ΓΕΩΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ/ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΟ ΛΑΥΡΙΟ

Οι τρεις ζωές της Λαυρεωτικής: Από τα ορυκτά και τη μεταλλουργία στην UNESCO

Επισκεφθήκαμε τη Λαυρεωτική, που ανήκει πλέον στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO, για να κάνουμε ένα ταξίδι από το χθες στο σήμερα, μέσα από τη γεωλογική κληρονομιά, τη μεταλλευτική ιστορία αλλά και τις πολιτιστικές διαστάσεις της περιοχής. Το Γεωπάρκο Λαυρεωτικής, μετά από μια προσπάθεια χρόνων, ανήκει πλέον στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO και γίνεται έτσι, το έκτο ελληνικό γεωπάρκο που πετυχαίνει αυτή τη διάκριση (μετά το Απολιθωμένο Δάσος Λέσβου, το Φυσικό Πάρκο Ψηλορείτη, το Εθνικό Πάρκο Χελμού Βουραϊκού, τον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου και το Γεωπάρκο Σητείας). 

Πηγή: https://www.kathimerini.gr/
Μπήκαμε στο υπό κατασκευή ακόμα Μουσείο Μεταλλείας-Μεταλλουργίας Λαυρίου, που θα στεγάζεται στις εγκαταστάσεις του Τεχνολογικού Πολιτιστικού Πάρκου Λαυρίου. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Όλα μοιάζουν να κυλούν κανονικά στο Λαύριο. Ο ήλιος και ο αέρας είναι αμφότεροι δυνατοί στο λιμάνι, που κατά τ’ άλλα, δεν έχει πολλή κίνηση. Κι όμως, κάτι πολύ ξεχωριστό συμβαίνει εδώ και κάποιες μέρες στην περιοχή.

Το Γεωπάρκο Λαυρεωτικής, μετά από μια προσπάθεια χρόνων, ανήκει πλέον στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων της UNESCO και γίνεται έτσι, το έκτο ελληνικό γεωπάρκο που πετυχαίνει αυτή τη διάκριση (μετά το Απολιθωμένο Δάσος Λέσβου, το Φυσικό Πάρκο Ψηλορείτη, το Εθνικό Πάρκο Χελμού Βουραϊκού, τον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου και το Γεωπάρκο Σητείας). 

Ως Γεωπάρκο Λαυρεωτικής ορίζεται ολόκληρος ο ομώνυμος δήμος, έκτασης 176 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Μέσα σε αυτή την έκταση, υπάρχει ένας σπάνιος πλούτος γεωλογικής, ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας, που άλλωστε υπήρξε και ο λόγος που η παγκόσμια οργάνωση ενέταξε το γεωπάρκο στο δίκτυό της. 

Αν κάτι, βέβαια, χαρακτηρίζει αλλά και έχει ορίσει την περιοχή στο βάθος των αιώνων, αυτό είναι ο ορυκτός της πλούτος και η μεταλλευτική δραστηριότητα που στο παρελθόν υπήρξε βασικός πυλώνας της οικονομίας της. 

Tα αρχαία ορυκτά και το σφυράκι που σήμανε τη Βιομηχανική Επανάσταση στην Ελλάδα

Για να αφηγηθούμε την ορυκτή ιστορία της λαυρεωτικής γης, θα πρέπει να πάμε δέκα εκατομμύρια χρόνια πίσω, οπότε και καταγράφηκαν τα πρώτα φαινόμενα δημιουργίας ορυκτών. Φωτ.: Γιώργος Καφαντάρης

Έτσι, για να γνωρίσουμε καλύτερα το Γεωπάρκο Λαυρεωτικής, ξεκινήσαμε την περιήγησή μας από το Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα μικρό βιομηχανικό κτίριο, ό,τι έχει απομείνει από το κάποτε μεγάλο Μεταλλοπλύσιο της Ελληνικής Εταιρείας που λειτουργούσε εκεί τον 19ο αιώνα και που στο μεγαλύτερο μέρος του καταστράφηκε από τη Χούντα.

Ο γεωλόγος Μιχάλης Φίτρος, μέλος της αρμόδιας επιτροπής που συνέταξε τον φάκελο για το Γεωπάρκο, αναλαμβάνει να κάνει την απαραίτητη ιστορική αναδρομή. Το νήμα της ιστορίας φτάνει δέκα εκατομμύρια χρόνια πίσω, σε ένα χωριό λίγο έξω από τη Λαυρεωτική, την Πλάκα. Τότε καταγράφηκε ένα πολύ σημαντικό φαινόμενο: ένας γρανίτης από πολύ μεγάλο βάθος άρχισε να αναβλύζει μέσα στα πετρώματα της περιοχής. Όταν αυτό το μάγμα κρυστάλωσε, έβγαλε νερό. Το καυτό ρευστό που έφερε μέταλλα, διέλυσε έτσι τα πετρώματα της περιοχής. Ερχόμενο σε επαφή με τα μάρμαρα, απέθεσε έναν τεράστιο πλούτο μεταλλικών ορυκτών. 

Η λέξη πλούτος δεν είναι υπερβολή: στα εν λόγω ορυκτά απαντώνται 48 χημικά στοιχεία, δηλαδή, τα 2/3 των στοιχείων του περιοδικού πίνακα. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά με τον καιρό αυτά τα ορυκτά άρχισαν να οξειδώνονται και με τη σειρά τους, τα 48 αυτά στοιχεία να προχωρούν σε νέες ενώσεις.

Σήμερα, στην περιοχή υπάρχουν περισσότερα από 750 διαφορετικά ορυκτά -που δεν σταματούν να μετουσιώνονται σε νέα. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 12% των παγκόσμιων ορυκτών. Δεν κάνει, λοιπόν, εντύπωση που τα ορυκτά του Λαυρίου θα τα βρει κανείς σε οποιοδήποτε ορυκτολογικό μουσείο παγκοσμίως. Άλλωστε, με ιστορία που σκάβει τόσο βαθιά στον χρόνο, έχουν ουσιαστικά την ίδια αξία με το να βλέπει κανείς ένα αρχαίο άγαλμα. 

Στο μικρό αλλά πλούσιο σε εκθέματα Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου καταφθάνουν επισκέπτες από όλο τον κόσμο -όπως αυτό το ζευγάρι που ήρθε από το εξωτερικό. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Ένα από τα παλαιότερα μεταλλικά ορυκτά που έχουν βρεθεί στην περιοχή, όπως εκτίθεται στο μουσείο. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Πάντως, η ορυκτολογική ιστορία της περιοχής, χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο περιόδους: στην αρχαία, με τα πρώτα δείγματα δραστηριότητας να καταγράφονται ήδη από το 3.200 π.Χ. και τα τελευταία να φτάνουν στην κατασκευή της Αγιάς Σοφιάς, για τη δημιουργία της οποίας χρησιμοποιήθηκε μέταλλα προερχόμενο από τη Λαυρεωτική και τη νεότερη, που ξεκινά από το 1860 και φτάνει μέχρι το 1977 που τελείωσαν οι στοές να λειτουργούν γιατί δεν συνέφερε πια το μετάλλευμα.

Το 1860, λοιπόν, ο Ευστάθιος Σίμος από το υπουργείο οικονομικών έστειλε στο Λαύριο έναν νεαρό δόκιμο ορυκτολόγο, για να διερευνήσει αν υπάρχει πλούτος στο έδαφος της περιοχής (κάτι που συζητούνταν ήδη από την κυβέρνηση Καποδίστρια). Χρειάστηκε τρεις μέρες για να φτάσει εκεί από την Αθήνα, με το γαϊδουράκι του κι ένα σφυράκι.

Το όνομά του ήταν Ανδρέας Κορδέλλας και καθόλου τυχαία, το ορυκτολογικό μουσείο είναι αφιερωμένο σε αυτόν. Ο νεαρός ορυκτολόγος ψάχνοντας στην περιοχή, βρήκε μεγάλες σκωρίες, δηλαδή, τα προϊόντα της καμίνευσης από τα υπολείμματα των ορυκτών.

Το σφυράκι του Ανδρέα Κορδέλλα, αυτό από το οποίο ξεκίνησαν όλα. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Εκείνη τη στιγμή, όχι μόνο ξεκίνησε μια δεύτερη ζωή για τη γη της Λαυρεωτικής, αλλά, το σφυράκι αυτό σήμανε και την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης στην Ελλάδα. Ήδη το 1864 ιδρύεται εκεί η ιταλογαλλική εταιρεία «Hilarion Roux et Cie», για να ακολουθήσουν η «Εταιρεία των Μεταλλουργείων του Λαυρίου» και τα «Μεταλλεία Καμάριζας» το 1874, αλλά και η «Compagnie Francaise des Mines du Laurium» (1876) από τον Σερπιέρι.

Με τη δεκαετία του 1980 ήρθε και το οριστικό κλείσιμο των εταιρειών κι άρχισε και η ανοικοδόμηση της περιοχής που δεν ήταν πλέον μια βιομηχανική πόλη. Το κλείσιμο των εταιρειών συνοδεύτηκε από ανεργία για πολλούς κατοίκους, που είτε στράφηκαν στη ναυτιλία, είτε μετακόμισαν προς άλλες πόλεις. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν κάποιο συγγενή ή γνωστό τους που είχε πεθάνει σε νεαρή ηλικία λόγω του τοξικού κλίματος που είχαν τα μεταλλεία, ξαφνικά οι άνθρωποι του Λαυρίου θέλησαν να διαγράψουν από τη μνήμη τους το παρελθόν τους. 

Πλάκες από τη Γαλλική Εταιρεία. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Κάποιοι από αυτούς, πέταξαν τα σχετικά αντικείμενα που είχαν. Άλλοι, βέβαια, όχι μόνο τα κράτησαν αλλά τα παραχώρησαν στο Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου (που ιδρύθηκε το 1986 από την Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής – ΕΜΕΛ). Το λιλιπούτειο αυτό μουσείο -που ήδη οργανώνεται το μεγάλωμά του στο μέλλον- φιλοξενεί αυτή τη στιγμή γύρω στα 700 εκθέματα, ενώ διαθέτει 3.200 δείγματα στη συλλογή του. Στο χώρο, αναπόφευκτα, καλωσορίζει τον επισκέπτη το σφυράκι από το οποίο ξεκίνησαν όλα.

Όσο για την τρίτη «αναγέννηση» της περιοχής, αυτή αρχίζει να γράφεται τώρα, με την ένταξη του Γεωπάρκου στο δίκτυο της UNESCO, κάτι που σημαίνει μεγαλύτερη οργάνωση αλλά και εξωστρέφεια για την περιοχή. Το όλο εγχείρημα ξεκίνησε ήδη από το 2008 και το τότε Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) και την Ειρήνη Θεοδοσίου, οπότε και έβαλε μπρος ένα πρόγραμμα για να βοηθήσει διάφορα Γεωπάρκα ανά την Ελλάδα. Το 2010 έφτασαν στη Λαυρεωτική οι πρώτοι αξιολογητές, αλλά υπήρξε απόρριψη. Το 2020 συστάθηκε επιστημονική επιτροπή από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ) για να συνεχίσει το σχετικό έργο. Δέκα και πλέον χρόνια μετά, ο στόχος επετεύχθη. 

Το μεγαλύτερο στοίχημα σε όλη αυτή τη διαδικασία, ήταν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να «καθίσουν στο τραπέζι» και να συντονιστούν επιτυχώς για τον κοινό αυτό στόχο, όπως σημειώνει και ο Κ. Λασκαρίδης, μέλος της ΕΑΓΜΕ και διευθυντής της Διεύθυνσης Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής (ΔΟΠΜΕ). Από εδώ και πέρα, εκτός από την αναγνωρισιμότητα και εξωστρέφεια που κέρδισε, το Γεωπάρκο οφείλει να διαφυλάξει τον πλούτο του και να συνεχίζει να πληροί τα στάνταρ που χρειάζονται, να περιφρουρείται και να διαχειρίζεται βιώσιμα, όπως εξηγεί ο κύριος Λασκαρίδης. Πρέπει «να διατηρήσουμε όσα κατορθώσαμε μέχρι σήμερα», καταλήγει.

Σε απόσταση αναπνοής από το «Χάος» 

Η Δολίνη «Χάος» ή αλλιώς… μια τεράστια καρδιά. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός
Ένα από τα περίπου χίλια πηγάδια που υπάρχουν στην περιοχή της Σούριζας. Το συγκεκριμένο έχει βάθος 110 μέτρα. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Συνεχίζοντας το οδοιπορικό μας προς την Καμάριζα και πριν φτάσουμε στις μεταλλευτικές μονάδες της περιοχής, κάνουμε μία στάση σε ένα ξεχωριστό σημείο του Γεωπάρκου, τη Δολίνη «Χάος». Κι όμως, έτσι ονομάζεται αυτή η γεωδομή μεγάλης κλίμακας, που αν κάποιος την δει σαν σε κάτοψη μοιάζει με μια τεράστια καρδιά. Έχει 200 μέτρα διάμετρο και 55 μέτρα βάθος και πριν δύο εκατομμύρια χρόνια ήταν σπήλαιο, έως ότου η οροφή της κατέρρευσε, λόγω ενός υπόγειου ποταμού που περνούσε από εκεί και διάβρωνε το μάρμαρο. Στόχος των ερευνητών είναι κάποια στιγμή να εξετάσουν με γεωτρύπανα αν το κάποτε σπήλαιο ήταν παγίδα για προϊστορικά ζώα. 

Προχωράμε όμως στην Κοιλάδα της Σούριζας, έναν χώρο που έχει όχι μόνο μεταλλευτικό, αλλά και αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Εδώ κάποτε δούλευαν περισσότεροι από είκοσι χιλιάδες δούλοι, γινόταν η εξόρυξη και η επεξεργασία του μεταλλεύματος. Μάλιστα, στη διαδρομή θα βρει κανείς μισογκρεμισμένα σπιτάκια, που λειτουργούσαν ως κατοικίες των εργατών της νεότερης εποχής, προκειμένου να μην διανύουν μεγάλες αποστάσεις. Στην έκταση, που φτάνει μέχρι το Σούνιο, υπάρχουν πάνω από χίλια πηγάδια, με βάθος που ξεπερνούν τα 100 μέτρα -αν πετάξετε μια πέτρα μέσα, θα την ακούσετε να πέφτει για αρκετά δευτερόλεπτα. 

Στη διαδρομή θα βρει κανείς μισογκρεμισμένα σπιτάκια. Εκεί έμεναν οι εργάτες στη νεότερη εποχή. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός
Μπορείτε επίσης να κάνετε πεζοπορία στη διαδρομή που περνά ανάμεσα από δεξαμενές, πηγάδια και φράγματα. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Τα πηγάδια είχαν τριπλή λειτουργία: Πρώτον, ήταν ένα σύστημα εξαερισμού γιατί μετά τα 100 μέτρα βάθος, οι στοές δεν είχαν οξυγόνο. Δεύτερον, έφερναν πολύ εύκολα έξω το εξορυγμένο μετάλλευμα. Και τρίτον, είχαν τη σύγχρονη λειτουργία της γεώτρησης.

Για να λειτουργήσει καλά η μεταλλουργία, χρειάζεται και άφθονο νερό. Και μιλάμε για μία περιοχή άνυδρη, επομένως, έπρεπε ήδη από τα αρχαία χρόνια να βρεθεί μία λύση ώστε να διασφαλιστεί νερό. Οι εργάτες είχαν φτιάξει λοιπόν σε αυτές τις κοιλάδες ένα τεράστιο σύστημα με δεξαμενές, πηγάδια, φράγματα, ώστε να απομονώσουν το βρόχινο νερό ή το νερό που ερχόταν από τις μεταλλευτικές στοές. 

Αν διανύσετε τον περίπατο που έχει δημιουργηθεί στην κοιλάδα -υπάρχει και ειδικά διαμορφωμένη διαδρομή για άτομα με αναπηρία– μπορείτε να παρατηρήσετε και μόνοι σας όλο αυτό το εντυπωσιακό σύστημα, το «αρχαίο εργοστάσιο» της Λαυρεωτικής. 

Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις του παρελθόντος ως κινηματογραφικό πλατό 

Μέρος της πάλαι ποτέ Γαλλικής Εταιρείας που ετοιμάζεται να γίνει το Μουσείο Μεταλλείας-Μεταλλουργίας Λαυρίου. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Για το τέλος της επίσκεψής μας, κρατήσαμε το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου, μια έκταση στην οποία συμπυκνώνεται το παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον του Γεωπάρκου. 

Το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου ήταν αυτό που από το 1992 που ιδρύθηκε, ως ένα έργο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, διέσωσε ουσιαστικά τις εγκαταστάσεις της πρώην Γαλλικής Εταιρείας, με σκοπό τη συνύπαρξη τεχνολογίας και πολιτισμού, όπως εξηγεί ο Ασημάκης Χαδουμέλλης, μηχανολόγος μηχανικός και διευθυντής του ΤΠΠΛ. 

Αυτό ήταν κάποτε το σπίτι του Σερπιέρι αλλά και… το δημαρχείο του Περίανδρου Πώποτα από το τηλεοπτικό «Καφέ της Χαράς». Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Εδώ βρισκόταν η δεύτερη εταιρεία που ίδρυσε ο Σερπιέρι -άλλωστε τα γραφεία του πάρκου στεγάζονται εκεί που κάποτε ήταν το σπίτι του. Η «Compagnie Française des Mines du Laurium», που έβαλε μπρος το 1876, ήταν η μεγαλύτερη ξένη βιομηχανική επένδυση στην Ελλάδα μέχρι και λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή για πάνω από 70 χρόνια.

Από το 1998, οπότε και το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο ξεκίνησε τις δράσεις του, έχει φιλοξενήσει επιχειρήσεις νέας τεχνολογίας, start ups κυρίως από το Πολυτεχνείο αλλά και το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και το Βιομηχανικό Βιοτεχνικό Εκπαιδευτικό Μουσείο, που έχουν αναλάβει δραστηριότητες που αφορούν κυρίως οικογένειες και παιδιά. 

Το πάρκο έχει συνάψει δεσμούς και με πανεπιστήμια του εξωτερικού. Όπως την κινηματογραφική σχολή του Κολλεγίου Ντόντζ, από το Πανεπιστήμιο Τσάπμαν της Καλιφόρνια, που τα τελευταία πέντε χρόνια παίρνει τον δρόμο για Λαύριο ώστε οι φοιτητές του να γυρίσουν εκεί ταινίες μικρού μήκους. 

Δεν είναι στιγμιότυπο από το «Modern Times», αλλά εικόνα μέσα από τον βιομηχανικό χώρο του Τεχνολογικού Πάρκου. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός
Ο Αντώνης Πλυτάς, συντηρητής των εκθεμάτων του επερχόμενου μουσείου, επί τω έργω. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Άλλωστε, το πάρκο έχει μακρά ιστορία με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, μιας και το έχουν επιλέξει για τα γυρίσματά τους πολυάριθμες παραγωγές. Εκεί έχουν σημάνει το cut από τον Θόδωρο Αγγελόπουλο (για τον «Θίασο», τις «Μέρες του ‘36» αλλά και «Το Βλέμμα του Οδυσσέα») μέχρι τον Τάσο Μπουλμέτη με την «Πολίτικη Κουζίνα», αλλά και ξένοι σκηνοθέτες όπως ο Παρκ Τσαν-γουκ για τη μίνι σειρά «Little Drummer Girl». Αν παρατηρήσετε προσεκτικά, θα το δείτε μέχρι και σε γυρίσματα του τηλεοπτικού «Master Chef» αλλά και στο «Καφέ της Χαράς» -το σπίτι του Σερπιέρι ήταν και… το δημαρχείο του Περίανδρου Πώποτα.

Το μουσείο του αύριο

Τα τελευταία δυόμιση χρόνια στους βιομηχανικούς χώρους του πάρκου, με την υποστήριξη του δήμου αλλά και χρηματοδότηση από την περιφέρεια, συντελούνται εργασίες ώστε να φτιαχτεί το Μουσείο Μεταλλείας-Μεταλλουργίας Λαυρίου, που υπολογίζεται να είναι έτοιμο σε περίπου ενάμιση χρόνο από τώρα και θα συμπληρώσει την αφήγηση της μεταλλευτικής και μεταλλουργικής ιστορίας της περιοχής.

Το συγκεκριμένο μηχάνημα κατασκευάστηκε εξ ολοκλήρου εδώ τον προηγούμενο αιώνα. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός
Αυτή είναι μια από τις παλαιότερες γεννήτριες της Siemens που διασώζεται στην Ελλάδα. Κατασκευάστηκε το 1905. Φωτ.: Βαγγέλης Ζαβός

Στον χώρο του μηχανουργείου οι εργάτες βρίσκονται σε εγρήγορση, μιας και τα μηχανήματα περνούν από διαδικασία συντήρησης. Υπεύθυνος του εγχειρήματος και συντηρητής των εκθεμάτων του μουσείου είναι ο Αντώνης Πλυτάς, που μας υποδέχεται. Προχωρά στις απαραίτητες «συστάσεις» με τα ιστορικά μηχανήματα του μονάδας. Πρόκειται για το αρχαιότερο σωζόμενο μηχανουργείο της Ελλάδας, εδώ θα βρει κανείς αξονικό τρυπάνι από το 19ο αιώνα αλλά και μια τις παλαιότερες γεννήτριες της Siemens, κατασκευής 1905, που διασώζεται στη χώρα μας.

Συν τοις άλλοις, εδώ έχει διασωθεί και το μεγαλύτερο βιομηχανικό αρχείο στην Ελλάδα αλλά και αυτό με τη μεγαλύτερη χρονική έκταση, μιας και εκκινεί από το 1860 και φτάνει μέχρι και το 1988, οπότε και έκλεισε η ΕΜΕΛ.

Όσο το επερχόμενο μουσείο βρίσκεται υπό κατασκευή, ο Μιχάλης Φίτρος και ο Ασημάκης Χαδουμέλλης προτρέπουν να ταξιδέψουμε στην ενεργή εποχή του εργοστασίου μέσα από τη λογοτεχνία και το μυθιστόρημα «Οι Ξεριζωμένοι» του Βάσου Δασκαλάκη. Σε αυτό ο συγγραφέας κάνει μεταξύ άλλων μια νατουραλιστική καταγραφή των χρόνων του ως παιδί-εργάτης στο εργοστάσιο, τότε που όλοι τον ήξεραν με τον αριθμό της μάρκας του αντί για το όνομά του. Άλλωστε, την ιστορία ενός τόπου την φέρουν κυρίως οι άνθρωποί του. 

Σχετικά Άρθρα