ΑΡΧΑΙΑ ΛΑΤΟΜΕΙΑ & ΤΕΧΝΗ/ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΡΜΑΡΟ

Tα μάρμαρα της Καρυστίας και της Νότιας Εύβοιας

A cipollino marble column in the Basilica of Maxentius in Rome

Στην Νότια Εύβοια δεν υπάρχουν μεταλλεία. Το μεγαλύτερο κοιτασματολογικό ενδιαφέρον στην περιοχή αυτή (Καρυστία, Μαρμάρι κλπ) παρουσιάζουν τα  μάρμαρα και οι σιπολινικές σχιστόπλακες. Πράγματι, από την αρχαία εποχή η Κάρυστος ήταν γνωστή για το περίφημο πρασινόλευκο μάρμαρο με τις σμαραγδοπράσινες φλέβες, την “Καρυστία και Στυρία λίθο” (επίσης cipollino “onion-stone” ή “κρεμμυδάκι”) το οποίο εξορύσσονταν από τα Στύρα μέχρι τις δυτικές υπώρειες του όρους της Οχης. Ονομάσθηκε σιπολίνης (cipollino), επειδή οι εναλλασσόμενες λευκές και πράσινες ταινίες του θυμίζουν επάλληλους φλοιούς κρεμμυδιού.

Το μάρμαρο αυτό χρησιμοποιήθηκε κυρίως στην Ρωμαϊκή εποχή, κατά την οποία η ζήτησή του ήταν πολύ μεγάλη, πιο πολύ με την μορφή των μονόλιθων, μεγάλων διαστάσεων, ορισμένοι εκ των οποίων διασώζονται στην περιοχή ΒΔ του Αετού.Ο Στράβων (C 446) αναφέρει: “Κάρυστος δε έστιν υπό των όρη τη Οχι, πλησίον δε τα Στύρα και το Μαρμάριον, εν ω λατόμιον των Καρυστίων κιόνων ιερόν έχον Απόλλωνος Μαρμαρίνου..

Cipollino Marble Tiles & Slabs, Green Greece Marble Tiles & Slabs

Εκτός από τους μονόλιθους κίονες, το cipollino- μετά από επεξεργασία- έδινε πλάκες επένδυσης, διακοσμήσεις τοίχων, δαπέδων κλπ. με αποτέλεσμα, όπως αναφέρει ο λαογράφος Τ. Ζάππας, η Κάρυστος να θεωρείται ως η τρίτη πλουσιότερη πόλη στο νησί της Εύβοιας. Μόνο στα Ρωμαϊκά χρόνια είχαν εξαχθεί από τη Ν. Εύβοια 150 χιλ. κυβ. με προορισμό τα λιμάνια της δύσης και της ανατολής.

Marmo Cipollino from Karystos Evia in Greece at Forum Romanum. Photo Per Storem

Στην περιοχή βόρεια των Μύλων, τα Χαλίκια, βρίσκονται διάσπαρτες περίπου 70 θέσεις αρχαίων λατομείων. Αλλά και σε άλλες θέσεις Ομπόρες, Καλογέρι, Κιόνια, Μαρμάρι κ.α. όπου και μόνο τα τοπωνύμια μαρτυρούν την παρουσία εξορυκτικής δράσης. Ο Ορλάνδος στην εργασία του “Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων και οι τρόποι εφαρμογής αυτών” έχει εξηγήσει πως γινόταν η εξόρυξη των μονόλιθων κιόνων με την όρυξη διακτυλιοειδών αυλάκων 40-60 εκ. γύρω από τον όγκο εξόρυξης, που επέτρεπαν στους λατόμους να στέκονται και να εργάζονται προχωρώντας σε βάθος την εξόρυξη, όσο χρειαζόταν ώστε να έχουμε το επιθυμητό ύψος του κίονα. Στη συνέχεια γινόταν απόσπασή του από τον κύριο όγκο με υποσκαφή.

Μονόλιθοι κίονες, Καρυστία λίθος (Marmor Carystium, Cipollino Verde)
Βιβλιοθήκη Αδριανού, βόρειο τμήμα της πρόσοψης. Διακρίνονται οι προέχοντες κίονες από Καρυστία λίθο.

Η μεταφορά των όγκων ήταν επίσης μια επίπονη αλλά και πολλές φορές ευφάνταστη διαδικασία με πλακόστρωτους δρόμους λιθαγωγίας και ειδικές κυλίστρες  και τη χρήση σχοινιών, τροχαλιών κλπ. Οσο δε για την θαλάσσια μεταφορά, η φόρτωση γινόταν με προσάραξη του πλοίου σε  έκχωμα ή ανύψωση των όγκων με μηχανικά μέσα, ενώ ειδικά οι Ρωμαίοι είχαν ναυπηγήσει ειδικά ιστιοφόρα τις Naves Lapidariae για τις μεταφορές αυτές. Ενας άλλος τρόπος θαλάσσιας μεταφοράς ήταν το κρέμασμα του όγκου ανάμεσα σε δύο πλεούμενα, έτσι ώστε η άνωση του νερού να μειώνει το βάρος του όγκου.  Εχουν ανιχνευτεί σε περιοχή νότια των Στύρων ίχνη αρχαίου μώλου αλλά και τοιχίου από όπου γινόταν η φόρτωση του πράσινου μάρμαρου που εξορυσσόταν από την ευρύτερη περιοχή.

Το μάρμαρο cipollino της Καρύστου έχει χρησιμοποιηθεί σε μια σειρά Ρωμαϊκών και Χριστιανικών μνημείων αλλά και μεγάρων, όπου ανιχνεύονται σήμερα κίονες και διακοσμητικές πλάκες. Ενδεικτικά: στο Ναό της του Θεού Σοφίας και των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη, την Αδριάνεια Βιβλιοθήκη της Αθήνας, το παλάτι του Ιούλιου Καίσαρα, τον Αγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης, τον Αγιο Απολλινάριο της Ραβέννας, τον Αγιο Μάρκο στη Βενετία, τον Αγιο Πέτρο στη Ρώμη, τον όσιο Λουκά στη Βοιωτία, την αίθουσα τελετών του Αριστοτελίου Παν. Θεσ., την δημόσια βιβλιοθήκη της Ν. Υόρκης, το Ηρώδειο κ.α.

Εκτός από το cipollino μάρμαρο της Εύβοιας, το σκυριανό μάρμαρο (επίσης χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, από τη Συρία μέχρι την Ανδαλουσία (Baetica). Επίσης ,τα μάρμαρα αυτά αναφέρονται στα γραπτά του Στράβωνα, ως « ποικίλη λίθος της Σκυρίας». Ο Louis lacroix (1850)  αναφέρει ότι στα αρχαία χρόνια ο κύριος πλούτος της Σκύρου βρισκόταν στα λατομεία του ποικίλου χρωματιστού μαρμάρου (Σκυρία Λίθος).

Στα χρόνια του 19ου αιώνα λειτούργησαν, γύρω στο 1895-1900, λατομεία Καρυστίας Λίθου στις θέσεις Ντούκα, Πύργος, Νημποριό και Πυργάρι (εταιρεία Marmor ltd). Στο Πυργάρι κτίστηκαν οικήματα για το προσωπικό, αποθήκες εκρηκτικών, υδατοδεξαμενή και κυλίστρα παρόμοια με την αρχαία, απ΄ όπου κυλούσαν τ α μάρμαρα μέχρι την φορτωτήρα. Η ίδια εταιρεία δούλεψε και το Σκυριανό μάρμαρο (1908-1910) ενώ μετά την διαδέχτηκε η Grecian Marbles. Οι εργασίες λατόμησης του Καρυστινού μαρμάρου αλλά και του Σκυριανού συνεχίστηκαν μέχρι το 1941, οπότε και σίγησαν.

Στα νεώτερα χρόνια, μετά το 1970, το σχιστοποιημένο σιπολινικό μάρμαρο (καλείται λανθασμένα “σχιστόλιθος”) παρουσιάζει μεγάλη ζήτηση ως φτηνό υλικό κτισίματος, διάστρωσης, στέγασης (αντι για κεραμοσκεπή) κλπ. Οι θέσεις που λατομούνται οι πλάκες είναι στον Αγ. Δημήτριο, Μελισώνα, Καλύβια, Στουπαίοι, Παραδείσι κλπ. Από άποψη ποιότητας διακρίνονται α) οι κόκκινες πλάκες (σκουριάρες) β) οι κοκκινωπές με καφέ αποχρώσεις οξειδίων του σιδήρου γ) οι πράσινες, ανοικτό έως σκούρο και δ) οι γκρίζες και οι μαύρες πλάκες.

 Το πάχος κυμαίνεται από 1,5 έως 4 εκατοστά και η τιμολόγηση γίνεται με το τετραγωνικό μέτρο. Η ετήσια παραγωγή κυμαίνεται από 100-150 χιλ. τον. ενώ η εικόνα της εκμετάλλευσης είναι ανορθολογική με σοβαρή ελλειψη τεχνικής και περιβαλλοντικής πρακτικής, μικρό βαθμό αποληψιμότητας και κακοποίηση του τοπίου.

[του Δρ. Πέτρου Τζεφέρη, με τη χρήση στοιχείων από το βιβλίο του Γ. Κατσαμάγκου: Η μεταλλευτική ιστορία της Εύβοιας,  Αθήνα 2017]

Σχετικά Άρθρα