ΑΡΘΡΑΑΡΧΑΙΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ & ΤΕΧΝΗ/ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣΓΕΩΛΟΓΙΑ/ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΡΜΑΡΟΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ & ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ

Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος-ομιλία του κ. Β. Μέλφου

Βασίλης Μέλφος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Γεωλογίας Α.Π.Θ.

Σύμφωνα με τον Προκόπιο, τον επίσημο χρονικογράφο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας του 6ου αι. μ.Χ., κατά την περίοδο της βασιλείας του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού, παρατηρήθηκε μία αξιοσημείωτη αύξηση στην κατασκευή δημόσιων κτηρίων. Αυτό καταγράφεται χαρακτηριστικά στο βιβλίο του «Περί Κτισμάτων», όπου ο Προκόπιος εκφράζει το θαυμασμό του: «Και τώρα θα πρέπει να αναφερθώ στα κτίσματα του βασιλιά Ιουστινιανού, ώστε επειδή είναι τόσα πολλά και τόσο μεγάλα, να μην αμφιβάλλει κανείς ότι έγιναν επί της βασιλείας του».

Ο Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος στα Ανάκτορα Σενμπρούν, Βιέννη

Οι αρχιτέκτονες του Βυζαντίου χρησιμοποίησαν και αυτοί σκληρούς και ανθεκτικούς λίθους για την κατασκευή και διακόσμηση μεγαλοπρεπών και σημαντικών κτηρίων. Η επιρροή τους από την αρχαία Ελλάδα αποτυπώνεται στη χρήση των λευκών μαρμάρων που προέρχονταν κυρίως από τα λατομεία της Προκοννήσου στο Βόσπορο, των Στύρων Ευβοίας, και των νησιών του Αιγαίου, όπως η Θάσος και η Πάρος. Η εμπορία και η διακίνηση των λευκών μαρμάρων σε όλη την αυτοκρατορία φαίνεται από την εκτεταμένη χρήση τους ιδιαίτερα σε παλαιοχριστιανικούς και βυζαντινούς ναούς.

Παλαιοχριστιανικοί Φίλιπποι, Καβάλα

Ακολουθώντας επίσης τη ρωμαϊκή παράδοση χρησιμοποίησαν σε μεγάλο βαθμό και ποικιλόχρωμα πετρώματα. Ένα τέτοιο σκληρό και ανθεκτικό υλικό ήταν και ο πράσινος Θεσσαλικός λίθος, ιδιαίτερα κατάλληλος για τις απαιτήσεις πολυτελών διακοσμήσεων και κατασκευών.

Τζαμί Φιρούζ Αγά, Κωνσταντινούπολη

Τα λατομεία της προέλευσης του λίθου αυτού, τα οποία είχαν ήδη αρχίσει να λειτουργούν από τους ρωμαϊκούς χρόνους εντοπίζονται στο ύψωμα της Χασάμπαλης, ένα τοπωνύμιο που δόθηκε για χάρη ενός επιστάτη εργατών (δηλαδή bali) ο οποίος ονομαζόταν Χασάν, προφανώς κατά τα Οθωμανικά χρόνια. Πρόκειται για ένα ύψωμα ανάμεσα στο Καλοχώρι και στο Ομορφοχώρι Λάρισας, 12 km βορειοανατολικά της πόλης της Λάρισας, κοντά στον Πηνειό ποταμό, και βρίσκεται κοντά στο δρόμο που οδηγεί στο Συκούριο. Επάνω στο λόφο υπάρχει το εξωκλήσι της Αναλήψεως.

Τα λατομεία της προέλευσης του λίθου αυτού, εντοπίζονται στο ύψωμα της Χασάμπαλης, ένα τοπωνύμιο που δόθηκε για χάρη ενός επιστάτη εργατών (δηλαδή bali) ο οποίος ονομαζόταν Χασάν, προφανώς κατά τα Οθωμανικά χρόνια. Πρόκειται για ένα ύψωμα ανάμεσα στο Καλοχώρι και στο Ομορφοχώρι Λάρισας, 12 km βορειοανατολικά της πόλης της Λάρισας.

Η περιοχή αυτή ανήκει γεωτεκτονικά στην Πελαγονική ζώνη και αποτελείται κυρίως από μεταμορφωμένα και οφιολιθικά πετρώματα. Πιο συγκεκριμένα, οι πετρογραφικοί τύποι που παρατηρούνται στην περιοχή είναι σχιστόλιθοι, αμφιβολίτες, πρασινίτες, σερπεντινίτες, ο πράσινος οφιτοασβεστίτης της Χασάμπαλης, καθώς και εκτενείς εμφανίσεις κρυσταλλικού ασβεστόλιθου, γνωστού ως μάρμαρο της Αγιάς.

Ο Θεσσαλικός οφιτοασβεστίτης είναι λατυποπαγής και αποτελείται από λατύπες σερπεντινίτη διαφόρων διαστάσεων σε πρασινόμαυρο χρώμα, με πλήθος εγκλεισμάτων από λευκό ασβεστίτη. Η ενδιάμεση μάζα, η οποία είναι λευκοπράσινη ως πρασινωπή, αποτελείται κυρίως από λεπτόκοκκο ασβεστίτη και σερπεντίνη και συγκολλά τις λατύπες, καθιστώντας το πέτρωμα πολύ συμπαγές. Το πέτρωμα αυτό σχηματίστηκε κατά το Κρητιδικό στο βυθό ενός ωκεανού, τμήμα της θάλασσας της Τηθύος, κάτω από σύνθετες τεκτονικές, ιζηματογενείς και υδροθερμικές διεργασίες. Με το κλείσιμο του ωκεανού κατά το Τριτογενές, δηλαδή πριν από 25-70 εκατομμύρια χρόνια, τμήματά του, μαζί και ο οφιτοασβεστίτης, επωθήθηκαν επάνω στην Πελαγονική ζώνη, όπου και εντοπίζονται σήμερα. Παρόμοιες συνθήκες επικρατούν σήμερα στο Lost City στη μεσοωκεάνια ράχη του Ατλαντικού ωκεανού, σε βάθος 4.000 m.

Βασιλική του Αγίου Πέτρου, Βατικανό

Τα αρχαία λατομεία είναι διάσπαρτα στη νοτιοδυτική πλευρά του υψώματος. Κατακόρυφα μέτωπα εξόρυξης, πολλαπλές αναβαθμίδες σε ορθογώνιο σχήμα, κυκλικές κοιλότητες και ημικυκλικές εσοχές διατηρούνται μέχρι σήμερα στις πλαγιές της Χασάμπαλης, αποδεικνύοντας την εντατική εξόρυξη που έλαβε χώρα κατά την ύστερη αρχαιότητα και μέχρι τις μέρες μας.

Οι φυσικο-μηχανικές ιδιότητες του οφιτοασβεστίτη της Χασάμπαλης είναι εξαιρετικές και για το λόγο αυτό προτιμήθηκε ως δομικός λίθος για περίπου 2.000 χρόνια. Ο Θεσσαλικός λίθος αναφέρεται ευρέως στη Λατινική και Ελληνική Βυζαντινή γραμματεία. Μία ανακριβή αναφορά έχουμε από τον Παύλο Σιλεντιάριο ο οποίος ονομάζει το πέτρωμα αυτό και «Αττράκιο λίθο». Φαίνεται ότι ο βυζαντινός συγγραφέας συνέδεσε αυτό το πέτρωμα με τα αρχαία λατομεία της πόλης Άτραξ, που βρίσκονται στους πρόποδες του όρους Τίτανος, κοντά στο χωριό Πηνειάδα, σε απόσταση 35 km από την Χασάμπαλη. Οι περιηγητές του 19ου και των αρχών του 20ου αι. οι οποίοι επισκέφθηκαν τη Θεσσαλία έκαναν επίσης σημαντικές αναφορές για τα λατομεία αυτά.

Αγία Σοφία, Κωνσταντινούπολη

Ο οφιτασβεστίτης της Χασάμπαλης ήταν ένα υλικό που προτιμήθηκε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, αλλά έγινε περιζήτητο στα Βυζαντινά χρόνια, για την κατασκευή και διακόσμηση αυτοκρατορικών, εκκλησιαστικών και πολυτελών κτηρίων, όπως ανάκτορα, λουτρά και αυτοκρατορικές κατοικίες. Για πρώτη φορά είχε χρησιμοποιηθεί τον 1ο αι. π.Χ. στην περιοχή της Θεσσαλίας σε επιτύμβιες στήλες και αγαλματίδια (Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας) και στην ανακατασκευή του αρχαίου θεάτρου της Λάρισας τον 1ο αι. μ.Χ. Η αναγνώριση και η ευρεία χρήση του πετρώματος αυτού άρχισε τον 2ο αι. μ.Χ. όπως φαίνεται από το μεγάλο αριθμό αρχαιολογικών ευρημάτων της εποχής εκείνης σε όλη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

Αγία Σοφία, Κωνσταντινούπολη

Κατά τον 2ο αι. μ.Χ. ο πράσινος αυτός λίθος εντοπίζεται στο επιβλητικό παλάτι του Αδριανού στο Τίβολι της Ρώμης και στους πράσινους κίονες των ρωμαϊκών λουτρών στη Σαγαλασσό της Μ. Ασίας. Εντοπίζεται επίσης σε ρωμαϊκά κτίσματα στην Κρήτη, στη Μ. Βρετανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία, στο Μαρόκο και στην Ισπανία. Στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. η ζήτηση του Θεσσαλικού λίθου αυξήθηκε και η χρήση του αποτελούσε ένδειξη πλούτου, ισχύος και ταξικής ανωτερότητας. Τον εντοπίζουμε στο Ανάκτορο του Γαλέριου στη Θεσσαλονίκη, καθώς και στην Ρώμη.

Κατά τα Βυζαντινά χρόνια (5ος έως 10ος αι μ.Χ.) ο Θεσσαλικός λίθος γνώρισε την αποθέωση με τις σημαντικότερες και εντυπωσιακότερες εφαρμογές του να τις βρίσκουμε στο πιο μεγαλειώδες μνημείο της Ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, στο μεγαλοπρεπή Ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό από όλα είναι οι πράσινοι κίονες, με ύψος που φθάνει έως 8,75 m, που κοσμούν αλλά και στηρίζουν αυτό το αρχιτεκτονικό θαύμα. Άλλα μνημεία του 5ου και 6ου αι. μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη όπου εντοπίζεται ο οφιτασβεστίτης από τη Χασάμπαλη είναι οι Ναοί των Αγίων Σέργιου και Βάκχου και του Αγίου Πολύευκτου, καθώς και οι Μονές του Αγίου Ιωάννη του Στουδίου και της Χώρας. Επίσης τον λίθο αυτό τον βρίσκουμε σε παλαιοχριστιανικούς ναούς και Βασιλικές του 5ου και 6ου αι. μ.Χ. στην Θεσσαλονίκη, στους αρχαίους Φιλίππους, στην Αμφίπολη, στην Θάσο, στο Δίο, στην Πιερία, στους Σταγούς (σύγχρονη Καλαμπάκα) και αλλού. Τα λατομεία της Χασάμπαλης ήταν σε λειτουργία μέχρι τον 10ο αι. μ.Χ. γιατί σημαντικά κτίσματα από όλον τον κόσμο προμηθεύτηκαν κατά καιρούς κίονες και άλλα δομικά υλικά από τα λατομεία αυτά, από την Μικρά Ασία και την Ιερουσαλήμ, έως την Ισπανία και την Γερμανία.

Αγία Σοφία, Κωνσταντινούπολη

Μεταξύ του 10ου και 16ου αι. μ.Χ. το μεγαλοπρεπές αυτό δομικό υλικό χρησιμοποιήθηκε λιγοστά και γνώρισε την παρακμή και πιθανώς τα λατομεία στην Χασάμπαλη να μην λειτουργούσαν ή να λειτούργησαν πολύ περιορισμένα. Ο Θεσσαλικός λίθος χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως spolia, δηλαδή ως υλικό σε δεύτερη χρήση από παλαιότερα κτίσματα, σε πολλά μνημεία της Θεσσαλονίκης, στην Λάρισα, στα Τρίκαλα, στο Άγιο Όρος, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιταλία, στην Αίγυπτο, στην Τυνησία και στην Ισπανία.

Αγία Σοφία, Θεσσαλονίκη

Μία απότομη αύξηση της χρήσης του Πράσινου Θεσσαλικού Λίθου παρατηρείται κατά την Αναγέννηση. Νέα εντυπωσιακά ευρήματα του 17ου και 18ου αι. μ.Χ. εντοπίζονται στη Ρώμη, στην Ραβέννα, στην Βενετία της Ιταλίας, στην Ρωσία. Την ίδια περίοδο χρησιμοποιείται στην κατασκευή μεγάλων αυτοκρατορικών τραπεζιών, με μονολιθικές πλάκες και βάσεις, όπως αυτά που βρίσκονται στα Μουσεία του Metropolitan στη Νέα Υόρκη, του Βατικανού στη Ρώμη, του Λούβρου στο Παρίσι, του Πούσκιν στη Μόσχα, του Μπρίστολ στη Μ. Βρετανία και του Trinidad στην Κούβα όπου μεταφέρθηκε από τους Ισπανούς.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στην παγκόσμια βιβλιογραφία αλλά και στην εμπορική ορολογία το πράσινο πέτρωμα της Χασάμπαλης είναι γνωστό και ως «Verde Antico» μία ονομασία που πιθανώς δόθηκε κατά την Αναγέννηση, αφού τότε χρησιμοποιήθηκε ευρέως από Ιταλούς αρχιτέκτονες σε πολλά μνημεία.

Άγιος Δημήτριος, Θεσσαλονίκη

Η τοποθεσία Χασάμπαλη του Νομού Λάρισας, συνδέεται με μία από τις σημαντικότερες πτυχές της ιστορίας της Θεσσαλίας, αφού για περίπου δύο χιλιάδες χρόνια προμήθευε με τα σπάνια και πολύτιμα πετρώματά της σχεδόν όλο τον κόσμο. Αυτός ο ασύγκριτος και μεγαλοπρεπής «πράσινος Θεσσαλικός λίθος» χρησιμοποιήθηκε στην αρχιτεκτονική δίνοντας ιδιαίτερο κάλλος σε μνημεία, ανάκτορα και παλάτια, δημόσια λουτρά, πολυτελείς κατοικίες, ναούς και τεμένη. Από τη Ρωμαϊκή εποχή και ιδιαίτερα κατά τη Βυζαντινή περίοδο, αλλά και στην Αναγέννηση και στα Οθωμανικά χρόνια, το πέτρωμα αυτό ήταν περιζήτητο για την ποιότητα και την μοναδικότητά του, χαρακτηριστικά που το έκαναν πανάκριβο.

 

Σχετικά Άρθρα