ΓΕΩΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ/ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΟ ΛΑΥΡΙΟ

ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗ: ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 6.000 ΕΤΩΝ!!

*Το άρθρο αυτό αποτελεί μέρος (προδημοσίευση) επετειακής έκδοσης με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 2500 ετών από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και τη σχέση της με το αρχαίο μεταλλευτικό Λαύριο.Το βιβλίο αυτό, υπό τον συντονισμό των Π. Τζεφέρη και Δ. Μπίτζιου, περιλαμβάνει ένα σύνολο θεματικών  άρθρων που δεν περιορίζονται μόνο στο ως άνω ιστορικό ζήτημα, αλλά παρουσιάζουν διευρυμένη  θεματολογία και επεκτείνονται στο γενικότερο πλαίσιο   ενός κοινού σημερινού στόχου που είναι  η ανάδειξη της ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς, που μας κληροδότησε το αρχαίο και νεότερο μεταλλευτικό Λαύριο – Λαυρεωτική.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του συνόλου ή μέρους των άρθρων του επετειακού πονήματος χωρίς την άδεια του συγγραφέα και των συντονιστών της έκδοσης

Η  Λαυρεωτική με την μακραίωνη  ιστορία της και την μεταλλευτική κληρονομιά της, είτε υλική είτε άυλη, συνιστά ένα  μοναδικό, σε παγκόσμια κλίμακα,  πολιτιστικό  θησαυρό που μας κληροδοτήθηκε και τον οποίο  έχουμε χρέος να αναδείξουμε γιατί έτσι τιμούμε όλους τους συντελεστές από την αρχαία ως και την νεότερη μεταλλευτική εποχή. Κι ακόμη διότι με την ανάδειξη αυτή, ξεδιπλώνονται καινούργιοι αναπτυξιακοί ορίζοντες για την σύγχρονη πόλη του Λαυρίου. Τα «μεταλλεία» του μέλλοντος σχετίζονται με την παιδεία, τον πολιτισμό, την ιστορική και μεταλλευτική περιήγηση. Αυτή είναι η νέα διαλεκτική του Λαυρίου!

Το άρθρο μας αυτό καταγράφει απολύτως συνοπτικά τις σημαντικότερες ιστορικές περιόδους που σχετίζονται με την εξέλιξη της αρχαίας αλλά και της νεότερης μεταλλευτικής δραστηριότητας στην Λαυρεωτική. Παράλληλα, προσπαθεί να συνδέσει ερμηνευτικά τα ιστορικά και «τεχνολογικά» γεγονότα, σε μια αδρή ιχνηλάτηση ενός τόπου με τεράστια ιστορική πυκνότητα στο παρελθόν αλλά και με μια -ας μας επιτραπεί- ελπιδοφόρα μελλοντική προοπτική.

I. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ:

I.1. Προϊστορικοί χρόνοι : στο  Θορικό  η αρχή! 

Η έναρξη της μεταλλευτικής δραστηριότητας στη Λαυρεωτική ανιχνεύεται από  την 4η – 3η χιλιετία π. Χ. στη περιοχή του Θορικού, μία από τις σημαντικότερες αρχαίες βιομηχανικές περιοχές της Ευρώπης, και συγκεκριμένα στο λόφο Βελατούρι που πιθανότατα ήδη κατοικείται από τα μέσα της Νεολιθικής εποχής (4500 π.Χ.) [1] . Σε μυκηναϊκά  κτίσματα (1300-1350 π.Χ.) βρέθηκε λιθάργυρος, που αποτελεί παραπροϊόν της μεταλλουργικής παραγωγής αργύρου, αποδεικνύοντας έτσι ότι η τεχνική της παραγωγής του αργύρου ήταν γνωστή από τα προϊστορικά χρόνια στο Θορικό. Στις ίδιες θέσεις συνέχιζαν να εκμεταλλεύονται αργυρομολυβδούχα μεταλλεύματα,  η λεγόμενη “ἀργυρῑτις γñ ” των αρχαίων,  κατά την Μυκηναϊκή,  Πρωτογεωμετρική, την Αρχαϊκή και κυρίως κατά την Κλασική εποχή. Επισημαίνεται ότι η μεταλλοφορία στην περιοχή του Θορικού είναι ορατή στην επιφάνεια και αναπτύσσεται μέσα στο “Ανώτερο Μάρμαρο” και  κοντά στην επαφή του με τους υπερκείμενους σχιστόλιθους της “Ανώτερης Τεκτονικής Ενότητας” (1η μεταλλοφόρος επαφή). Ευνόητο λοιπόν ήταν να υποπέσει από νωρίς στην αντίληψη των κατοίκων του προϊστορικού Θορικού και να αρχίσει η εξόρυξη του αργυρομολυβδούχου μεταλλεύματος πρώτα με τη μέθοδο της επιφανειακής εκμετάλλευσης (Εικ. 1)  και στη συνέχεια με υπόγειες μεταλλευτικές εργασίες όπως στοές  και φρέατα.

Εικ. 1: Δυτικά του θεάτρου του Θορικού, η  (κλειστή) μεταλλευτική στοά Νο3, ενώ μπροστά της παρατηρούνται ίχνη προϊστορικής μεταλλευτικής δραστηριότητας  πιθανόν της  5ης χιλιετίας π. Χ. [1] με τη μέθοδο της επιφανειακής εκμετάλλευσης. Φωτ. Η. Κατσάρος
 Fig. 1: West of the Thorikos Theater, the (closed) mining gallery No3 while in front of it there are traces of prehistoric mining activity probably of the 5th millennium BC. [1] by the method of surface mining exploitation.

Εξάλλου εντυπωσιακή είναι η ανακάλυψη, ύστερα από εκτεταμένες ανασκαφικές εργασίες της Βελγικής αρχαιολογικής αποστολής με επικεφαλής τον καθηγητή H. F. Mussche [3] της μεταλλευτικής πόλης των κλασικών χρόνων, του καλούμενου “Βιομηχανικού Χωριού”, δυτικά του Θεάτρου του Θορικού, πρωτεύουσα πιθανώς του Αρχαίου Δήμου,  όπου στον αρχαίο οικισμό, είναι ενσωματωμένα μεταλλουργικά εργαστήρια κατεργασίας αργυρομολυβδούχων μεταλλευμάτων. Ο «εναγκαλισμός» αρχαίων οικισμών και μεταλλουργικών εργαστηρίων αποτελεί σύνηθες φαινόμενο στο Λαυρεωτικό γίγνεσθαι, όπως για παράδειγμα, εκτός της περιοχής του Θορικού,  εντοπίζεται και στον αρχαιο-μεταλλουργικό χώρο «Ασκληπιακόν» της Σούριζας, του 4ου αι. π. Χ. ( βλ. και Εικ.9) [4].

Εικ. 2: Το θέατρο του Θορικού με το ιδιόμορφο ελλειψοειδές σχήμα, ανάμεσα σε δύο Pb-Ag,Zn,Fe,Cu μεταλλοφόρους ορίζοντες με μεταλλευτικά έργα των αρχαίων μεταλλευτών. Φωτ. Χ. Αλιάγας.             
                    Fig. 2: The theatre of Thorikos with its peculiar elliptical shape, between two parallel Pb-Ag,Zn,F,Cu mineralized horizons intensively exploited during ancient times. Photo Ch. Aliagas
 

I.2. 6ος – 4ος αι π.Χ: το θέατρο του Θορικού και η σχέση του με τη μεταλλευτική δραστηριότητα.

Το θέατρο του Θορικού θεωρείται από πολλούς ερευνητές  ως το αρχαιότερο στον Ελλαδικό χώρο και μοναδικό για το ιδιόμορφο ελλειψοειδές σχήμα του (Εικ.2). Κατασκευάστηκε  σε φάσεις, στη φυσική αμφιθεατρική  νότια πλαγιά του λόφου Βελατούρι με έναρξη  τα τέλη του 6ου  αι. π. Χ.  Τον 5ο αι. π. Χ. κατασκευάστηκε το κάτω διάζωμα  και επεκτάθηκε η  επιμήκης  ορχήστρα, ενώ  στα μέσα του 4ου αι. π. Χ. το άνω διάζωμα με ένα μνημειώδη αναλημματικό τοίχο. Δίπλα στη δυτική πάροδο ιδρύθηκε ο μικρός ναός του Διονύσου, ενώ λίγα μέτρα δυτικότερα είναι η είσοδος της Στοάς Νο 3, που φαίνεται να ορύχθηκε κατά τους προϊστορικούς χρόνους με βάση την εύρεση κεραμικής που χρονολογείται στην Ύστερη και την Τελική Νεολιθική [1]. Εντύπωση προκαλεί η ύπαρξη,  νότια της ορχήστρας του θεάτρου, ενός νεκροταφείου, που ήταν σε χρήση από τον 6ο αι. π. Χ. έως τα μέσα του 4ου  αι. π. Χ. [5] .

Η δυναμικότητα του θεάτρου εκτιμάται σε 4000 περίπου  θέσεων δηλωτικό, ότι τις θεατρικές παραστάσεις  παρακολουθούσαν  και οι δούλοι δεδομένου ότι  στο Λαύριο υπερτερούσαν σημαντικά των “Ελεύθερων πολιτών”, αφού  αντιστοιχούσαν 40 δούλοι σε κάθε “Ελεύθερο πολίτη” [6]. Το ότι πιθανότατα συμμετείχαν λοιπόν οι δούλοι στα θεατρικά δρώμενα αποτελεί μία επιπλέον ένδειξη ότι η συμπεριφορά των “Ελεύθερων” προς τους «Δούλους»  δεν ήταν απάνθρωπη. Αξιοσημείωτο επίσης  είναι ότι το θέατρο  φαίνεται  να ανεγέρθη στη θέση ενός προγενέστερου λατομείου μαρμάρου γεγονός που οδηγεί ορισμένους  ερευνητές  να πιστεύουν ότι το ελλειψοειδές του  σχήμα  μπορεί να προέκυψε από τη σταδιακή μετάβαση του λατομείου σε θέατρο [7]. Ωστόσο,  θα πρέπει επίσης να επισημανθεί  ότι η  ελλειψοειδής αυτή  μορφή,  είναι πιθανόν να προτιμήθηκε  αντί της συνήθους ημικυκλικής, ώστε η λειτουργία του θεάτρου, που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο  μεταλλοφόρους ορίζοντες, να μη  παρεμποδίζει  χωροταξικά  την εξορυκτική  μεταλλευτική δραστηριότητα,  η οποία αποτελούσε την κύρια ενασχόληση των κατοίκων [8].

Στα νότια του αρχαίου οικισμού του Θορικού παρατηρούμε κατάλοιπα  ενός  μεγάλου οικοδομήματος δωρικού   ρυθμού σε σχήμα διπλής στοάς, του 5ου αι. π. Χ., που  αποδίδεται από μελετητές σε ναό για την λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις αρχαίες μεταλλευτικές εγκαταστάσεις βρέθηκαν “κέρνοι”, που ήταν σκεύη των μυστηρίων  [4, 9],  δηλωτικό ότι οι μεταλλωρύχοι επικαλούνταν,  για την ασφαλή και παραγωγική καθημερινή τους κάθοδο στα έγκατα της γης και την άνοδο στην επιφάνειά της, τη βοήθεια της Δήμητρας και της Περσεφόνης [9]. 

I.3. 5ος αι. π. Χ. : Η “Μαρώνεια” του Αριστοτέλη.  H  σύνδεσή του  Λαυρεωτικού αργύρου  με την Ναυμαχία της Σαλαμίνας και τον Χρυσό αιώνα του Περικλή.

Το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός του αρχαίου μεταλλευτικού Λαυρίου αναφέρεται από τον Αριστοτέλη στην Αθηναίων Πολιτεία 22 .7: “ἔτει δὲ τρίτῳ μετὰ ταῦτα Νικοδήμου ἄρχοντος, ὡς ἐφάνη τὰ μέταλλα τὰ ἐν Μαρωνείᾳ,…”  που ερμηνεύεται από τους ιστορικούς ότι κατά την περίοδο 483/2 π. Χ. εντοπίστηκε ένα αργυρούχο κοίτασμα στην “Μαρώνεια”  (Λαύριο). Η ανακάλυψη δυτικά του Λαυρίου σημαντικού αργυρούχου κοιτάσματος, που φιλοξενείται στην λεγόμενη 3η -και πλουσιότερη – μεταλλοφόρο επαφή  μεταξύ του “Κατωτέρου Μαρμάρου” και του υπερκείμενου “Σχιστολίθου Καμάριζας”,  φαίνεται να έκανε ιδιαίτερηεντύπωση την εποχή εκείνη και  γι΄ αυτό γίνεται ιδιαίτερη αναφορά από τον Αριστοτέλη [10].

Πολλοί σημαντικοί  ερευνητές του Λαυρίου  όπως ο Ardaillon, ο Labarbe, o Α. Κορδέλλας  και κατά τους νεότερους χρόνους η Μ. Οικονομάκου,οι Γ.Π. Μαρίνος & W.E. Petrascheck, ο Κ. Κονοφάγος ο Γ. Δερμάτης  και άλλοι επιστήμονες, προσπάθησαν να προσδιορίσουν  γεωγραφικά την θέση της “Μαρώνειας” του Αριστοτέλη, με αποτέλεσμα να προταθούν  δύο περιοχές  της μεταλλευτικής αυτής ευρείας περιοχής δυτικά του Λαυρίου, οι οποίες  φαίνεται να συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες (Εικ.3-Χάρτης).

 Η πρώτη περιοχή έχει κέντρο την  Καμάριζα (Φρέαρ Serpieri) – Άγιος Κωνσταντίνος (Εικ.3, σχήμα Α στον χάρτη) και εκτείνεται στη  μεταλλευτική ζώνη Βερζέκου – Ιλάριον – Καμάριζα- J. Batiste – Μικρό Ριμπάρι, που χαρακτηρίζεται από  ένα τεράστιο πυκνό δίκτυο αρχαίων στοών (με ιώδες χρώμα στην εικόνα ) κύρια για την εκμετάλλευση  της 3 ης  επαφής,  η οποία  στη θέση του φρέατος  Serpieri No 1 αναπτύσσεται σε βάθος77μ. [11]. Πρόκειται για έναν πραγματικό άθλο των αρχαίων μεταλλευτών,  αν λάβουμε υπόψη  τις τεχνικές δυνατότητες της εποχής. Προς την νότια απόληξη της μεταλλευτικής αυτής ζώνης,  η 3 η μεταλλοφόρος επαφή εμφανίζεται σε μικρότερα βάθη [11]  και επομένως πιο εύκολα προσπελάσιμη από τους αρχαίους μεταλλευτές, γεγονός που  μας οδηγεί στη σκέψη ότι τα υπόγεια αρχαία μεταλλευτικά  έργα  νότια της ζώνης  πιθανόν να είχαν  προηγηθεί του κεντρικού  τομέα της  Καμάριζας (φρέαρ Serpieri Νο 1). Ο Ιστορικός Δρ. Γ. Δερμάτης στο βιβλίο του με τίτλο: “Ως εφάνη τα μέταλλα τα εν Μαρώνεια. Τα Μεταλλεία της Καμάριζας στο Λαύρειο” Έκδοσης κοινότητας Αγίου Κωνσταντίνου – Καμάριζας, 2006, ταυτίζει την Μαρώνεια του Αριστοτέλη με την σημερινή Καμάριζα με δεδομένο ότι εκεί αναπτύχθηκε το σημαντικότερο αρχαίο μεταλλευτικό εξορυκτικό κέντρο της κλασικής εποχής βασιζόμενος στην τεράστια πυκνότητα των υπόγειων αρχαίων μεταλλευτικών έργων της 3 ης επαφής (βλ.Εικ.3, σχ. Α στον χάρτη) αλλά και στις συγκεντρώσεις υψηλών ποσοτήτων κατάλοιπων της αρχαίας μεταλλουργίας (σκωρίες) και της μεταλλευτικής αρχαίας εξόρυξης (εκβολάδες) που καταγράφηκαν στα τέλη του 19 ου αι. στην Καμάριζα και τα οποία αρχαία κατάλοιπα συγκριτικά υπερβαίνουν το ήμισυ της συνολικής ποσότητας που είχαν συνολικά εντοπιστεί στην Λαυρεωτική.

Η δεύτερη περιοχή (Εικ.3, σχήμα Β στον χάρτη) βόρεια του υψώματος Μιχάλη οριοθετείται κύρια  από τις κοιλάδες Σούριζας, Μπότσαρη  μέχρι την κοιλάδα Νόρια, καλύπτοντας επιφάνεια 3500-4000 στρεμμάτων[10]. Είναι η περιοχή, όπου έγινε μία σπουδαία ανακάλυψη ενός πολύ μεγάλου νεκροταφείου. με 220 τάφους, η ακμή του οποίου  τοποθετείται κατά το διάστημα 470-460 π. Χ. [10], δηλωτικό  έντονης μεταλλουργικής δραστηριότητας  κατά την χρονική περίοδο του Α’ μισού  του 5 ου  αι. π. Χ., χρονικά πολύ κοντά με την ανακάλυψη του κοιτάσματος της “Μαρώνειας”. Στην περιοχή αυτή εντοπίζεται πολύ μεγάλος αριθμός μεταλλουργικών εγκαταστάσεων σε σύγκριση με την Καμάριζα, όπως πλυντήρια και υδατοδεξαμενές, ερείπια τοίχων μεγάλου μαρμάρινου δημόσιου κτιρίου (Αγορά του Λεύκιου ?), ενώ το αργυρομολυβδούχο  μετάλλευμα  στη θέση Μπότσαρη, που ευρίσκεται  εντός της  οριοθετημένης αυτής  περιοχής, θεωρούνταν από ταπλουσιότερα σε  άργυρο του Λαυρίου [11] .  Ένα άλλο επίσης σημαντικό  χαρακτηριστικότης περιοχής αυτής είναι ότι  η αναζητούμενη πλούσια  3 η   μεταλλοφόρος επαφή εντοπίζεται σε μικρότερο βάθος απ’  ότι στην Κεντρική Καμάριζα (Φρέαρ Serpieri), με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερα προσβάσιμη από τους αρχαίους μεταλλευτές και λογικά  να είχε ίσως προηγηθεί  της Καμάριζας. Συμπερασματικά η περιοχή αυτή συνδυάζει την παρουσία πλούσιων ποιοτικών κοιτασμάτων, ευκολότερη προσβασιμότητα σε κοιτάσματα βάθους της 3ης επαφής σε σύγκριση με την κεντρική Καμάριζα και έντονη μεταλλουργική δραστηριότητα στις αρχές του 5 ου  αι. π. Χ. Κατά συνέπεια είναι λογικό να πιθανολογείται η ταύτιση της με την “Μαρώνεια” του Αριστοτέλη.  

Σήμερα οι περισσότεροι ερευνητές ταυτίζουν την “Μαρώνεια” με  την περιοχή της μεταλλευτικής ζώνης της Καμάριζας (Εικ.3, σχήμα Α στον χάρτη). Όποια όμως και ναείναι  η γεωγραφική θέση στην Λαυρεωτική   με την οποία πιθανόν να  ταυτίζεται  η  “Μαρώνεια” του Αριστοτέλη,  το αποτέλεσμα του εντοπισμού και της αξιοποίησης πλούσιων αργυρούχων κοιτασμάτων στην περιοχή αυτή, ήταν να εισρεύσουν στα ταμεία του Δήμου σημαντικά ποσά από την εκμετάλλευσή του Λαυρεωτικού αργύρου. Με τα αυξημένα αυτά έσοδα ο Θεμιστοκλής μετά και τη συναίνεση των Αθηναίων να αποστερηθούν τα διανεμόμενα κέρδη (Νόμος του Θεμιστοκλή), κατασκεύασε 200 τριήρεις, τα περίφημα “ξύλινα τείχη”  του χρησμού των Δελφών, δημιουργώντας  έναν ισχυρό στόλο (Εικ. 4), που καταναυμάχησε  τον Περσικό στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π. Χ.) (Εικ.5). Αργότερα,  κατά το 454 π. Χ. ο Περικλής μεταφέρει το Ταμείο της Δηλιακής Συμμαχίας από τη Δήλο στην Ακρόπολη. Νομίσματα (τάλαντα) εκατοντάδων τόνων Λαυρεωτικού αργύρου, αποθηκεύονταν με τον τρόπο αυτό στο Θησαυροφυλάκιο του Παρθενώνα, βοηθώντας  αποφασιστικά τον  Περικλή να κατασκευάσει τα αθάνατα μνημεία του «Χρυσού Αιώνα».

Η ένταση της μεταλλευτικής δραστηριότητας του αρχαίου μεταλλευτικού Λαυρίου διαρκεί μέχρι το 431 π. Χ., οπότε  και η έναρξη του καταστροφικού Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π. Χ.) κατά τον οποίο η μεταλλευτική δραστηριότητα υπέστη σημαντικό πλήγμα με αποκορύφωμα  το 413 π. Χ.,  όταν  σημειώθηκε η δραπέτευση των δούλων με αποτέλεσμα να διακοπούν οι μεταλλευτικές εργασίες στο Λαύριο.

Εικ 3:Χάρτης με τίτλο «Το αρχαίο Λαύριο». Τα αρχαία φρέατα και υπόγεια εκμετάλλευση κατά ένα χάρτη του 1890 της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου [12]. Το ελλειπτικό σχήμα (Α) που αντιστοιχεί στη μεταλλευτική ζώνη Βερζέκου- Ιλάριον – Καμάριζα– Μικρό Ριμπάρι και το ορθογώνιο (Β) στον χώρο που εκτείνεται βόρεια του υψώματος Μιχάλη και μεταξύ των κοιλάδων Μπότσαρη και Νόρια. Οι δύο αυτές περιοχές θεωρούνται από τους ερευνητές ως οι πιθανότεροι χώροι ταύτισης με την “Μαρώνεια” του Αριστοτέλη. Οι οριοθετήσεις των περιοχών Α και Β έγιναν προσεγγιστικά από τους συγγραφείς του άρθρου με βάση τα υφιστάμενα βιβλιογραφικά δεδομένα.
Fig.:3: Le laurum Antique. Puits antiques et travaux de Mine suivante une carte de 1890 de la C.F.M.L. Map entitled “The ancient Lavrio”. The ancient wells and underground exploitation according to a map of 1890 of the French Mining Company of Lavrio [12].The elliptical shape (A) corresponding to the Bergekou-Hilarion-Kamariza-Mikro Ribari mining zone and the rectangle (B) in the area that stretches between the Botsari and Noria valleys. These two areas are considered by the researchers as the most likely areas of identification with Aristotle’s “Maronia”. The demarcations of areas A and B were made by the authors based on the bibliographic data.

 

Εικ.4. Η τριήρης με την επαναστατική καινοτομία που ενσωμάτωνε, ήτοι την προσθήκη μιας τρίτης σειράς κωπηλατών, υπερκείμενης των άλλων δύο, απετέλεσε πράγματι ένα τεχνικό άλμα που κατά τον 5ο αιώνα π.Χ διαμόρφωσε τον ισχυρότερο πυλώνα της Αθηναϊκής ναυτικής κυριαρχίας, φέρνοντας στην πόλη δόξα, νίκες και πλούτο. Ο Θεμιστοκλής κατασκεύασε 200 τέτοιες τριήρεις από τα έσοδα της εκμετάλλευσης του αργυρούχου κοιτάσματος που εντοπίστηκε στην Μαρώνεια του Λαυρίου. Η φωτ. του Π. Τζεφέρη από το Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος.
Fig.4. : The trireme with its revolutionary innovation, namely the addition of a third row of rowers, was indeed a technical leap that in the 5th cent. BC led to the strongest pillar of Athenian naval domination, bringing glory, victory and wealth to the city. Themistocles built 200 triremes from the surplus income from the exploitation of the rich silver-bearing ore in Maronia of Lavrion. The photo by P. Tzeferis from the Maritime Museum of Greece.
Εικ.5: Η «Ναυμαχία της Σαλαμίνας» (1882) λάδι σε καμβά, από τον θαλασσογράφο Κωνσταντίνο Βολανάκη. Ο πίνακας , μας μεταδίδει κατά τον καλύτερο τρόπο την έντονη δράση της πολεμικής σύγκρουσης. Εκτίθεται στο Αρχηγείο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.
Fig. 5: The “Naval Battle of Salamis” (1882) oil on canvas, by the sea painter Konstantinos Volanakis. The painting best conveys the intense action of the war conflict. It is exhibited at the Headquarters of the Hellenic Navy.

I.4. Κλασική  Περίοδος (5ος  – 4ος αι. π. Χ.): η ακμή και το απόγειο του αρχαίου μεταλλευτικού Λαυρίου.   Η υλική και άυλη αρχαία μεταλλευτική κληρονομιά. 

Πώς όμως  η Αθηναϊκή Δημοκρατία κατόρθωσε να μετατρέψει τους ορυκτούς πόρους του Λαυρίου σε πλούτο,  κάτι που δεν ήταν ούτε αυτονόητο ούτε εύκολο, άλλωστε και σήμερα εντάσσεται στη στοχοθεσία κάθε ευνομούμενης πολιτείας;  Κοντολογίς, οι αρχαίοι μεταλλευτές του Λαυρίου προσάρμοσαν  και εξέλιξαν, με την ευφυΐα και την εφευρετικότητά τους, όλη τη μέχρι τότε αποκτηθείσα εμπειρία και  τεχνογνωσία  του αρχαίου κόσμου,  εφαρμόζοντας  ένα αξιοθαύμαστο τεχνολογικά -και αποδεκτού κόστους- σύστημα  εξόρυξης και κατεργασίας του αργυρομολυβδούχου μεταλλεύματος καθώς και ένα  πρότυπο θεσμικό  πλαίσιο σχετικά με τις μεταλλευτικές παραχωρήσεις σε συνεργασία του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα. 

Συνολικά, πρόκειται για το Τεχνολογικό Θαύμα των αρχαίων, μία  “άυλη” μεταλλευτική κληρονομιά που μας κληροδότησαν και την οποία έχουμε χρέος να την συντηρήσουμε, να την αναδείξουμε και να την αξιοποιήσουμε με κάθε πρόσφορο τρόπο.  Είναι αξιοσημείωτο  ότι πολλά  στοιχεία από τα τεχνολογικά  επιτεύγματα των αρχαίων μεταλλευτών της κλασικής εποχής στο Λαύριο, όπως οι μέθοδοι έρευνας εντοπισμού, εξόρυξης (Εικ. 6) και κατεργασίας του μεταλλεύματος (Εικ. 7), το σύστημα  διαχείρισης του νερού (Εικ. 8), αλλά  και το θεσμικό πλαίσιο που καθιέρωσε τη Δημόσια μεταλλειοκτησία,  το σύστημα των μεταλλευτικών παραχωρήσεων [13, 14], τις μισθώσεις και τα παραχωρητήρια συμβόλαια,  που στη συνέχεια υιοθετήθηκαν σε ευρεία κλίμακα από τον Δυτικό Πολιτισμό και τη μεταλλευτική επιστήμη και τεχνολογία. Χαρακτηριστικό είναι ότι  το μεταλλευτικό δικαίωμα (το “υπέδαφος”)  ανήκε  στο κράτος και μισθώνονταν μετά από δημοπρασίες – όπως και στη σημερινή εποχή –  κύρια στους Ελεύθερους πολίτες ή σε συνεταιρισμούς αυτών, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ενώ τα εργαστήρια (τριβεία, πλυντήρια εμπλουτισμού, κάμινοι τήξης κλπ) ανήκαν στους ιδιώτες -επιχειρηματίες. Για όλες αυτές τις διαδικασίες που ολοκληρώνονταν  με τη  σχετική σύμβαση μίσθωση χαραγμένη σε λίθινες πλάκες που φυλάσσονταν στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας [15], είχαν οριστεί  10 επίλεκτοι αντιπρόσωποι της Αθηναϊκής πολιτείας οι λεγόμενοι “Πωληταί” κατά τον Αριστοτέλη (“Αθηναίων Πολιτεία”22.7). Εντυπωσιακή ήταν  η αρχή της  κατηγοριοποίησης των μεταλλευτικών παραχωρήσεων που βασίζονταν στη διάκριση μεταξύ της έρευνας εντοπισμού του κοιτάσματος, όπου το τίμημα ήταν μηδαμινό ή ελάχιστο και της εκμετάλλευσης οπότε ο μισθωτής κατέβαλλε ένα υψηλό μίσθωμα στην πολιτεία. Οι μεταλλευτικές παραχωρήσεις  κατά τον  Αριστοτέλη και σύμφωνα με τα αναγραφόμενα   στις στήλες της Αγοράς της Αθήνας διακρίνονταν σε  “Καινοτομίαι”  που είναι νέες περιοχές για έρευνα διάρκειας 3 χρόνων (όπως ισχύει και σήμερα στις Αδειες Μεταλλευτικών Ερευνών του Μεταλλευτικού Κώδικα)  ή  “Εργάσιμα”, “Παλαιά Ανασάξιμα”, “Ανασάξιμα”, που εκτιμάται ότι είναι προσφάτως ή παλαιότερα εγκαταλειφθέντα μεταλλεία για εκ νέου  έρευνα ή για δοκιμαστική εκμετάλλευση  και τα “Συγκεχωρημένα” (που σημαίνει συμφωνηθέντα [13]) που επρόκειτο προφανώς για οριστικές παραχωρήσεις για 7 ή 10 χρόνια. Στην  ύπαιθρο οριοθετούνταν οι περιοχές των παραχωρήσεων με  λίθινες πλάκες (Εικ. 9).

Σχετικά με την   “Καινοτομία, που ετυμολογικά  προέρχεται από το συνδυασμό των λέξεων  “καινός και τέμνω”, αφορούσε σε  νέες τομές στο αρχαίο Λαύριο,  δηλαδή νέα μεταλλευτικά έργα  για ανεύρεση αργυρομολυβδούχου κοιτάσματος. Η αρχαία αυτή Ελληνική λέξη που έρχεται από τα βάθη των αιώνων, κρύβει μέσα της τις έννοιες  της εφευρετικότητας και  της  προσδοκίας,  σηματοδοτώντας   την εξέλιξη διάφορων  πεδίων  της ανθρώπινης δραστηριότητας [16].  Στην περίπτωση του μεταλλευτικού Λαυρίου η ιδιωτική καινοτομική πρωτοβουλία της διάνοιξης νέων μεταλλείων είναι αυτή που δημιούργησε δημόσια αξία και από την οποία επωφελήθηκε η Αθηναϊκή Δημοκρατία, υποδηλώνοντας έτσι την αποτελεσματική  συνεργασία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με τον Δημόσιο τομέα, αποτελώντας ένα φωτεινό παράδειγμα για τη σύγχρονη εποχή.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το όλο επίτευγμα δεν θα ήταν εφικτό αν δεν υπήρχε η κινητήριος δύναμη που την αποτελούσαν οι δούλοι [17], οι οποίοι  δικαίως θεωρούνται  ως οι αφανείς ήρωες της αρχαιότητας, οι πραγματικοί στυλοβάτες του τεχνολογικού θαύματος της εποχής.

Εικ.6: Αρχαίες μεταλλευτικές μέθοδοι της υπόγειας εξόρυξης του αργυρομολυβδούχου μεταλλεύματος που περιελάμβανε μεταλλευτικά φρέατα (Α) με διαστάσεις 1,30 Χ1,90μ. ή 1,90X2,00 μ. και συνήθη βάθη : 25- 50 μ., με max. 120μ. [12] για τον εξαερισμό των στοών, τον εντοπισμό της μεταλλοφόρου επαφής σε βάθος (οι “γεωτρήσεις” της εποχής), την μεταφορά του μεταλλεύματος καθώς και για τις μετακινήσεις των εργαζομένων. Φωτ. D. Morin [18] και (Β): Όταν οι αρχαίοι μεταλλευτές εντόπιζαν την αναζητούμενη μεταλλοφόρο επαφή μεταξύ μαρμάρων και σχιστολίθων, όπου κατά τόπους αναπτύσσεται το αργυρούχο μετάλλευμα, όρυσσαν μία ερευνητική στοά μικρής διατομής 0.6 τ. μ.(για λόγους ασφαλείας και οικονομίας) με σκοπό τον εντοπισμό του κοιτάσματος. Όταν έτεμναν τη προσδοκώμενη μεταλλοφόρο συγκέντρωση, διεύρυναν την ερευνητική στοά δημιουργώντας μεγάλους θαλάμους (βλ. και Εικ. 14) μετά από την εξόρυξη του μεταλλεύματος, αφήνοντας στύλους από στείρο πέτρωμα ή πτωχό μετάλλευμα για τη στήριξη της οροφής ή προχωρώντας σε ορισμένες περιπτώσεις σε λιθογόμωση με ξερολιθιά. Φωτ. Ν. Λελούδας.
Fig.6: Ancient mining methods of underground mining that included mine shafts (A) with dimensions of 1.30 X 1.90 m. or 1.90X2.00 m. and usual depths: 25-50 m., with max. 120 m. [12] for the ventilation of the galleries, the identification of the metal-bearing contact at depth, the transport of the ore as well as for the movements of the workers. Photo. D. Morin [18] and (B): When the ancient miners identified the metal-bearing contact between marbles and slates, they dug a research gallery of small cross-section of 0.6 m2 (for reasons of safety and economy) in order to locate the deposit. When they encountered the expected ore-bearing concentration, they enlarged the research gallery by creating large chambers (see also Fig. 14) after mining the ore, leaving poles of sterile or poor ore to support the roof, or proceeding in some cases to backfilling with stone . Photo N. Leloudas.
Εικ.7: Α: Αρχαίο επίπεδο ορθογώνιο πλυντήριο βαρυτομετρικού εμπλουτισμού λειοτριβημένου μεταλλεύματος στον αρχαιο-μεταλλουργικό χώρο του Ασκληπιακού (Σούριζα). Το νερό από την Δεξαμενή (Δ) του πλυντηρίου μετά τη διαδικασία του εμπλουτισμού στο επίπεδο (Ε), έρρεε στα κανάλια μεταφοράς (K), όπως τα μπλε τόξα και αφού καθαρίζονταν στις 2 λεκάνες καθίζησης (Λκ) οδηγείτο καθαρό πλέον στη λεκάνη (Λ) και από εκεί ανακυκλώνονταν στην δεξαμενή (Δ). Β: Σχεδιάγραμμα (από G. Papadimitriou, 2015) για την ερμηνεία της κατεργασίας εμπλουτισμού του λειοτριβημένου μεταλλεύματος με τη ροή του νερού σε ξύλινα ρείθρα (P) και αξιοποιώντας την διαφορετική πυκνότητα μάζας των περιεχομένων ορυκτών για την παραγωγή ενός προϊόντος (εμπλούτισμα) κύρια από κερουσίτη (PbCO3), με υψηλότερη περιεκτικότητα σε μόλυβδο σε σχέση με την περιεκτικότητα του απορρίμματος. C Το πλούσιο σε γαληνίτη (PbS) μετάλλευμα οδηγείτο σε καμίνους φρύξης για αποθείωση και παραγωγή οξειδίου του μολύβδου (PbΟ). D: Στην κάμινο αναγωγικής τήξης οδηγείτο το εμπλούτισμα των πλυντηρίων καθώς και το προϊόν της φρύξης για παραγωγή μεταλλικού κράματος Ag-Pb, το οποίο στη συνέχεια E: στην θολωτή κάμινο κυπέλλωσης για παραγωγή αργύρου και οξειδίου του μολύβδου (Λιθάργυρος). Από το λιθάργυρο μετά από ανάτηξη παρήγαν μόλυβδο μέταλλο. Φωτ. πλυντηρίου Χ. Κοσμίδης.
Fig. 7: A: Ancient flat rectangular ore washery for gravimetric concentrating of argentiferous lead ore at the ancient-metallurgical workshop of Asklipiakos (Souriza). The water from the Tank (Δ) after the enrichment process at level E flowed (towards blue bows) and after being cleaned in the sedimentation basins (Λκ), it was led clean to the basin (Λ ) and from there it was recycled to the tank (Δ). B: Drawing (by G. Papadimitriou, 2015) for the interpretation of the enrichment treatment with the flow of water through wooden sluices(P) and utilizing the different mass density of the mineral contents to produce an enrichment concentrate mainly from cerussite (PbCO3), with a higher lead content than the rest (waste). C The galena-rich (PbS) ore was fed to roasting furnaces for desulfurization to produce lead oxide (PbO). D: Reduction metallurgical furnaces to produce lead-silver metal alloy (Ag-Pb) and finally E. The cupellation procedure, to separate silver metal from the lead. The metal alloy was placed in a shallow open basin or ceramic bowl (the cupel) in a furnace and a strong blast of air was blown across the surface of the molten metal. The lead oxidized to form PbO (litharge) and the relatively pure silver remained as metal. The litharge produced from the cupellation process, could be recycled through the smelting furnace to recover the lead metal. Photo of flat ore washery by Ch. Kosmidis.
Εικ. 8: Στην φωτογραφία (από drone) η κοιλάδα της Σούριζας, όπου συγκροτήματα αρχαίων δεξαμενών και πλυντηρίων (4ου -5ου αι. π Χ. ) συνιστούν από τα πλέον εντυπωσιακά σωζόμενα βιομηχανικά εργοτάξια των αρχαίων. Το ιδιοφυές και καινοτόμο αρχαίο σύστημα διαχείρισης του νερού απαραίτητου για τον επιτυχή υδρομηχανικό εμπλουτισμό των αργυρομολυβδούχων μεταλλευμάτων. Τ: Τάφρος συλλογής του νερού της επιφανειακής απορροής από την πλαγιά. Κ: Kανάλι μεταφοράς του νερού. Πσ : Πρόστερνα καθίζησης για καθαρισμό του νερού. Σ: Ομβροδεξαμενή συλλογής του νερού. Π. Πλυντήριο υδρομηχανικού εμπλουτισμού μεταλλεύματος. Φωτ. Β. Στεργίου.
Fig. 8: In the drone photo, the Souriza valley, with a cluster of water tanks and flat ore washeries (4th -5th cent. BC) one of the most impressive ancient surviving worksites. The genius ancient water management system was necessary for the successful hydro-mechanical concentrating of argentiferous lead ores. T: surface water collection ditch. K: water transfer channel. Πσ: Precipitation sediment tanks for water purification. Σ: Rainwater collection tank. Π. Flat ore washery for hydromechanical ore separation. Photo V. Stergiou.
Εικ.9: Στον αρχαιο-μεταλλουργικό χώρο Ασκληπιακόν στην Σούριζα βρέθηκε ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα “ΣΙΜΟΣ ΚΑΤΕΛΑΒΕ ΑΣΚ(Α)ΛΗΠΙΑΚΟΝ” περί το 350 π. Χ., που αναφέρεται στον Σίμο ότι “κατέλαβε” το μεταλλείο της περιοχής. Η επιγραφή βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Λαυρίου. Επεξεργασία και φωτ. από Γ. Παπαδημητρίου.
Fig. 9: In Asklipiakos of Souriza, a mid-4th BC archeo-metallurgical site, a marble slab was found with the inscription “SIMOS CAPTURED ASK(A)LIPIAKON”, referring to Simos having “captured” the mine of the area. The inscription is in the Archaeological Museum of Lavrio. Photo by G. Papadimitriou.

Οι αρχαίοι μεταλλευτές, κατά το διάστημα από τον 7ο  έως τον 1ο αι.  π. Χ.,  εξόρυξαν  τουλάχιστον  13εκατ. τόνους μεταλλεύματος με 20%  μόλυβδο (Pb) και 400 γρμ. Άργυρο (Ag). Από το εξορυγμένο μετάλλευμα  παρήγαν συνολικά κατά το διάστημα αυτό  3.500 τόνους μεταλλικού αργύρου (Ag) και 1,4 εκατ. τόνους  μεταλλικού μολύβδου (Pb) [12]με εκτιμώμενη συνολική μεταλλευτική αξία 850 εκατ. Αττικές δραχμές  [12, 19], που αντιστοιχεί – βάσει ισοτιμίας 1 Αττική δραχμή = 60 $ [20]- σε 51 δισεκατ. $. Η υψηλότερη παραγωγή ταυτίζεται με την περίοδο της ακμής του αρχαίου μεταλλευτικού Λαυρίου κατά τους κλασικούς χρόνους του 5ου και 4ου αι. π. Χ., που έφτασε στο ύψος των 1.600τόνων Ag και 640.000 τόνων Pb κατά τον 5ο αι. π. Χ. και  1.000τόνων  Ag και 400.000 τόνων Pb κατά τον 4ο αι. π. Χ.[13].      

  Ο παραγόμενος άργυρος από τα μεταλλεία του  Λαυρίου διοχετεύονταν κυρίως στο νομισματοκοπείο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, στην  αρχαία Αγορά των Αθηνών, για κοπή των αργυρών Αθηναϊκών νομισμάτων, των περίφημων “Αθηναϊκών ή Λαυρεωτικών Γλαυκών”, που απετέλεσαν το ισχυρό νόμισμα της  κλασικής  εποχής (Εικ. 10) με περιεκτικότητα σε  Ag πάνω από 98% . Ο άργυρος που ενδεχόμενα περίσσευε, μετά τη πώλησή του για νομίσματα, διοχετεύονταν από τους παραγωγούς στο εμπόριο ως “άσημος άργυρος” σε μικρά πλινθώματα [12] και προορίζονταν για πολυτελή αντικείμενα, ή για ιερά σκεύη και αφιερώματα, ή για έργα τέχνης όπως αγάλματα ή διακοσμήσεις σε όπλα ή αγγεία αλλά και για κοσμήματα, καθώς και για καθρέπτες. Εξάλλου ο παραγόμενος  μόλυβδος διατίθεντο στο εμπόριο  σε χελώνες, ή  σε μορφή ελασμάτων για διάφορα πεδία εφαρμογών όπως για  μολύβδινους συνδέσμους ή για την επιδιόρθωση ραγισμένων και σπασμένων αγγείων, ή για σφραγίδες ή ακόμα και για σταθμία, ή για επενδύσεις σε κατώφλια, ή για υφαντικά βάρη, η για σωλήνες, η για τη κατασκευή κλειδιών αλλά και σαν εξωτερικό περίβλημα των σιδερένιων συνδέσμων των λίθων των κτιρίων και ναών, προς προστασία έναντι της οξείδωσης. Το αρχαίο Λαύριο όμως  αποτελούσε και κέντρο παραγωγής σιδήρου και χάλυβα  λόγω  των αυξημένων αναγκών  για σκληρά και γερά εργαλεία προκειμένου να ορυχθεί το εντυπωσιακό  τεράστιο προϊστορικό και αρχαίο  δίκτυο υπόγειων μεταλλευτικών έργων, ενώ από τα μεταλλουργικά εργαστήρια του Λαυρίου κατασκευάστηκαν οι χαλύβδινοι σύνδεσμοι του Ερεχθείου [21].

Εικ.10: Το Αθηναϊκό τετράδραχμον (5ος αι. π. Χ.) από τον άργυρο του Λαυρίου. Εμπροσθότυπος η κεφαλή της Αθηνάς και οπισθότυπος η «γλαύκα» Νομισματικό Μουσείο Αθηνών (Βικιπαίδεια).
Fig.10: The Athenian tetradrachm (5th century BC) made of Lavrion silver. Τhe obverse with the head of Athena, the reverse with the owl (Wikipedia Commons).

Εκτός όμως από την παραγωγή μεταλλικών προϊόντων που προαναφέρθηκαν, στο αρχαίο Λαύριο λειτούργησαν επίσης λατομεία μαρμάρου και πωρόλιθου. Αξιοσημείωτη θεωρείται  η περιοχή της Αγριλέζας με λατομεία μαρμάρων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον 5ον αι. π.Χ  για την οικοδόμηση του Ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο (Εικ.11).

Εικ. 11: (Α): Το αρχαίο λατομείο λευκών λεπτοκοκκωδών μαρμάρων της Αγριλέζας, στην ευρύτερη περιοχή του Λαυρίου, όπου φαίνονται τα ίχνη λατόμευσης για την όρυξη σπονδύλων που χρησιμοποιήθηκαν στους κίονες του ναού Ποσειδώνος στο Σούνιο, 440 π. Χ. (Β) . Φωτ. Η. Κατσάρος.
Fig. 11: (A): The ancient quarry of white fine-grained marbles of Agrileza, in the Lavrion vicinity, with the evident traces of quarrying for the supply of the columns of the temple of Poseidon at Sounion, completed in 440 BC (B). Photo Η. Katsaros.

Μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου η Αθήνα είχε χάσει τη ναυτική της ηγεμονία και τα έσοδα του κράτους είχαν μειωθεί σημαντικά. Ο Ξενοφών στο σπουδαίο έργο του: “Περί Προσόδων ή Πόροι” τον 4ον αι. π. Χ., προτρέπει τους Αθηναίους να εντατικοποιήσουν την εκμετάλλευση των “αργυρείων του Λαυρίου” και μάλιστα αναφέρει ότι τα “αργυρεία” του Λαυρίου είναι ανεξάντλητα και θα μπορούσε να εργασθεί εκεί απεριόριστος αριθμός δούλων με απόδοση.

Από το 367/6 π. Χ. το αρχαίο Λαύριο αρχίζει να ανακάμπτει  και κύρια κατά την περίοδο 350-338 π. Χ. όπως μαρτυρούν οι επιγραφές των μισθώσεων που βρέθηκαν στην Αγορά των Αθηνών και χρονολογούνται από το 367 έως το 307 π. Χ.

Ι.5. Ελληνιστική-Ρωμαϊκή περίοδος: η παρακμή 

Το  307 π. Χ.  θεωρείται ότι είναι η χρονολογία των τελευταίων παραχωρητηρίων συμβολαίων του Λαυρίου καθόσον ο Λαυρεωτικός άργυρος έπαψε να παράγεται πλέον σε αξιόλογες ποσότητες [12].

Με την έναρξη της Ελληνιστικής περιόδου η παραγωγή αργύρου  μειώθηκε δραματικά. Οι αρχαίοι μεταλλευτές στράφηκαν  σε νέες μεθόδους παραγωγής αργύρου από την ανακύκλωση, σκωριών και κυρίως λιθάργυρων που  λόγω απωλειών της κυπέλλωσης, περιείχαν  εγκλείσματα μολύβδου πλούσια σε άργυρο. Η περιοχή του Αρί ήταν  παράδειγμα  της  ευρηματικής τεχνολογίας ανακύκλωσης, που ανέπτυξαν  οι αρχαίοι μεταλλευτές [2] και διαδόθηκε στον αρχαίο κόσμο της εποχής (Εικ. 12) και η οποία απαιτούσε  προϊόντα λεπτής και ομοιόμορφης κοκκομετρίας του λιθαργύρου.

Έτσι το Λαύριο αρχίζει να παράγει και πάλι πλούτο, ενώ χιλιάδες δούλοι φαίνεται να εργάζονται περιστασιακά στο χώρο των μεταλλείων, κύρια όμως  στα “εργαστήρια”, δηλαδή στα τριβεία και στα πλυντήρια, καθώς και στις καμίνους για ανακύκλωση καταλοίπων μεταλλουργικών απορριμμάτων.

Εικ. 12: Πρωτότυπη αρχαία τεχνολογία ανακύκλωσης κατάλοιπων μεταλλουργικών προϊόντων. Οι αρχαίοι μεταλλευτές εφάρμοσαν τα κυκλικά τριβεία αποτελούμενα από ένα οριζόντιο κυκλικό αυλάκι με ένα χαμηλό στύλο στο κέντρο τους και μία όρθια μυλόπετρα, που κινούνταν μέσα στο κυκλικό αυλάκι με την βοήθεια όνου. Η διαδικασία εφαρμοζόταν για την επίτευξη πολύ μικρής κοκκομετρίας (<0.5χλστμ.) λειοτριβημένου προϊόντος, η οποία ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι δυνατή στη συνέχεια η κατεργασία λιθαργύρου προκειμένου να εξαχθούν τα πλούσια σε άργυρο περιεχόμενα εγκλείσματα μολύβδου . (Α): Φωτ. Η. Κατσάρος. (Β): Αναπαράσταση από Γ.Δ. Παπαδημητρίου.
Fig,12: Prototype ancient technology for recycling metallurgical waste products. The ancient miners used circular grinders consisting of a horizontal circular groove with a low post in their center and an upright millstone, which moved inside the circular groove with the help of a donkey. The process was applied to achieve a very small grain size (<0.5mm) of milled product, which was a necessary condition to be able to subsequently process of litharge in order to extract the silver-rich lead inclusions. (A): Photo. H. Katsaros. (B): Representation by G.D. Papadimitriou.

Οι μεταλλευτικές εργασίες στο Λαύριο συνεχίσθηκαν και μετά τον 1o  αι. π. Χ. με μειωμένους όμως ρυθμούς και με μεγάλα διαστήματα  διακοπής των δραστηριοτήτων.

Ι.6. Η περίοδος μεταξύ 6ου και 19ου αι.  : η εγκατάλειψη και η λήθη!

To  563 μ. Χ. έχουμε την τελευταία γραπτή μαρτυρία σχετικά  με τη λειτουργία των μεταλλείων Λαυρίου στην ύστερη αρχαιότητα, δεδομένου ότι για την διακόσμηση του Ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε άργυρος προερχόμενος από το Λαύριο [22]. Στην επακολουθούσα μακρά περίοδο, μεταξύ του 6ου και 19ου αι.,  το μεταλλευτικό Λαύριο εγκαταλείφθηκε και αφέθηκε στην λήθη αλλά και στο έλεος των πειρατών και των ληστών που καταδυνάστευσαν την περιοχή κυρίως την περίοδο 17ου- 19ου αι.

II.Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ: ΣΑΝ ΝΑ ΜΗ ΠΕΡΑΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ.

Παρόλο που το μεταλλευτικό Λαύριο εγκαταλείφθηκε για  δεκατρείς  (13) συναπτούς αιώνες, η νεότερη μεταλλευτική δραστηριότητα, που ξεκίνησε λίγο μετά τα μέσα του 19ου αι, παράλληλα με τα πρώτα βήματα του νεοελληνικού κράτους, διατήρησε το ίδιο πλαίσιο, τον ίδιο τύπο κοιτασμάτων (Εικ.13)  και τις ίδιες αρχές της μεθοδολογίας  εξόρυξης και κατεργασίας (Εικ.14, 15)  τουλάχιστον για τις πρώτες δεκαετίες. Τα μεταλλευτικά έργα των αρχαίων μεταλλευτών και η άυλη αρχαία-μεταλλευτική κληρονομιά απετέλεσαν, στο βαθμό που είχαν διατηρηθεί, τον οδηγό των νεότερων μεταλλευτών που για πάνω από 100 χρόνια συνέχισαν το έργο των αρχαίων. 

Εικ.13: Η σημαντικότερη από οικονομικής άποψης αργυρο-μολυβδούχος μεταλλοφορία, είναι του κοιτασματολογικού τύπου “αντικατάστασης”, που εκμεταλλεύτηκαν εντατικά οι αρχαίοι καθώς και οι νεότεροι μεταλλευτές. Το μετάλλευμα αργυρούχου γαληνίτη (Ag-Pb)΄(γκρίζου χρώματος στη φωτογραφία), με τη συμμετοχή και άλλων θειούχων μεταλλικών ορυκτών, αναπτύσσεται υποοριζόντια κύρια σε θύλακες μέσα στα μάρμαρα (mr) κοντά στην επαφή τους με τους υπερκείμενους ή υποκείμενους σχιστόλιθους (Sch). Η εικόνα αυτή προέρχεται από στοά της νεότερης μεταλλευτικής δραστηριότητας του 19ου-20ου αι. στην μεταλλευτική περιοχή των Βιλλίων Πλάκα Λαυρεωτικής. Φωτ. από Β. Στεργίου.
Fig. 13: The most economically important silver-lead ore, is of the “replacement” deposit type, which was intensively exploited by the ancient as well as the newer miners. The silver galena ore (Ag-Pb) of gray color in the photo , with the participation and other sulfide minerals is developed sub-horizontally mainly in tabular lens into the marbles (mr) in their contact with the overlying or underlying schist (Sch). The image from a gallery of the newest mining activity of the 19th-20th c. in the mining area of Villia Plaka Lavreotiki. Photo by V. Stergiou
Εικ. 14: Αριστερά: Θάλαμος αρχαίας υπόγειας μεταλλευτικής εξόρυξης περιοχής Σούριζας με στύλους φτωχού μεταλλεύματος για υποστήριξη της οροφής. Δεξιά : Η ίδια μέθοδος υπόγειας εξόρυξης “Θαλάμων και Στύλων” εφαρμόστηκε και από τους νεότερους μεταλλευτές του 19ου και 20ου αι. (Στοά “80” στην Πλάκα). Φωτό Η. Κατσάρος και Β. Στεργίου.
Fig. 14: In the left image: Ancient Mining “Room” with supporting columns left at regular intervals (Souriza Mine). On the right image, the same method of underground mining (“Room-and-pillar”) was applied by the newer miners of the 19th and 20th cent (Gallery “80” in Plaka). Photo by H. Katsaros and V. Stergiou.

ΙΙ.1. Η περίοδος 1859-1864 (Α. Κορδέλλα): τα πρώτα αναγνωριστικά βήματα…  

Το 1860 μετά από εντολή της Ελληνικής κυβέρνησης ο  μεταλλειολόγος – μεταλλουργός, Ανδρέας Κορδέλλας, επισκέφτηκε  το μεταλλευτικό Λαύριο και εντόπισε την παρουσία εκτεταμένων υπολειμμάτων – απορριμμάτων των αρχαίων εκμεταλλεύσεων με αξιόλογες περιεκτικότητες σε μόλυβδο και ψευδάργυρο.

Ακολούθως ο  Α. Κορδέλλας   υπέβαλε δύο  εκθέσεις προς το Υπουργείο Εσωτερικών (27-12-1860 και 22-5-1861) υπογραμμίζοντας ότι “.. η αναχώνευσις των εν λόγω σκωριών ήθελεν είναι λίαν επωφελής..”  Οι  εκθέσεις αυτές του Α, Κορδέλλα, σχετικά με την ανακαμίνευση   των αρχαίων σκωριών, εστάλησαν –  μέσω του Γερμανού  Βοτανολόγου Theodor von Heldreich επιμελητή του Βοτανικού Κήπου και διευθυντού του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών [23] στον J.B. Serpieri, Γαλλο-Ιταλό μεταλλειολόγο και επιχειρηματία, του οποίου η οικογένεια ήδη ασχολούνταν με παρόμοιες εργασίες εκμετάλλευσης “σκωριών” από τα  ορυχεία στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας Ρωμαϊκής εποχής.  Ο  J.B. Serpieri έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον,  που επιβεβαιώθηκε στην πράξη  αφού στη συνέχεια  προχώρησε   στην ίδρυση της πρώτης μεταλλευτικής εταιρείαςHilarion Roux et Cie”  ή  “Roux-Serpieri-Fressynet S.A.” (1864-1873) Γαλλο-Ιταλικών συμφερόντων,  με στόχο την ανακαμίνευση των αρχαίων σκωριών.

 ΙΙ.2. 1865: η πρώτη παραγωγή μολύβδου (Pb) μετά την επαναλειτουργία! 

Η  προαναφερθείσα εταιρεία του J.B. Serpieri, προχωράει στην εγκατάσταση μονάδων  εμπλουτισμού των  λεγομένων “μεταλλοπλυσίων” και καμίνων τήξεως των “σκωριών” (Εικ. 15A), για παραγωγή αργυρούχου μολύβδου. Το έτος 1865, θεωρείται  το γενέθλιο έτος του αναγεννημένου Λαυρίου, διότι τότε παράχθηκε ξανά, μετά από πολλούς αιώνες, αργυρούχος μόλυβδος. Οι μεταλλουργικές εγκαταστάσεις της “Roux – Serpieri – Fressynet S.A.”  ήταν εκείνη την εποχή η μεγαλύτερη βιομηχανία της Ελλάδος αριθμώντας πάνω από 1200 εργαζόμενους. Έτσι το ξεχασμένο Λαύριο επανέρχεται στο ιστορικό προσκήνιο!

Η εταιρεία εκτός από τις αρχαίες  “σκωρίες” και τα μεταλλεύματα που εξόρυσσε, άρχισε να τροφοδοτεί τις μονάδες της και με τις “εκβολάδες” δηλαδή τα αδρομερή απορρίμματα χειροδιαλογής των αρχαίων μεταλλευτών, με οριακή περιεκτικότητα περίπου 7% σε μόλυβδο (Pb) και μικρή περιεκτικότητα σε άργυρο (Ag), τα οποία θεωρούνταν κατά την αρχαία εποχή  ως μη εκμεταλλεύσιμα [12]. Ωστόσο τα υλικά αυτά περιείχαν χρήσιμα μεταλλικά στοιχεία που με τις τεχνολογίες της εποχής του 19ου αι. ήταν ανακτήσιμα. Επιπρόσθετα τα  αδρομερή αυτά κατάλοιπα  των αρχαίων εξορύξεων είχαν αναμειχθεί με τον καιρό και  με  λεπτόκοκκα απορρίμματα (“πλυνίτες” σύμφωνα με την ορολογία των μεταλλευτών του 19ου αι,) των αρχαίων   πλυντηρίων εμπλουτισμού που περιείχαν αργυρομολυβδούχα μεταλλικά ορυκτά.

Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι οι αρχαίοι μεταλλευτές δεν είχαν εκμεταλλευτεί τα ψευδαργυρούχα  μεταλλεύματα,  όπως σμιθσονίτης – καλαμίνα  (ZnCO3), με αποτέλεσμα οι νεότεροι μεταλλευτές να εντοπίσουν εντός των αρχαίων στοών μεγάλα αποθέματα ψευδαργυρούχων ορυκτών και τα οποία   εκμεταλλεύτηκαν μετά από κατεργασία (calcination) σε ειδικές κάμινους  πύρωσης. για παραγωγή εμπλουτισμένης καλαμίνας (ZnO) που εξάγονταν κύρια  στο Βέλγιο για περαιτέρω κατεργασία προς  παραγωγή μεταλλικού ψευδαργύρου [24].

ΙΙ.3.  Η πολιτική κρίση του 1869-1873: το Λαυρεωτικό ζήτημα 

Το 1869 ανακύπτει το “Λαυρεωτικό ζήτημα” (ή “Λαυρεωτικά”). Συγκεκριμένα, η τότε  κυβέρνηση, αμφισβήτησε το δικαίωμα της εταιρείας “Roux – Serpieri – Fressynet S.A.” του J.B. Serpieri στην εκμετάλλευση των “εκβολάδων”, ψηφίζοντας μάλιστα τον Μάιο του 1871 σχετικό νόμο, με βάση τον οποίο οι “εκβολάδες” θεωρούνταν ότι ανήκαν στο Δημόσιο και το δικαίωμα εκμετάλλευσής τους χορηγούνταν μετά από πλειστηριασμό.  Η εταιρεία τότε αρνήθηκε να σταματήσει την εκμετάλλευση των “εκβολάδων” με συνέπεια να δημιουργηθεί μία ευρεία πολιτική κρίση, που οδήγησε ακόμη και σε παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Στο θέμα τελικά παρενέβη ο Κωνσταντινουπολίτης μεγαλοτραπεζίτης Ανδρέας Συγγρός, που επικεφαλής ομίλου κεφαλαιούχων ήρθε σε συμφωνία με την Γαλλο-Ιταλική εταιρία αγοράζοντας όλα τα δικαιώματα της εκμετάλλευσης των αρχαίων “σκωριών” και τις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις της. H εν συνεχεία πώληση των μετοχών της εταιρείας στο ευρύ κοινό σε τιμή δυσανάλογα υψηλή οδήγησε στο πρώτο χρηματιστηριακό σκάνδαλο στην ελληνική ιστορία [25]. Αποτέλεσμα της λύσης που δόθηκε για την υπέρβαση της κρίσης  ήταν να δημιουργηθούν τελικά δύο εταιρείες: η  Ελληνική (με έδρα τα “Εργαστηράκια ή Εργαστήρια”  στο παλιό Λιμάνι), η οποία δημιουργήθηκε μετά από εξαγορά της Roux από τον Α. Συγγρό και η Γαλλική (με έδρα τον Κυπριανό).

ΙΙ.4. 1873 -1875: η  ίδρυση των δύο εταιρειών, της Ελληνικής και της Γαλλικής

Το 1873 ιδρύθηκε η “Ελληνική Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου” (1873-1917), η οποία είχε το δικαίωμα της εκμετάλλευσης των αρχαίων υπολειμμάτων της εξόρυξης δηλαδή των “εκβολάδων” όπως και των αρχαίων “σκωριών”. Οι “εκβολάδες” κατεργάζονταν πρώτα, σε  σύγχρονα για την εποχή εκείνη,  ατμήλατα πλυντήρια εμπλουτισμού, τα λεγόμενα “μεταλλοπλύσια” (Εικ.15C). Στη συνέχεια το παραγόμενο εμπλούτισμα καθώς και οι “σκωρίες” οδηγούνταν στις καμίνους για τήξη στη θέση “Εργαστηράκια” στο παλιό λιμάνι.

Παράλληλα ιδρύθηκε και η εταιρεία “Μεταλλεία Καμάριζας”(1873-1875), την οποία δύο χρόνια αργότερα,  διαδέχθηκε η μακροβιότερη εταιρεία, η “Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρείου” (Γ.Ε.Μ.Λ), (1875-1982), η καλούμενη και “Γαλλική Εταιρεία”. Το εργοστάσιο της εταιρείας κατασκευάστηκε στον Κυπριανό σε επαφή με τις θαλάσσιες οδούς, ενώ τα  νέα μεταλλοπλύσια χωροθετήθηκαν στα πρανή του λόφου Καβοδόκανου. Μετά από έναν επιτόπιο εμπλουτισμό τα εξορυσσόμενα μολυβδούχα και  ψευδαργυρούχα μεταλλεύματα  όδευαν  προς τις διαδικασίες μηχανικής προπαρασκευής σε θραυστήρες και στη συνέχεια στα πλυντήρια εμπλουτισμού. Ακολουθούσε η πύρωση (Calcination) των  ψευδαργυρούχων μεταλλευμάτων (καλαμίνα),  ενώ το θειούχο μετάλλευμα του μολύβδου, ο γαληνίτης (PbS), οδηγούνταν στις καμίνους προς φρύξη και στη συνέχεια για αναγωγική τήξη. Το παραγόμενο προϊόν αργυρούχου μολύβδου εξάγονταν μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, κυρίως  στη Γαλλία για την ανάκτηση του μεταλλικού αργύρου.

Εικ. 15: A: Φλογοβόλοι κάμινοι αναγωγικής τήξης τύπου Castelliano (19οςαι.) για παραγωγή “σκληρού” αργυρούχου μολύβδου σε χελώνες (δεν σώζονται) [26]. B: Η υδρόψυκτος κάμινος αναγωγικής τήξης τύπου Water Jacket για παραγωγή κράματος αργύρου- μολύβδου, εξέλιξη της αρχαίας φρεατώδους αρχαίας καμίνου. C: Το συγκρότημα του ατμήλατου πλυντηρίου εμπλουτισμού “Μεταλλοπλύσιο” αργυρομολυβδούχων αρχαίων απορριμμάτων της Ελληνικής Εταιρείας με έτος κατασκευής 1873 (διασώζεται μερικώς). D: Η αίθουσα του εμπλουτισμού της Γαλλικής Εταιρείας, με την μέθοδο επίπλευσης που αποτέλεσε μία καινοτόμο τεχνολογία των αρχών του 20ου αι. Είναι αξιοσημείωτο ότι απαιτήθηκαν περίπου 2500 χρόνια για να αντικατασταθεί η μέθοδος του εμπλουτισμού που εφαρμόζονταν από τους αρχαίους μεταλλευτές του Λαυρίου. Αρχείο Κ. Μάνθου [27].
Fig. 15: A: Furnaces of the Spanish Castelliano type, 19th cent., for the production of hard metallic argentiferous lead in cast products (not preserved) [26]. B: The water-cooled furnace of the Water Jacket type for the production of silver-lead metal alloy, an evolution of the ancient well furnace. C: The complex of the steamed ore washery (“Metalloplysio”) of the Hellenic Lavrion Mining Company for concentrating poor ancient mineral ores, 1873 (only a small part of the installation is extant today). D: The “enrichment room” of the French Company, with the flotation method which was an innovative technology during the early 20th cent. It is noteworthy that it took about 2500 years to replace the enrichment method applied by the ancient miners of Lavrio. Archive of K. Manthos [27].

II. 5. 1880-1889: μία νέα βιομηχανική  πόλη γεννιέται, εδώ στο Λαύριο!

Η Ελληνική και η Γαλλική Εταιρεία στήριξαν ουσιαστικά τη νέα περίοδο ακμής της Λαυρεωτικής και του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. Ο εξαγόμενος και από τις δύο εταιρείες μόλυβδος αντιστοιχούσε την περίοδο αυτή στο 10% του εξαγωγικού εμπορίου της Χώρας! Το Λαύριο εξελίσσεται σε μία μεγάλη βιομηχανική πόλη με 9.000 περίπου εργαζόμενους που συνέρρευσαν από όλη την Ελλάδα (Σαντορίνη, Μήλος, Κρήτη κ.α.) αλλά και τεχνικά στελέχη και εργαζόμενους από το εξωτερικό (Ιταλία, Ισπανία κ.α.). Δημιουργούνται από τις εταιρείες οικισμοί εργαζομένων κοντά στα μεγάλα μεταλλευτικά κέντρα όπως η περίπτωση του Κυπριανού κοντά στην μεταλλουργική μονάδα της Γαλλικής Εταιρείας που αποτελεί μία πρακτική που έχει τις ρίζες της στην αρχαία μεταλλευτική εποχή (Θορικό, Ασκληπιακόν). Η πόλη αποκτά ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα από την αρχιτεκτονική των βιομηχανικών κτιρίων και την νεοκλασική όψη των αστικών οικισμών που αποτελούν σήμερα Βιομηχανική Πολιτιστική Κληρονομιά (Industrial Heritage).

Νέες πρωτοπόρες τεχνολογίες και εφευρέσεις πρωτοεμφανίζονται πανελλαδικά στο Λαύριο. Το Λαύριο ήταν η πρώτη Ελληνική πόλη που χρησιμοποίησε το τηλέφωνο (1882) και η πρώτη που ηλεκτροφωτίστηκε με λάμπες βολταϊκού τόξου (1887).

Από  το 1885  και μέχρι το 1957, λειτούργησε ο Αττικός Σιδηρόδρομος μετρικού εύρους, που κατασκεύασε η “Ελληνική Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου”. Είχε αφετηρία αρχικά την πλατεία Λαυρίου της Αθήνας και κατέληγε στον κέντρο του Λαυρίου,  με συνολικό μήκος δικτύου 64 χλμ., αφού διέσχιζε πρώτα το Κορωπί, το Μαρκόπουλο και την Κερατέα (Εικ. 16). Πολύ πριν τον Αττικό σιδηρόδρομο  άρχισε η κατασκευή δύο συνδεδεμένων  τοπικών  δικτύων βιομηχανικών  ατμοσιδηροδρόμων  μετρικού αλλά  και μικρότερου (0,60μ.) εύρους,  για την τροφοδοσία  των  εργοστασίων  της Ελληνικής καθώς και της Γαλλικής εταιρείας  με κατάλοιπα αρχαίων  μεταλλευτικών δραστηριοτήτων  (εκβολάδες και σκωρίες)  και με  εξορυγμένα μεταλλεύματα από διάφορες  μεταλλευτικές θέσεις  αλλά  και για την μεταφορά των  μεταλλουργικών προϊόντων  στις σκάλες εκφόρτωσης στο Λιμάνι. Λόγω του αναγλύφου κατασκευάστηκαν, για τις ανάγκες των τοπικών  σιδηροδρομικών   δικτύων,  επιμελημένες λιθόκτιστες γέφυρες  που αποτελούν δείγματα των λαϊκών μαστόρων και της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του 19ου αι. Επίσης το 1883 κατασκευάστηκε  εναέριος για την διασύνδεση  με δυσπρόσιτες  και απομακρυσμένες μεταλλευτικές θέσεις [24] . Επιπλέον, κατασκευάστηκε και ένα μεγάλο υπόγειο σιδηροδρομικό δίκτυο εντός των μεταλλευτικών στοών για τις ανάγκες της  μεταφοράς των έμφορτων βαγονέτων με μεταλλεύματα και άλλα υλικά. 

Εικ.16. Αριστερά ο “Λαυρεωτικός” (Αττικός) σιδηρόδρομος, αρχείο του Γ. Μάνθου. Δεξιά: Ο βιομηχανικός ατμοσιδηρόδρομος Λαυρίου-Καμάριζας-Βερζέκου μήκους 10 χλμ. που περιλάμβανε και μία σήραγγα (tunnel) στην Καμάριζα μήκους 265,25 μ. Εγκαινιάστηκε τον 1871 και αποτελούσε πρωτοποριακό έργο για την εποχή εκείνη, με σημαντικά οφέλη για την εξορυκτική μεταλλοβιομηχανία.
Fig.16. On the left the “Laureotikos” railway, archive of G. Manthos. Right: The 10 km long Lavrio-Kamariza-Bergekou industrial steam railway which also included a 265.25m long tunnel in Kamariza. It was inaugurated in 1871 and was a pioneering project for that time, with significant benefits for the mining and metallurgical industry.

ΙΙ.6. 1896 : η πρώτη μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων της Καμάριζας

Η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και της συνδικαλιστικής δραστηριότητας στον τόπο μας συνιστά μια ακόμη πρωτιά για το Λαύριο και την ιστορική διαδρομή του. Απαρχή των εργατικών κινητοποιήσεων είναι οι απεργίες του 1883, 1887, 1894 και 1896. Τη τελευταία αυτή χρονιά,  έγινε στην Καμάριζα μία σημαντική απεργία των μεταλλωρύχων διάρκειας 18 ημερών με αιτήματα όπως κατάργηση των εργολάβων ως ενδιάμεσων εκμισθωτών των εργατών, αύξηση του ημερομίσθιου, κατασκευή νοσοκομείου στην Καμάριζα κ.α.  Η απεργία, που ήταν πρωτόγνωρη για την Ελληνική κοινωνία, σημαδεύτηκε από την ένοπλη επέμβαση της τοπικής αστυνομίας που είχε ως αποτέλεσμα νεκρούς και τραυματίες [28]. Η απεργία μπορεί να μην προσέφερε σημαντικές βελτιώσεις για τις εργασιακές συνθήκες των εργαζομένων, ωστόσο η αρχή του εργατικού κινήματος στο τόπο μας είχε γίνει! Το Σωματείο Μεταλλευτών Λαυρίου που ιδρύθηκε την εποχή αυτή, από τα πρώτα στην Ελλάδα, αριθμούσε 5000 μέλη. Ακολούθησαν σε λίγα χρόνια τα γεγονότα και  η εμβληματική μεταλλευτική απεργία της Σερίφου (1916).  Το 1929 ακολούθησε στο Λαύριο και μία δεύτερη μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων και εργαζομένων που διήρκησε 48 ημέρες  και η οποία  σημαδεύτηκε επίσης από ακραία και αιματηρά γεγονότα.     

ΙΙ.7. 1905-1936:   ο Πόλεμος αλλά και  ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός! 

Μετά τον Α’  Παγκόσμιο Πόλεμο, τα μεταλλεία διέρχονται κρίση, ενώ προς τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο πληθυσμός του Δήμου Λαυρεωτικής έχει μειωθεί κατά 50% παρά την εισροή και  εγκατάσταση προσφύγων από τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Το 1917, η Ελληνική Εταιρεία περιόρισε τις εργασίες της ενώ το 1930 εκποίησε τις εγκαταστάσεις της. Στο τέλος της δεκαετίας του 1920, το μεταλλευτικό Λαύριο βρίσκεται αντιμέτωπο με την εξάντληση των ποιοτικών κοιτασμάτων αλλά και την  πτώση των τιμών του μολύβδου διεθνώς. Γίνονται προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό της μεθόδου εμπλουτισμού και της μεταλλουργίας παραγωγής καθαρού μολύβδου (Pb).

Πράγματι, το 1929, τα πλυντήρια εμπλουτισμού της Γαλλικής Εταιρείας που στηρίζονταν στην βαρυτομετρική μέθοδο όπως και στην αρχαία εποχή, αντικαταστάθηκαν. Η εταιρεία εγκαθιστά, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, εργοστάσιο διαφορικού εμπλουτισμού δια επιπλεύσεως με τη χρήση χημικών αντιδραστηρίων χάρη στην οποία βελτιώθηκε η ποσοστιαία ανάκτηση των μετάλλων. Παράγονταν εμπλουτίσματα γαληνίτη (PbS) σφαλερίτη (ZnS) και σιδηροπυρίτη (FeS2) (Εικ. 15D). Από το 1930, εφαρμόστηκε η μέθοδος της απαργύρωσης δια ψευδαργύρου, ενώ μετά το 1936, λειτούργησαν εργαστήρια για την παραγωγή μινίου, λιθαργύρου καθώς και  ελασματοποιείο για την παραγωγή φύλλων μολύβδου.

ΙΙ.8. H  “κατοχική” χρονιά του 1942!

Κατά τη περίοδο της κατοχής από τους Γερμανούς, και συγκεκριμένα το 1942, ο λαός του Λαυρίου, που αριθμούσε τότε 5.000 περίπου κατοίκους υπέφερε από τη πείνα με αποτέλεσμα να πεθάνουν 572 άτομα. Τότε με πρωτοβουλία του Κ. Κονοφάγου, που εργαζόταν ως νέος μηχανικός στην Γαλλική εταιρεία, με  μια ομάδα από  έμπιστους τεχνικούς), παρήγε κρυφά από τους κατακτητές,  μεταλλικό άργυρο (Ag), καθώς υπήρχε απόθεμα τριπλού κράματος “Pb-Zn-Ag” από το οποίο μπορούσε να παραχθεί  άργυρος μετά από την  κατεργασία της αποψευδαργύρωσης [12]. Το ποσό που αποκόμισαν από την διάθεση του μεταλλικού αργύρου στη μαύρη αγορά, τους βοήθησε να χρηματοδοτήσουν και να οργανώσουν συσσίτια για τα παιδιά, που λιμοκτονούσαν. H μεταλλουργική τεχνολογία αλλά πρωτίστως ο ανθρωπισμός έσωσαν τα παιδιά του Λαυρίου από την ασιτία!

ΙΙ.9.  1977: η Γαλλική Εταιρεία  μετά από 100 περίπου χρόνια διακόπτει τη λειτουργία της!

Μετά την δεκαετία του 1950, η Λαυρεωτική φιλοξενεί , παράλληλα με τις μεταλλευτικές, σημαντικές νέες εγκαταστάσεις του βιομηχανικού τομέα (Πυρκάλ, Dow, Αιγαίον, Ιζόλα, ΔΕΗ, ΕΒΟ κ.ά.).  Ωστόσο, κατά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, η βιομηχανική κρίση πλήττει τα πιο σημαντικά κέντρα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου και του Λαυρίου. Η χρονιά του 1977 είναι  εμβληματική. Οι εξορύξεις της “Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου”,  σταματούν και η εταιρεία λειτουργεί κύρια με εισαγωγή μεταλλευμάτων μέχρι το 1982, οπότε και  αναγκάζεται να διακόψει τελικά τις δραστηριότητές της.

Το 1982-1992 στη θέση της Γαλλικής εταιρείας, δημιουργείται η Ελληνική Μεταλλευτική Μεταλλουργική Εταιρία Λαυρίου (ΕΜΜΕΛ),  που  λειτούργησε υπό κρατικό έλεγχο, με κατεργασία μεταλλευμάτων κυρίως από το εξωτερικό. Το 1992 οι περισσότερες μονάδες διέκοψαν τη λειτουργία τους και περισσότερο από το 20% των κατοίκων της πόλης, έχοντας πληγεί από την ανεργία, την εγκαταλείπουν. Το φάσμα της ανεργίας απλώνεται απειλητικά στην Λαυρεωτική Γη.

ΙΙ.10.  1995-1996: γεννιέται  το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (ΤΠΠΛ).

Το εργοστάσιο της Γαλλικής Εταιρείας στον Κυπριανό  αφού αγοράστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού,   στη συνέχεια παραχωρήθηκε στο ΕΜΠ, το οποίο δημιούργησε εκεί το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (Τ.Π.Π.Λ.), για  τη διαφύλαξη και ανάδειξη της βιομηχανικής κληρονομιάς, την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και τη προσέλκυση για εγκατάσταση εταιρειών σύγχρονης τεχνολογίας και ερευνητικής καινοτομίας. Η ίδρυση του ΤΠΠΛ σηματοδοτεί τη στροφή στην πολιτιστική αξιοποίηση της βιομηχανικής κληρονομιάς  και την επανάχρηση των εγκαταστάσεων του Λαυρίου για επιχειρήσεις καινοτομίας και δράσεις πολιτισμού.  Ήδη το 2015, εορτάστηκαν τα 20 χρόνια λειτουργίας του ΤΠΠΛ.

ΙΙΙ. ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΛΑΥΡΙΟ: ΜΙΑ  ΝΕΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ  ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ! 

Μπορεί η μακραίωνη μεταλλευτική δραστηριότητα, που περιγράφηκε στο συνοπτικό μας χρονολόγιο να διεκόπη πιθανότητα χωρίς επιστροφή, εντούτοις άφησε μια σημαντική παρακαταθήκη στο σημερινό Λαύριο: την υλική αλλά και άυλη κληρονομιά της, που μας καλεί να την αξιοποιήσουμε επ’ ωφελεία των πολιτών του Λαυρίου και γενικότερα.

Η μεταλλευτική περιήγηση, η εναλλακτική αυτή μορφή τουρισμού, που ολοένα κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει ένα πρόσθετο συγκριτικό πλεονέκτημα  και έναν αναπτυξιακό στόχο για τη Λαυρεωτική προσφέροντας στον  επισκέπτη –περιηγητή  μία πρωτόγνωρη βιωματική εμπειρία  μέσα σε ένα “υπερβατικό” υπόγειο περιβάλλον [29, 30]. Δεν είναι τυχαίο ότι το Λαύριο καταγράφεται διεθνώς ως ένα υπαίθριο αλλά και υπόγειο μεταλλευτικό «μουσείο», δηλαδή  ως ένα “υπόγειο με θέα”! 

Εξάλλου η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός της  σημαντικής μουσειακής υποδομής του Λαυρίου μπορεί επίσης να αποτελέσει πυλώνα εκπαιδευτικής και πολιτιστικής δράσης αλλά και τουριστικής προβολής. Σήμερα λειτουργεί το Αρχαιολογικό Μουσείο, που εγκαινιάστηκε  το 1999 με αξιόλογα εκθέματα καλύπτοντας την ανθρωπογενή δραστηριότητα στη Λαυρεωτική από την Παλαιολιθική -Νεολιθική περίοδο, τα κλασσικά κυρίως  χρόνια  και μέχρι τον 6ον αι.  μ. Χ. αιώνα. 

Εξάλλου, ήδη λειτουργούν δύο  Ορυκτολογικά  Μουσεία με εξαιρετικό ενδιαφέρον, τόσο επιστημονικό όσο και κατεξοχήν μουσειακό, με σπάνια ορυκτά εκθέματα [31], χαρακτηριστικά ορυκτά της περιοχής (Τype Localities) σε παγκόσμιο επίπεδο [32].  Το Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου που ιδρύθηκε και λειτουργεί εδώ και 35 χρόνια από την Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής  (Ε.ΜΕ.Λ) σε ένα μικρό διατηρητέο  κτίριο του 19ου αι. (Εικ.17Α,Β ) με στόχο την μετεγκατάσταση και ανασυγκρότησή του. Επίσης λειτουργεί ένα ακόμη σημαντικό μουσείο, το Ορυκτολογικό & Μεταλλευτικό Μουσείο του Αγ. Κωνσταντίνου (Καμάριζας), που ιδρύθηκε  το 1975 από τον σύλλογο “Εταιρεία Ορυκτοφίλων” του Αγίου Κωνσταντίνου και στεγάστηκε στο διατηρητέο κτίριο του μηχανισμού κίνησης του μεταλλευτικού φρέατος Serpieri Νο 1 (Εικ. 17 C,D ). Επιπρόσθετα  σήμερα γίνονται αξιέπαινες προσπάθειες για την οργάνωση και λειτουργία δύο νέων σημαντικών μουσείων, όπως το Μουσείο Μεταλλείας-Μεταλλουργίας στο Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (ΤΠΠΛ), καθώς και το Μουσείο Κεραμικής Α.Κ.Ε.Λ. «Πάνος Βαλσαμάκης” .

Εικ. 17: Από τη μουσειακή ποικιλία του μεταλλευτικού/ορυκτολογικού Λαυρίου. (Α), (Β): Το Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου που ιδρύθηκε και λειτουργεί εδώ και 35 χρόνια από την Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής (Ε.ΜΕ.Λ). (C), (D): Το Ορυκτολογικό & Μεταλλευτικό Μουσείο του Αγ. Κωνσταντίνου (Καμάριζας), που ιδρύθηκε το 1975 από τον σύλλογο “Εταιρεία Ορυκτοφίλων” του Αγίου Κωνσταντίνου. Φωτ. Χ. Κοσμίδης, Κ. Μελεούνη και Π. Τζεφέρης.
Fig. 17: Mineralogical and mining museums in Lavrion. (A), (B): The Mineralogical Museum of Lavrion, founded and operating for 35 years by the Society for the Studies of Lavreotiki, EMEL). C, D: The Mineralogical & Mining Museum of Ag. Konstantinos (Kamariza) founded in 1975 by the association of “Friends of Minerals Society” of Ag. Konstantinos. Photo Ch. Kosmidis, K. Meleouni and P. Tzeferis.

Υπάρχει μεταλλευτικό μέλλον για το Λαύριο. Ο χρόνος θα δείξει. H πόλη του Λαυρίου ήδη μετεξελίσσεται από μια βιομηχανική/μεταλλευτική πόλη σε μια δυναμική εμπορική και τουριστική πόλη με σημαία τον πολιτισμό. Σήμερα η  Λαυρεωτική κατέχει ένα  σπουδαίο ρεκόρ με την πολυπληθέστερη αναλογική παρουσία ενεργών πολιτιστικών ενώσεων από κάθε άλλη περιοχή της χώρας. Επίσης σημαντικές είναι το τελευταίο καιρό οι επιστημονικές αποστολές και ανακοινώσεις – δημοσιεύσεις  αλλά  και οι διαδικτυακές πρωτοβουλίες μέσω ιστοσελίδων για την ενημέρωση αλλά και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς της Λαυρεωτικής.  Επισημαίνεται ότι  προσφάτως διενεργείται  μία συντονισμένη  και φιλόδοξη  προσπάθεια,  υπό την αιγίδα του Δήμου  και με την ενεργό συμμετοχή της ΕΑΓΜΕ (πρώην ΙΓΜΕ) και άλλων φορέων ,για την ένταξη της Λαυρεωτικής  στα ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο δίκτυο γεωπάρκων και εν συνεχεία ει δυνατόν στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, γεγονός που θα συμβάλει αποφασιστικά στην παγκόσμια αναγνώριση της Λαυρεωτικής,  με συνέπεια την προσδοκώμενη  αύξηση της επισκεψιμότητας.

Συμπερασματικά, η Λαυρεωτική διαμορφώνει  μία αισιόδοξη αναπτυξιακή προοπτική. Η  προοπτική αυτή θα πρέπει να πλαισιωθεί και από άλλες αναπτυξιακές δράσεις και έργα υποδομής που ήδη βρίσκονται σε καλό δρόμο όπως η προοπτική επέκτασης του Προαστιακού και της Αττικής Οδού,  η περαιτέρω αξιοποίηση του Λιμένα Λαυρίου, οι υπηρεσίες σύγχρονης μαρίνας κ.α. Το μέλλον λοιπόν ανήκει στην Λαυρεωτική που μπορεί να ξαναβρεί το  ρόλο της  και την συνδρομή της στην ανάπτυξη  όχι μόνον της  τοπικής κοινωνίας   αλλά και  γενικότερα  της  Εθνικής  οικονομίας,  όπως και στις παλαιότερες εποχές.


ΑΝΑΦΟΡΕΣ

  1. Νάζου, Μ., (2021): Οι απαρχές της μεταλλευτικής στη Λαυρεωτική: Η περίπτωση της στοάς 3 στο Θορικό. Άρθρο που υποβλήθηκε για να συμπεριληφθεί στον επετειακό τόμο του Δήμου.
  2. Παπαδημητρίου, Γ. Δ., (2021): Το Λαύριο ως μεταλλευτικό και μεταλλουργικό κέντρο παραγωγής χαλκού, αργύρου, μολύβδου και σιδήρου. Ανάπτυξη και μεταφορά μεταλλουργικής τεχνολογίας από τα προϊστορικά χρόνια ως τη ρωμαϊκή περίοδο. . Άρθρο που υποβλήθηκε για να συμπεριληφθεί στον επετειακό τόμο του Δήμου.
  3. Mussche, H., (1998): Thorikos. A Mining Town in Ancient Attika . Gent.
  4. Τσάιμου, Κ. (1988): Εργασία και Ζωή στο Αρχαίο Λαύριο σε εγκατάσταση εμπλουτισμού μεταλλευμάτων τον 4ον Αιώνα π. Χ. Διδακτορική διατριβή στο Ε.Μ.Π.
  5. Οικονομάκου, Μ. : Θορικός στη Λαυρεωτική http://odysseus.culture.gr/h/3/gh352.jsp?obj_id=2468 
  6. Τσάιμου, Κ. Γ., 1996: Εργασία και Ζωή στα Μεταλλεία. Οι ειδικές σχέσεις μεταξύ των ελεύθερων πολιτών και των πολυάριθμων δούλων. Η Καθημερινή Επτά ημέρες αφιέρωμα., 6-7 Ιανουαρίου 1996. Επιμέλεια Ε. Τραίου.
  7. Kapetanios, A. and Docter, R., F, 2018: The Theatre. Exploring Thorikos. Edited by Docter, R., F, and Webster, M.
  8. Μπίτζιος , Δ., Τζεφέρης, Π., (2018): Το ελλειψοειδές σχήμα του αρχαίου θεάτρου του Θορικού. μια πιθανή εξήγηση, Huffingtonpost t, 17/11/2018.
  9. Λαμπρινουδάκης, B., (2021): Η Λαυρεωτική στη θρησκευτική και πολιτική ζωή της πόλης - κράτους των Αθηνών. Άρθρο που υποβλήθηκε για να συμπεριληφθεί στον  επετειακό τόμο του Δήμου.
  10. Σαλλιώρα – Οικονομάκου, Μ., (2004): Ο αρχαίος Δήμος του Σουνίου: Ιστορική και τοπογραφική επισκόπηση,Μ. Τουμπής ΑΕ.
  11. Μαρίνος, Γ.Π. & Petrascheck, W.E., (1956): Λαύριο. Γεωλογικαί και Γεωφυσικαί Μελέται, Τόμος IV, Νο. 1. Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, Αθήνα, 247 σελ.
  12. Κονοφάγος, Κ.Η., (1980): Το Αρχαίο Λαύριο και η Ελληνική Τεχνική Παραγωγής του Αργύρου. Εκδοτική Ελλάδος Α.Ε., Αθήνα, 458 σελ.
  13. Κονοφάγος, Κ., Η., (1997): Η δημοκρατία της Αθήνας και οι παραχωρήσεις στους πολίτες της των μεταλλείων αργύρου της Λαυρεωτικής κατά τον 4ο αιώνα π. Χ., ΕΜΠ, Αθήνα, σελ.142.
  14. Κακαβογιάννης, Ε. Χ., (2005): Μέταλλα Εργάσιμα και Συγκεχωρημένα. Η οργάνωση της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της Λαυρεωτικής από την Αθηναϊκή Δημοκρατία. Υπουργείο Πολιτισμού Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 90.
  15. Crosby, M., (1950): The leases of the Laurion mines. Hesperia XΙX, 189-312.
  16. Αττάλογλου, Α.,(2017): Καινοτομία, μία έννοια που πρέπει να αγκαλιάσουν οι Έλληνες ξανά . Huffingtonpost.20.01.2017.
  17. Kakavogiannis, E.,(1988): The ancient Mines of Lavreotiki, Ministry of labor, Athens
  18. Morin, D., Herbach, R. and Rosenthal, P., 2012: The Laurion shafts, Greece: ventilation systems and mining technology in antiquity. Historical Metallurgy 46(1) 2012 9–18 p.
  19. Παπαδημητρίου, Γ., 2000.: Η παραγωγή μολύβδου στο Αρχαίο Λαύριο στη διάρκεια των Κλασικών χρόνων και των Ρωμαϊκών χρόνων. Θ’ Επιστημονική Συνάντηση Νοτιοανατολικής Αττικής 13-16 Απριλίου 2000. Διοργάνωση Ε.ΜΕ.Λ.. 111-127σελ.
  20. Carrier, C. R., 1998: A brief reference on Ancient Money, Columbia University, U.S.A.
  21. Κονοφάγος Κ.Η,  και Παπαδημητρίου, Γ. Δ.,1981: Η τεχνική της παραγωγής σιδήρου και χάλυβος από τους αρχαίους Έλληνες στην Αττική κατά την Κλασσική περίοδο, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών,56, 148-172 σελ.
  22. Δερμάτης, Γ. Ν., (2004):Από τις πηγές του Αργύρου στο μεταλλείο πολιτισμού. Δήμος Λαυρεωτικής, 99 σελ.
  23. Κανατούρης, Α., (2019)¨Σερπιερίνα, η κίτρινη παπαρούνα του Λαυρίου. Εφημερίδα  «ΝΤΕΛΑΛΗΣ Σαρωνικού-Λαυρεωτικής», (φύλλο Μαΐου-Ιουνίου 2019).
  24. Δερμάτης, Γ. Ν., (2003): Λαύρειο το μαύρο φως. Η μεταλλευτική και μεταλλουργική βιομηχανία στο Λαύρειο 1860-1917. Ελληνική και Ευρωπαϊκή διάσταση. Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρείου, 564 σελ..
  25. Κεκροπούλου, Μ.,(2015):Το Λαυρεωτικό ζήτημα 1870-1873. Ενάλιος, 445 σελ.
  26. Cordellas, Á., (1869): Le Laurium, Marseille
  27. Μάνθος Γ. Κ., (2015): "Λαύριο η Βοή του Χρόνου - Το Νεότερο Λαύριο της Μεταλλείας και Μεταλλουργίας", έκδοση Εταιρείας Μελετών Λαυρεωτικής, Λαύριο 2015, 360 σελ.
  28. 28 Πετράκη Γ., (1996): “Οι εργατικοί αγώνες : Τρεις σημαντικές απεργίες-σταθμοί στην ιστορία της πόλης του Λαυρίου” στο Λαύριο: Μεταλλεία-Βιομηχανία-Ανεργία, Καθημερινή, Επτά Ημέρες 6-7Ιανουαρίου 1996. Επιμέλεια Ε. Τραίου.
  29. Κατσάρος, Η, & Μπίτζιος, Δ., (2020): Ονειρευόμαστε μία οργανωμένη και ασφαλή υπόγεια περιήγηση στη μεταλλευτική στοά “80”  στην Πλάκα Λαυρεωτικής. https://www.oryktosploutos.net/2020/02/80_15.html
  30. Τζεφέρης, Π., (2017): Μεταλλευτική Περιήγηση ΑΕ, Ηuffington Post, 21/09/2017.
  31. Βουρλάκος, Ν.Μ, & Φίτρος,Μ..Γ,(2019): Τα Ορυκτά της Λαυρεωτικής. Έκδοση Εταιρείας Μελετών Λαυρεωτικής, 208σελ.
  32. Rieck, B. & Tzeferis, P. (2021): Type Locality Minerals from the Lavrion Mining District. Άρθρο που υποβλήθηκε για να συμπεριληφθεί στον επετειακό τόμο του Δήμου.
Lavreotiki, the terminal point of more than 6000 years of mining and metallurgical history embracing the past and promising for the future.

English Summary

LAVREOTIKI: THE CHRONΙCLE OF A UNIQUE WORLD HERITAGE OF MORE THAN  6,000 YEARS OLD !!

By  Dr. P. Tzeferis*  and   Dr. D. Bitzios**

*P. Tzeferis, Dr. Mining-Metallurgical Engineer, General Director- Greek Ministry of Environment and Energy

** D. Bitzios, Dr. Economic Geologist

There is no other region in the whole world like Lavrio-Lavreotiki, which combines so brilliantly the mineralogical and geological features together with  the mining activity and archaeological industrial heritage. The famous mines of silver operated with small interruptions from the 4th millennium BC to the Late Roman period, and in continuity, in the modern era,  from the middle of the 19th to the end of the 20th century.  The period with the most intensive exploitation took place during the classical period (6th to 4th century BC). The ancient miners mined a total of at least 13 million tons of ore containing 20% lead (Pb) and 400 g/t silver (Ag). From the mined ore they produced a total of 3,500 tons of metallic silver (Ag) and 1.4 million tons of lead (Pb) with an estimated total mineral value of more than $50 billion.

However, the biggest added value of Lavrio is its unique global geological and mining-metallurgical  heritage.This article summarizes the most important historical periods related to the development of ancient and modern mining and metallurgical  activity in Lavreotiki, an activity that was to leave its imprint on the region up to the present day.  Also,  it tries to connect interpretively the historical and “technological” events, in an attempt to trace the region’s huge historical legacy, with a hopeful eye to the future. An attempt is also made to document the relationship of the ancient mining Lavrio of the classical era with perhaps the most important anniversary event of ancient world history, which is associated with the victorious Naval Battle of Salamis 2500 years ago.

Ι. PREHISTORIC AND ANCIENT MINING HISTORY OF LAVRIΟN

I.1 Prehistoric times: Thorikos was the starting point!

Lavreotiki is considered to be the earliest recorded site for mining in Europe. The very beginning of the mining and metallurgical  activity is located from the 4th-3rd millennium BC in the area of ​​Thorikos, one of the most important ancient industrial areas of Europe, and specifically on the Velatouri hill in which the habitation has been considered possible since the middle of the Neolithic era, circa  4500 BC. [1]. From this site, north of the city of Lavrion, the miners of prehistoric Thorikos had started the extraction of silver-lead containing mixed sulfide minerals first by the method of surface mining (Fig. 1)  as the mineral was visible on the surface and then by underground mining works such as galleries and wells. On the southwest side of the hill, quite close to the Thorikos Theatre,  are the ruins of the mining town of the classical times, the so-called “Industrial Village”, with its mine galleries, the impressive metal workshops (“ergastiria”) for the processing of silver-lead ores [3]. The coexistence (“symbiosis”) of people settlements with mining activities and  metallurgical laboratories is a common phenomenon in ancient Lavrion [3,4].

I.2. 6th-4th cent. BC:  the theatre at Thorikos and its relation to the mining activity.

The theatre of Thorikos that was built from the 6th to the 4th cent. BC is the most ancient theater to be preserved in Greece and considered one of the most important attractions of Lavreotiki (Fig. 2). The capacity of 4000 spectators [5], suggests that in addition to free citizens, the slaves who were far outnumbered in Lavrio,  were also allowed to attend theatrical performances [4]. The theater is elliptical in shape rather than the usual semicircle scheme, as it is located between two parallel mineralized horizons so as not to exclude the exploitation of the included silver-lead ores [8]. This last remark is proving that the main concern of the ancient miners was the coexistence of mining and cultural activity.

I.3. 5th century BC: the Salamis Naval  Battle and the “Maronia” by Aristotle. 

The most important historical event of the ancient Mining in Lavrion undoubtedly took place in 483 – 482 BC, a period when it is estimated that the large silver-lead bearing mineral deposit was discovered in the West of Lavrio area of ​​ “Maronia” which is mentioned in Aristotle’s Athenaion Politeia 22.7. Many important researchers of Lavrio, such as E. Ardaillon, A. Kordellas and, in more recent times, M. Oikonomakou, tried to geographically determine the location of Aristotle’s “Maronia”, with it being more likely to be found in the area of today’s Kamariza, Agios Konstantinos (Fig. 3-Map, area A). A second area (Fig.3, area B on the map) is proposed too, north of the Michalis hill which is located from the valleys of Sourizas and Botsari to the valley of Noria, covering an area of 3500-4000 acres. The “Maronia” mining area includes a rich Pb-Ag ore deposit, the so-called third geological contact between the “Lower Marble” and the overlying “schist of Kaisariani”. The exploitation of this mineralized zone was a real feat of the ancient miners of Lavrio that has to be highlighted as this ore deposit is not visible on the surface but is located at a depth of about 34-77 meters and therefore was extra difficult to reach with the technical possibilities of that time [11].

The result of this ore deposit discovery was that significant amounts of money from its exploitation flowed into the funds of the Municipality. With this surplus of revenues, Themistocles persuaded the Athenians to build 200 triremes (Fig. 4) creating a powerful fleet that thus defeated the Persian fleet at  Salamis (480 BC), preserving the Hellenic civilization and culture (Fig.5).

I.4. Classical Period (5th -4th cent. BC): the apogee!

Mineral wealth of Lavrio was the main source of financial prosperity of Athens and the construction of the immortal monuments of the Golden Age of Pericles. The ancient miners of Lavrion implemented an admirable organizational system for the profitable exploration, extraction and processing (enrichment and smelting) of argentiferous lead ores (Figs 6,7 and 8) but also a legal framework in collaboration with the Public and Private sector. This was achieved by taking full advantage of the experience acquired through the past that helped them to succeed a constant upgrading of the existing technological and other capabilities. This is the Technological Miracle of the ancients miners, an Intangible Cultural Heritage that they bequeathed  to us and which we have a duty to preserve and promote in any appropriate way.

During the period from the 7th to the 1st cent. BC, Lavrion produced a total of 3,500 tons of metallic silver (Ag) intended mainly for the minting of Athenian tetradrachm coins, the famous “owls from Laurium” according to Aristophanes (Fig. 10) but also for the manufacture of valuable items such as jewelry, sacred utensils, tributes, etc. Also, in the same period,  1.4 million tonnes of lead (Pb) were produced for various uses [7]. The total estimated value of mining/metallurgical production was 850 million Attic drachmas which corresponds – based on the exchange rate of 1 Attic drachma = $60- to $51 billion [12,13, 19, 20].

However, in addition to the mining and metal products mentioned above, marble and travertine (“porolithos”) stone quarries also operated in ancient Lavrio. The area of Agrileza is considered remarkable with marble quarries that were used in the 5th century BC for the construction of the Temple of Poseidon in Sounio. (Fig.11).

Finally, it should be noted that the whole achievement of the ancient miners would not have been possible without the effective contribution of the slaves, who are rightly regarded as the invisible heroes of antiquity, the true pillars of the mining and technological miracle of the time.

I.5. Hellenistic-Roman Period: the decline

307 BC is considered the date of the last mining concessions of Lavrio as the “argentiferous cerussite and galena” ore ceased to be produced in remarkable quantities [8].

With the beginning of the Hellenistic period, the production of silver decreased dramatically. The ancient miners turned to new methods of silver production from recycling, slag and mainly litharge which, due to cupping losses, contained lead inclusions rich in silver (Fig.12).

The mining works in Lavrio continued even after the 1st century BC at a reduced pace and with long intervals of activity cessation.

 I.6. The period between 6th and 19th cent. AD: the abandonment and silence!

From the years of Roman rule until the 6th Cent AD, it seems that mining works dwindled to an occasional mixing of “slag” and “limestone” in order to extract small amounts of Pb and Ag. In the following long period, from the 6th cent AD to the middle of the 19th century,  Lavrion mining and metallurgical works were discontinued and Lavrion was really considered as an abandoned place.

ΙΙ. 19th-20th cent. MINING ACTIVITY OF LAVRION

Although the Lavrio mining was inactive and abandoned for thirteen consecutive centuries, in newer times, which began shortly after the middle of the 19th century, in parallel with the first steps of the modern Greek state, Lavrion once again became an important mining and metallurgical center gradually producing lead,  litharge (PbO, from lithargyros), minium, and silver (Fig.13, 14, 15). The mining works of the ancient miners and the intangible ancient-mining heritage formed the guide of the miners of modern Lavrio who for over 100 years continued the work of the ancient ones.

II.1. The period 1859-1864 (A. Cordellas): The first identifying steps…

In 1860 the miner – metallurgist A. Kordella identified the presence of extensive remains – waste of ancient holdings with significant contents of lead and zinc. He then contacted J.B. Serpieri, a French-Italian miner and businessman, who in turn set up the company “Hilarion Roux et Cie” or “Roux – Serpieri – Fressynet C.E.” (1864-1873).

II.2. 1865: the birthday of the reborn Lavrion!

The company “Roux – Serpieri – Fressynet C.E.” of J.B. Serpieri proceeds to the installation of concentrating (“enrichment”) units and smelting furnaces for the production of metallic argentiferous lead (Fig. 15A). The year 1865 is the birthday of the reborn Lavrion, as that year, after many centuries of silence, this historic product was produced again!

The company, in addition to the ancient “slags” and the ores it mined, began to supply its units with the “ekvolades”, i.e. the coarse waste sorting of the ancient ores, with a marginal content ( “Cut off grade”)  of 7% of lead (Pb) and a relatively low content of silver (Ag) [12]. Also, during this period they started to mine the rich in zinc ores, such as smithsonite or calamine (ZnCO3), that had not been exploited yet, thus producing concentrated calcined calamine products. In 1867 already, the company employed 1.200 workers, a record number compared to contemporary employment figures country-wide.

II.3. The political crisis of 1869-1873: the Laurium Affair

In 1865 the “Hilarion Roux et Cie” company, requested from the Greek State the exploitation of the mines that still existed from antiquity, thus to melt the ancient wastes: slags and “ekvolades”.  This request provoked conversations and recriminations in the Parliament because its members believed that the company becomes richer by exploiting the wealth of the country without paying the real value in taxes.

The  Greek Government challenged this right of Serpieri’s company to exploit the metal-bearing ancient wastes, in fact passing in May 1871 a relevant law, according to which the “ekvolades” were considered to belong to the State and their right of exploitation has to be granted through the tendering procedure.

The company refused to stop the exploitation of the “ekvolades” resulting in a renowned dispute between the Greek State and the Company and a wide-ranging political crisis, the so-called Laurium (or Lavreotika) Affair [25].

One of the results of the crisis was the eventual setting up of two companies: the  Hellenic (based in “Ergastiriakia», Old Port) which was created after the acquisition of “Hilarion Roux et Cie” by A. Syggros, and the French (based in Kyprianos bay).

II.4. 1873 -1875: the establishment of two companies, the Greek and the French.

In 1873, the “Hellenic Society of Lavrio Metallurgies” usually called “the Greek company” (1873-1917), was founded with the right to exploit the ancient mining remnants, i.e. the “ekvolades” as well as the ancient slags. The “ekvolades” were first treated in ore enrichment washing  installation (Fig. 15C) and then the enriched concentrates as well as the slags were led to the furnaces  for melting in the old Port “Ergastiriakia” site.

Almost at the same time, another company called “Kamariza Mines” (1873-1875) was founded, which two years later was succeeded by the “Compagnie Francaise des Mines du Laurium” (1875-1982), the so-called “French Company” with facilities at the “Kyprianos” site. The argentiferous lead, zinc, and mixed sulfide ores undergo mechanical preparation by the ore crushers and the washing units at Kyprianos. Then the ores were metallurgically processed. The final product contained 95% lead and was exported to Europe (mainly French) for the recovery of metallic silver (Ag).

ΙΙ. 5. 1880-1889: a new industrial city was born, here in Lavrio!

Both Greek and French companies were in contact with the advanced industrial centers in Europe and the rest of the world. Lavrion soon evolved into an industrial city with an important Port and about 9,000 employees gathered from all over Greece (Santorini, Milos, Crete, etc.). Also,  experts and technical staff from abroad (Italy, Spain, etc.).

New pioneering technologies and inventions are first appearing nationwide in Lavrio. In this decade, telephones (1882) and electric lamps (1887) were used for the first time in Greece at Lavrion.

Also, during the years 1885-1957, the Attic (or “Laureotikos”) Railway was installed and first operated by the Hellenic Metallurgical Company. It originally started at Lavrio Square in Athens and ended in the center of Lavrio, with a total network length of 64 km, after first passing through Koropi, Markopoulo and Keratea regions (Fig. 16).

Finally, the city during this period gradually acquired its special architectural character with industrial buildings and the neoclassical appearance of the urban settlements that are currently included in an important legacy of Ιndustrial Heritage.

II.6. 1896: the first big strike of the Κamariza miners.

This year there was a significant strike of the miners in Kamariza lasting 18 days with demands such as the abolition of the contractors as intermediary landlords of the workers, increase of the wage, construction of a hospital in Kamariza, etc., which, however, ended dramatically with the death of a total of four strikers and the injury of many others. Nevertheless, the beginning of the labor movement in our country was a real fact! The Lavrio Mining Association, which was founded at that time, was one of the first in Greece, with 5,000 members. The events and the emblematic mining strike of Serifos was to follow in a few years (1916). 

II.7. 1905-1936: the War but also the technological revolution!

After the First World War, the mines went through a crisis, while towards the end of the 1920s, the population of the Municipality of Lavreotiki has decreased by 50%. In 1917, the Hellenic Company reduced its operations while in 1930  sold its facilities. In the late 1920s, mining Lavrion was facing the depletion of quality deposits and the continuing fall in lead prices. Efforts were being made to modernize the Enrichment method and Metallurgy to produce pure lead (Pb).

Indeed, in 1929, the enrichment ore washing installations of the French Company, which relied on the gravimetric method as in ancient times, were replaced. The company is setting up for the first time in Greece an enrichment plant using differential flotation for the production of galena (PbS) sphalerite (ZnS) and ferro-pyrite (FeS2) concentrates, thanks to which the metal performance was considerably improved (Fig. 15D).

II.8. The  “German occupation” year of 1942!

During the period of occupation by the Germans, and specifically in 1942, the people of Lavrio, which then numbered only 5,000 inhabitants, suffered from starvation resulting in the death of 572 people. Then C. Conofagos, a young engineer in the French company, together with a team of trusted technicians, secretly produced metal silver (Ag) and sold it through the black market. The money they gained helped them to finance and organize meals for starving children. Metallurgical Τechnology, but above all humanity, saved the children of Lavrio from starvation!

II.9. 1977: the French Company after about 100 years ceases to operate!

After the 1950s, Lavreotiki hosts, in parallel with the mining, important new facilities of the industrial sector (Pyrkal, Dow, Aegean, Izola, PPC, EBO, etc.). During the decades of the ’70s and ’80s, a crisis hit the most important industrial centers in Greece, including Lavrio. In 1977, the French Company of Lavrion,  having run for more than 100 years in the region, ceased mining activities. Seven years later, after a series of unsuccessful efforts to get reorganized, the company ceased its metallurgical activities as well. The chain reaction has been spilled over into all major industrial plants of the region, which started interrupting their production lines. The town of Lavrio faced a fierce unemployment problem that caused social disintegration in the region.

II.10. 1995-1996: the Lavrion Technological and Cultural Park (LTCP)

The Senate of NTUA Schools (of Mining-Metallurgical Engineering and Architecture) proposed to the Government the rescue of the “French Company” installations by introducing the concept of a “technology park” and a “museum of mining & metallurgy”. Thus, the idea of the Lavrion Technology and Cultural Park (LTCP) was born. After being sold to the Greek Public and given to the Ministry of Culture, due to its nature, the site was assigned to the NTUA.  The establishment of the LTCP  marks the shift from the mining to the cultural exploitation of the industrial heritage and the reuse of the facilities of Lavrio for business innovation and cultural actions. 

III. TODAY’S LAVRION: A NEW  PERSPECTIVE!

The long-standing mining activity described in our brief chronicle may have been interrupted possibly with no return, however, it left an important legacy in today’s Lavrio: it’s tangible and intangible heritage that invites us to use it for the benefit of the citizens of Lavrio in general.

Mining tourism, this alternative form of tourism, can be a new additional comparative advantage and a development perspective for Lavreotiki that will contribute by offering the visitor-traveler a unique experience and explicit knowledge of the underground mining world! [29, 30]. The whole “city” of underground galleries, mine shafts of more than 100 m. deep, mine ditches, ancient metal workshops and washeries, furnace installations, iron elevator  towers and many more, are tangible proofs of the mining heritage that need our concern.

The city of Lavrio is already evolving from an industrial/mining city to a dynamic commercial/tourist city with a culture flag emphasizing cultural events and activities. Also, there is the technological side, taking into account the active participation of the LTCP, a promising encounter between industrial archaeology and techological innovation.

The very important museum infrastructure of Lavrio can also be a significant pillar of cultural and tourist promotion. The Archaeological Museum, the Mineralogical Museum of Lavrio, which was founded 35 years ago by the Society of Lavreotiki Studies (EMEL) (Fig. 17) and the Mineralogical & Mining Museum of Saint Konstantinos (Fig 17), while efforts are being made for the opening of two new important museums: the Museum of Mining-Metallurgy at the Technological Cultural Park of Lavrio, as well as the Museum of Ceramics.

Recently, a coordinated and ambitious effort is underway for the inclusion of Lavreotiki geosite in the European and World network of Geoparks and subsequently in the UNESCO World Heritage Sites that will contribute decisively to the global recognition of Lavreotiki.

In conclusion, today’s Lavreotiki, with its GeoMining and Industrial Heritage, its incomparable archaeological monuments, its extremely dense museum infrastructure together with the natural beauties of a unique landscape, forms a multi-dimensional development perspective.

 This perspective should be supplemented by infrastructure projects that are already on the right track, such as the expansion of the Suburban Railway and Attiki Odos, the further development of the Lavrio Port, the services of a modern marina, etc.

No part of this publication may be reproduced, transmitted, or disseminated in any form or by any means without prior written permission of the author and the coordinators

Σχετικά Άρθρα