο Σχολείο, 6ο Περιφερειακό Σεμινάριο, Καβάλα

– Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ΙCOM) Ελληνικό τμήμα (1989): Κώδικας Επαγγελματικής Δεοντολογίας, Αθήνα

– Ιατρίδη Μ. (1993): “Ένα μοντέλο για ολοκληρωμένη μάθηση και ανάπτυξη”, Περιοδικό Ανοιχτό Σχολείο, τεύχος 45, Αθήνα

– Καλεσοπούλου Δ., Μουρατιάν Ζ. (2011): Παιδί και εκπαίδευση στο μουσείο: θεωρητικές αφετηρίες, παιδαγωγικές πρακτικές, Αθήνα

– Κουλουμπαρίτση Α. (1997): Γραφικές αναπαραστάσεις – Εννοιολογικός χάρτης: Όταν οι γνώσεις γίνονται ευέλικτα νοητικά σχήματα, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 95, σ. 68-74.

– Μαρίνος  Γ.,  Π.,  Petrascheck W., E. (1956): Λαύριο. Γεωλογικαί και Γεωφυσικαί Μελέται, Τόμος IV, Νο. 1. Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, Αθήνα, 247 σελ.

– Μούλιου Μ. (2005) : “Μουσεία: Παιδεία για την κατανόηση του κόσμου”, Τετράδια Μουσειολογίας, τεύχος 2, Αθήνα

– Μουρατιάν Ζ (2008): Μουσειολογική Μελέτη: Το Βιοτεχνικό Βιομηχανικό Εκπαιδευτικό Μουσείο στο Κτίριο της Απαργύρωσης του Τεχνολογικού Πολιτιστικού Πάρκου Λαυρίου – Διπλωματική εργασία, Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Μουσειακές Σπουδές», Eθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

– Μπαράτση Α. (2006): Αξιοποίηση μουσειακών εκθεμάτων στη διδασκαλία της Χημείας: Πρόταση εφαρμογής στο Βιοτεχνικό Βιομηχανικό Εκπαιδευτικό Μουσείο Λαυρίου – Ερευνητική Εργασία Διπλώματος Ειδίκευσης , Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σχολή Θετικών Επιστημών, Τμήμα Χημείας

– Νάκου Ε. (2001): Μουσεία ΄ Εμείς , τα πράγματα και ο πολιτισμός>>, Τετράδια 9, Νήσος

– Οικονόμου Μ. (2003): «Μουσείο: Αποθήκη ή ζωντανός οργανισμός;» στο Μουσειολογικοί προβληματισμοί και ζητήματα, Εκδόσεις Κριτική

– Ρωκ-Μελά Σ., Μουρατιάν Ζ. (2008): Σχεδιασμός εκπαιδευτικών προγραμμάτων – Οδηγός για τον εκπαιδευτικό, Βιοτεχνικό Βιομηχανικό Εκπαιδευτικό Μουσείο, Λαύριο

 
 

Lavrion and its mining heritage through a human-centered educational approach

Sophia Roque-Melas

Pedagogical expert in Museum Education
and in Natural Sciences Teaching

Director of Industrial Educational Museum

As it is only natural, the educational and cultural work of the Industrial Educational Museum is focused on the globally unique heritage of the region, a heritage profoundly marked by the ages-long mining activity in this corner of Attica called Lavreotiki. The key components of this focused approach are, in our view, of particular interest.

According to the International Council of Museums (ICOM), a museum is “a non-profit, permanent institution in the service of society and its development, open to the public, which acquires, conserves, researches, communicates and exhibits the tangible heritage of humanity and its environment for the purposes of education, study and enjoyment”. ICOM considers that this definition covers, among others, monuments and natural landscapes, as well as archaeological and historical sites offering “museum” functions and activities, such as protecting and promoting cultural heritage items, educational activities and communication. The above definition is currently under review in order to explicitly include the notion of intangible cultural heritage.

In the course of the last 40 years there has been a shift in the focus of museums from collections and objects to people and the way they experience their visit. The museum has, thus, evolved, from a fixed space hosting object collections to a vibrant space providing education and recreation services to the public. This cutting-edge perception of museums resulted in the emergence of the so-called participatory museums in America and Europe in during the 1970s. The terms “participatory” and “interactive” are used to describe aspects of the visitors’ experience with the exhibits and the museum environment. Through the new types of museums developed as a result of this approach (mostly “children’s museums” and “science museums or centres”), the notion of cultural heritage has gradually expanded to comprise the whole range of human activity. Today, the definition of a museum comprises every space which covers thematically aspects of the past and current cultural and technological heritage of a place, including the built and the natural environments.

Placing its educational role and the active participation of visitors at the heart of its activity, a modern museum must use the available material, authentic or purpose-built, in order to create a “learning lab”. The museum collections, exhibits and activities create an environment to be used by the public based on their needs and expectations. The goal is for every visitor to be able to forge a fruitful interaction with known and unknown themes and objects, as well as with the very process of learning. In this way, through informal and continuous learning, museums, among other things, help their visitors develop essential skills that are necessary to an active citizen in the 21st century.

In this context, there is a well-deserved place both for the Lavreotiki area perceived in its entirety as a “museum space” and, more specifically, for the Industrial Educational Museum, an organization which, since its founding in 2003 with the support of the Lavrion Municipality and the Lavrion Technological Cultural Park and the start of its educational cooperation with the East Attica Ephorate of Antiquities, develops and continuously updates new learning environments and activities with multiple connections to the metallurgical heritage of the Lavrion region.

 

Towards an active and human-centric learning experience

From the beginning, the driving force behind this important work was an array of educational programmes designed by the Industrial Museum in application of modern pedagogical theories. These programmes adopt an experiential-interactive and interdisciplinary approach and are adapted to the targeted age group; furthermore, they are conducted in the very locations to which they are linked: the historic buildings of the French Mining Company of Lavrion (Industrial Museum premises), the Archaeological Museum of Lavrion, the Archaeological Site of Sounion (Temple of Poseidon), the Passenger Terminal at Lavrion Port.

The majority of the programmes offer a unique perspective on various aspects of the mining heritage of Lavreotiki, giving participants the opportunity to take action and play a central role. During the programme titled “The importance of Cape Sounion” (Fig.1), the participants get to collect evidence on the strategic importance of this special place as a stronghold of mining activity, and create a visiting guide for anyone interested. Participants in the programme “How ancients produced silver and lead” study and reconstruct, through relevant findings and suitable educational material, the method of production of these metals in the ancient Lavrion workshops, and then go on to discover their uses in creating objects such as coins, loom-weights, building joints for architectural elements, etc.

As for the modern mining Lavrion, during the programme “Tools and machines” (Fig.2) participants, through exploration of the history of the French Mining Company and its machining centre, get to know the work of skilled workers and its importance in supporting production. They not only become familiar with their workplace and some of the tools they used, but also become themselves craftsmen working as a group in a line of work to produce something of their own. As for the programme “Studying minerals in the lab” (Fig.3), participants become scientists and examine mineral and ore specimens from the Industrial Museum educational collections. Through observation and experiment, they study their physical and chemical properties, while getting to know the importance of mineral raw materials in producing many of the different products we use in our everyday lives.

It is evident that, in this type of programmes, participants are not treated as mere spectators. Instead, through stimuli and opportunities to explore and interact with the surroundings, they organically assume an active role and live a multi-faceted learning experience becoming explorers, archaeologists, craftsmen or scientists. An educational experience putting the learner at the centre.

But how is this achieved, beyond the basic “scenario” of each programme? Which are the methods and techniques that promote active and integrated learning, especially when it comes to children? The maieutic exploratory method is used with the very purpose of creating favorable conditions for learning. The interpreter conducting the programme becomes more of a “coordinator” and uses the technique of question-asking, since the target here is not to merely transmit information but to encourage the free expression of interest as well as the search and discovery of evidence and information by the children themselves.

There are four types of questions, as follows:

– closed questions, e.g. “What is the colour of the galena mineral?”

– rhetoric questions, e.g. “Isn’t the Temple of Poseidon beautiful?”

– procedural questions, e.g. “Could you wear the helmet?”

–  open questions, e.g. “What do you know about ore mines?”

All the above types of questions are helpful when used at the right time, but open questions are known to be the most useful for educational purposes, because they seem to be more effective in helping children evolve and internalize knowledge. However, they are the most difficult, and require more reflection and time to answer. A learning process based on open questions is more demanding in terms of time and flexibility in order to be on target, but it is more effective in terms of participation.

Let us see, using some more examples from the programme “Studying minerals in the lab”, how questions can positively impact, in a targeted way, the development of specific abilities in children:

Observation: “Can you see here something made of minerals which you have in your house?”

Concept evolution: “How do you think minerals are extracted?”

Comparison and discernment: “What differences do you see between these two minerals?”

Prediction: “If there were no minerals, what would this mean for our lives?”

Discovering emotions: “How do you think it would feel if you worked in the galleries?”

Creativity: “How would you name this mineral?”

Assessment – Analysis: “What problems could be caused by the exploitation of mineral resources? How can we deal with them?”

The starting point is always something concrete, something that children already “know”. Beyond the concepts of “right” or “wrong”, what is important is recording ideas, thoughts, insights coming from children. Building on these, we proceed with dialogue and exploration. A useful tool for this recording is the conceptual graph, or spider diagram, as we often call it. This is a visual representation of concepts and their interconnections, offering a snapshot of the childrens’ grasp on a subject. Such snapshot can show us not only the degree of their understanding at the beginning of the discovery process, so that it can be used as a starting point, but also how much it has evolved after completion of the activity, which makes it an exceptional evaluation tool after the visit.

Finally, speaking of concepts, questions, search and discovery, techniques and tools, we should not forget that the most natural way for children to learn is through play. We know that play constitutes a learning experience. When learning also becomes playful, children feel at home and learning becomes a positive experience. Particularly for younger children, it is imperative that an educational programme be based on play. A good example here is the programme “Once upon a time there was a worker” (Fig.4), which, through story-telling and with the help of an old photo album, reconstructs, in front of the children’s eyes, the life of a former French Mining Company employee. Then, children wear a helmet and protective gear, take their tools and “get to work”, breathing new life to the mines and the factory!

Bringing the real protagonists to the forefront

Even before its operation, the Industrial Museum had approached people in the local community, particularly former employees of the French Mining Company (Fig.5), with the intention of tapping into their knowledge and experience in order to preserve and highlight the heritage of the Lavreotiki area. Many former employees responded to our call, coming back, with great emotion, to the place where they had worked for so many years, this time as witnesses of History. This forged a special relation and cooperation that enriched the Museum’s work at all levels and is still going strong.

This systematic recording of testimonies could not be achieved without the crucial contribution of the late Louizos Paraskevaidis, a NTUA mining engineer, an executive at TITAN Cement Company S.A. and a consultant of the Industrial Museum. Under his guidance were conducted 70 interviews, which provided the material for the 2014 Industrial Museum publication titled: “Memory Recall, What I remember from the French Mining Company of Lavrion”.

The Museum continued to record testimonies in various circumstances within the context of its activities; more recently, in 2018, a new round of interviews was conducted, with the collaboration of the Panteion Panepistimion Postgraduate Studies Programme “Cultural Management”, resulting in the creation of a relevant documentary (Fig.6). That same year, material from all testimonies was used in the exhibition of “Stories from Stone and Metal” organized by the Museum, which included a “narration” of the history of the French Company and the industrial Lavrion through the lived experience of its protagonists.

It becomes clear that, thanks to the testimony recording programme, there exists today a valuable archive, which constitutes a useful source for everyone interested, whether a specialist or not, and the raw material for “producing” the historic narrative either through publications and films or through the every-day diffusion, exhibition and educational activities of the Industrial Museum.

In parallel, the active involvement of former employees in several of the Museum’s educational programmes makes the experience of each participant really unique. More particularly, in the programme titled “Memories from the historic French Mining Company of Lavrion”, the oral testimony of the employee becomes a living source in application of the so-called “method of the historian”. Here, participants themselves use the “tool” of question-asking in order to find solutions-answers to what interests them. In the wider context of the methodology regarding exploration of sources and the collection of evidence, it is really special for them to have the opportunity to get acquainted with these “everyday heroes” and learn firsthand about their life and work “in the old days”.

It is worth mentioning that this strong relationship between the Industrial Museum and the former employees has kept alive the important Lavrion mining heritage also by reviving its presence in social life, through events of a special symbolism. The revival, in particular, in the last twenty years of the old custom of celebrating the feast day of Aghia Varvara [Saint Barbara] (Fig.7), an initiative of the Industrial Museum, has become an annual gathering for older and younger “participants” of the local mining history. During the prayer and offering of treats, the atmosphere is full of emotion and memories from times past, when all French Company employees together with the local community celebrated the Patron Saint of Miners.

In all these fields of activity of the Industrial Museum, the common denominator is the narration of History through the spontaneous speech of its protagonists, a narration that brings to the fore the human face of our common heritage and builds bridges across different generations connecting contemporary questions with past experience.

Towards a creative dialogue

The Industrial Museum is a “workshop” helping the young and older discover the unique mining heritage of the Lavreotiki area, from antiquity and up to the present. Through its programmes, which constitute a real journey back in time, thousands of visitors understood the major importance of the mineral wealth of Lavreotiki for ancient Athens, followed the renaissance and evolution of the mining and metallurgical activity in modern times through the more-than-century-old history of the French Mining Company, and understood the deep influence of this activity on the lives of people in Lavrion and the mark it has left on Greek history.

This exciting journey taps into the wider cultural and environmental capital of the Lavreotiki area, thanks to the collaborative projects of the Industrial Museum with the Municipality and other local players. There are many people, in Lavrion and elsewhere, who have put their souls in this effort to protect this singular heritage. Their individual and collective effort breathes today a new meaning and a new life to the so impactful labor of the industrial workers of Lavrion. The Industrial Educational Museum, through its multi-faceted activity, focuses on this “human factor”. It has established an experiential dialogue between today’s man and the man of the past.

As the Lavreotiki area is evolving and transforming, the Museum, always inclusive and applying modern pedagogical theories, will continue to bring the dialogue to the forefront, creating a point of reference and inspiration, for both the local community and visitors to the area. And so it will go on helping shape a dynamic legacy of culture and life, the contribution of the Lavreotiki area to the world of today and to the next generations.

Σχετικά Άρθρα