Το Λαύρειο αποτελεί ένα ανοιχτό ορυκτολογικό μουσείο και ένα υπαίθριο και υπόγειο βιομηχανικό μουσείο με πλήθος μεταλλευτικών και μεταλλουργικών μνημείων, αρχαίων και νεοτέρων. Μια ιστορία 5.000 χρόνων. Αναφερόμαστε ιδιαίτερα στα μοναδικά διεθνώς μεταλλικά εργαστήρια, τα αρχαία πλυντήρια εμπλουτισμού των αργυρο-μολυβδούχων μεταλλευμάτων και στο εξέχον βιομηχανικό, μεταλλουργικό συγκρότημα της πρώην Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρείου, όπου σήμερα το μεγάλο Τεχνολογικό Πάρκο του ΕΜΠ. Αυτά σε συνδυασμό με τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, το αρχαίο θέατρο στο Θορικό και τη λειτουργική γεωγραφική θέση του Λαυρείου, είναι η νέα πηγή «αργύρου», τα νέα μεταλλεία του τόπου, μεταλλεία παιδείας, τεχνολογίας, οικονομίας και πολιτισμού.
Η φύση του Λαυρείου έθεσε το πλαίσιο για τα δρώμενα της ιστορίας του… Η λύση του αινίγματος, η ανακάλυψη και η εκμετάλλευση των αργυρο-μολυβδούχων κοιτασμάτων του Λαυρείου, έγινε περί το 3000 π.Χ. στο Θορικό, μια δραστηριότητα που θα σφραγίσει την περιοχή ως τις μέρες μας. Οι υπόγειες στοές του Λαυρείου έγιναν οι ανοιχτοί δρόμοι της δύναμης και του μεγαλείου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας· με την ανακάλυψη, μερικά χρόνια πριν το 483 π.Χ., της πλούσιας τρίτης μεταλλοφόρας επαφής στη Μαρώνεια (σημερινή Καμάριζα) και το ασήμι που παρήχθη, κατασκευάσθηκαν οι 200 τριήρεις, σύμφωνα με τον ναυτικό νόμο του Θεμιστοκλή. Μ’ αυτές τις τριήρεις, οι Αθηναίοι και οι υπόλοιποι Έλληνες συνέτριψαν τον περσικό στόλο στη Σαλαμίνα το 480 π.Χ, σώζοντας τον ελληνικό πολιτισμό και την οικουμενικής αξίας συνέχειά του. Η οικονομική ευρωστία της Αθήνας, το κραταιό της νόμισμα, οι περίφημες λαυρεωτικές γλαύκες, όπως τα ονομάζει αργότερα (414 π. Χ.) ο Αριστοφάνης στους «Ὄρνιθες» προέρχονταν απ’ τον άργυρο του Λαυρείου. Πρόσφατα, απ’ την ελληνική κυβέρνηση, αυτή η λαυρεωτική γλαύκα επελέγη ως παράσταση στο κέρμα του ενός ευρώ.
Στη νεότερη εποχή, μετά τη μακρά παύση των εργασιών, 7ος αι. μ. Χ. έως το 1865, το Λαύρειο αναδεικνύεται σε ένα σπουδαίο μεταλλευτικό – μεταλλουργικό κέντρο, ανάμεσα στα παρόμοια της Ευρώπης, παραγωγής μεταλλικού αργυρούχου μολύβδου και μεταλλευμάτων, εμπλουτισμένης – πυρωμένης καλαμίνας, σιδήρου και σιδηρομαγγανιούχων. Αργότερα θα παράγονται και τα υποπροϊόντα του σκληρού μολύβδου, μαλακός μόλυβδος, αρσενικώδες οξύ, μόλυβδος σε φύλλα, λιθάργυρος, μίνιο και άργυρος.
Η τεχνολογία έδειξε τη δύναμή της στις εγκαταστάσεις των μεγάλων εταιρειών του Λαυρείου, κυρίως εμπλουτισμού, φρύξης, τήξης των μεταλλευμάτων και των υποστηρικτικών τμημάτων της παραγωγής, της ιταλογαλλικής Ilarion Roux et Cie (1865 – 1873), της Εταιρείας Μεταλλουργείων Λαυρείου (Ελληνική Εταιρεία, 1873 -1917) και της Compagnie Française des Mines du Laurium (Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρείου, 1875 – 1981), που ήσαν σε επαφή με τα πιο προηγμένα μεταλλευτικά κέντρα της Ευρώπης και της Αμερικής.
Στο διάστημα 1889 – 1914, μέχρι την έκρηξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, ο μέσος όρος εργαζομένων στο Λαύρειο θα είναι 5.800· ο μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων στη νεότερη ιστορία του Λαυρείου θα είναι το 1899, 8.836· αποτελούνταν απ’ Ισπανούς, Ιταλούς, Γάλλους, τους πολυπληθέστερους Έλληνες και άλλης εθνικότητας μεταλλωρύχους, μεταλλουργούς και μηχανικούς.
Λαύρειο είναι ο μόχθος των ανθρώπων· ανοίγοντας δρόμους κάτω απ’ τη γη, σκάβοντας τα σπλάχνα της, σκάβονται τα σωθικά τους και τα πρόσωπά τους, και είναι αυτά τα πρόσωπα που ανοίγουν τους πρωτόγνωρους δρόμους των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων με τις εξεγέρσεις και τις απεργίες τους, ήδη απ’ το 1872, 1883, 1887, 1896 και στη συνέχεια·
Το σημερινό πρόσωπο του Λαυρείου είναι η συνέχεια εκείνων των χιλιάδων προσώπων, που με την εργασία και τους αγώνες τους στην αρχαία και νεότερη εποχή το θεμελίωσαν και το ανέπτυξαν, είναι δε αποτυπωμένα στα «ομιλούντα» μνημεία του και στο σημερινό ήθος των ανθρώπων του. Είναι το βουερό φως της δικαιοσύνης που διατρέχει τις στοές και τους αιώνες του και ορμητικά φθάνει στην παγκοσμιοποιημένη εποχή μας, ως οικουμενικό αίτημα πολιτισμού.
[από το βιβλίο του Γιώργου Ν. Δερμάτη, «Λαύρειο, απ’ τις πηγές αργύρου στα μεταλλεία πολιτισμού», έκδ. Δήμου Λαυρεωτικής, Λαύρειο, 2004, σ.8-18.]