ΓΕΩΛΟΓΙΑ/ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΚΛΑΔΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ

Η αξία των ορυκτών πόρων της Ελλάδος

[Ν.Γεωργακάκη και Γ. Βουγιουκαλάκη]

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι.
ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΜΕΤΑΛΛΩΝ
Μέταλλο
Τόνοι
Αξία (Κ€/t)
Αξία(εκ. €)
Νικέλιο (Λατερίτες – ΛΑΡΚΟ)
934800
15.03
14050,4
Βωξίτης (Al, Φωκίδα, Φθιώτιδα)
250
20
5000,0
Χρώμιο(Χρωμίτες – Ξερολίβαδο, Βούρινος
Κοζάνη)
670000
1.96
1313,2
Μόλυβδος- Ψευδάργυρος (Θράκη, Θάσο,
Κιλκίς, Μολάοι, Σέρρες)
1500800
1.5
2251,2
Μόλυβδος- Ψευδάργυρος (Χαλκιδική)
1596000
1.5
2394,0
Άργυρος  (Θράκη, Κιλκίς, Μολάοι, Δράμα)
644.8
882.14
568,8
Άργυρος (Χαλκιδική)
2111.6
882.14
1862,7
Χρυσός  (Θράκη, Κιλκίς, Καβάλα, Σέρρες)
129.6
37220
4823,7
Χρυσός (Χαλκιδική)
288.12
37220
10723,8
Χαλκός ( Κιλκίς, Θράκη, Σέρρες, Φθιώτιδα)
445630
6.02
2682,6
Χαλκός ( Χαλκιδική)
1043000
6.02
6278,8
Μαγγάνιο (Χαλκιδική, Δράμα, Μήλος)
1034550
2.4
2482,9
Μολυβδένιο, Βολφράμιο, Αντιμόνιο (Ξάνθη,
Λαχανάς, Ροδόπη)
20350
25
508,8
 ΣΥΝΟΛΟ
54940,9
      ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ
ΟΡΥΚΤΑ – ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ
Είδος
Εκατομ.  τον
Αξία (€/t)
Αξία (εκ. €)
Μαγνησίτης (Λευκόλιθος, Γερακινή)
280
35
9800
Περλίτης (Μήλος, Γυαλί, Κως, Κίμωλος)
1200
10
12000
Μπεντονίτης (Μήλος, Κίμωλος)
100
35
3500
Γύψος (Δυτική Ελλάδα)
350
6
2100
Ποζολάνες (Μήλος, Γυαλί, αλλού)
400
10
4000
Διατομίτες
100
25
2500
Ζεόλιθοι (Θράκη, αλλού)
600
30
18000
Άλλα βιομηχ. ορυκτά και πετρώματα
       3200
ΣΥΝΟΛΟ

             55.100
                ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ. ΛΙΓΝΙΤΙΚΑ
ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΑ
Περιοχή
Εκατομ. Τον.
Αξία (€/t)
Αξία (εκ. €)
Πτολεμαΐδα –
Αμύνταιο
1546
40
61840
Φλώρινα
330
40
13200
Μεγαλόπολη
251
40
10040
Ελασσόνα
169
40
6760
Δράμα
900
40
36000
Σύνολο
               127.800

Τα μεγέθη που παρουσιάζονται στους παραπάνω πίνακες προκύπτουν από:

Ι. Για τα μεταλλικά ορυκτά, (Πίνακας Ι), τα δεδομένα από μία συνθετική επισκόπηση του 2011 ομάδας επιστημόνων του ΙΓΜΕ (Αρβανιτίδης κ.α.)** που έχει ασχοληθεί με την κοιτασματολογική έρευνα. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να θεωρηθούν τα πιο έγκυρα σήμερα υπό την έννοια πως είναι τα ίδια που έχουν υποβληθεί επίσημα στην Ε.Ε. ως “οδικός χάρτης” της Ελλάδας για τις μη ενεργειακές πρώτες ύλες.ΙΙ. Για τα βιομηχανικά ορυκτά, (Πίνακας ΙΙ), από μία συνθετική επισκόπηση του 2012, των Τσιραμπίδη και Φιλιππίδη (Κοιτασματολόγοι, Καθηγητές Α.Π.Θ.). Τα στοιχεία αυτά μπορούν να παρθούν υπόψη ως “τάξεις μεγέθους”.

ΙΙΙ. Για τις στερεές ενεργειακές ύλες, (Πίνακας ΙΙΙ), από τα στοιχεία της αντίστοιχης διεύθυνσης του ΙΓΜΕ, και είναι αξιόπιστα. Τα βεβαιωμένα γεωλογικά κοιτάσματα λιγνίτη ανέρχονται σε 6,7 δισ. τόνους, από τα οποία τα 3,2 δισ. εκτιμώνται ως εκμεταλλεύσιμα για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Στους πίνακες αυτούς έγινε μια μικροεπέμβαση που αφορά τον βωξίτη- αλουμίνιο, που μετατέθηκε στην κατηγορία των μετάλλων αντί του πίνακα των βιομηχανικών ορυκτών όπου εμφανιζόταν.Στο παρούσα μικρή έκθεση δεν γίνεται αναφορά στα ρευστά ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) με τα οποία δεν ασχολείται το ΙΓΜΕ αλλά δεν υπάρχουν και γενικότερα αξιόπιστες εκτιμήσεις.
Η αξία των αποθεμάτων υπολογίζεται με βάση τις τιμές της διεθνούς αγοράς του 2011.

Έτσι η συνολική αξία των κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών, βιομηχανικών ορυκτών και λιγνίτη που υπάρχουν στη χώρα, υπολογίζεται σε 55 δισεκατομμύρια € για τα μεταλλικά ορυκτά, 55 δισ. € για τα βιομηχανικά, και σε 128 δισ. € για το λιγνίτη. Επειδή γίνεται αρκετός λόγος τα τελευταία χρόνια για μετάβαση στη μεταλιγνιτική περίοδο, αναφέρονται εκτιμήσεις αρμόδιων της ΔΕΗ, πως με βάση τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης λιγνίτη, εκτιμάται ότι τα αποθέματα της Δυτικής Μακεδονίας επαρκούν για 40 έτη, ενώ αυτά της Μεγαλόπολης για 20 έτη.

Μια ακόμη κατηγορία ορυκτών πόρων είναι οι σπάνιες γαίες** όπου η εικόνα είναι ακόμη πιο ασαφής αφού δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία κοιτασματολογικής έρευνας και δεν υπάρχει καμία σοβαρή εκτίμηση των αποθεμάτων ούτε καν από τον πρώην Γεν. διευθυντή ΙΓΜΕ που συνήθως παρουσίαζε ωραιοποιημένα στοιχεία. Έτσι η κατηγορία αυτή δεν περιλαμβάνεται στην παρούσα έκθεση.

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΙΝΑΚΩΝ:

Πρέπει, βεβαίως, να επαινεθεί η δουλειά των επιστημόνων που συγκέντρωσαν τα στοιχεία αυτά. Όμως πρέπει να γίνει κατανοητό, πως τα παραπάνω μεγέθη, δεν αρκούν, για να εξάγουμε ολοκληρωμένα συμπεράσματα για τους ορυκτούς πόρους μας. Πρώτον, δεν αποσαφηνίζεται γενικά, αν το μέγεθος των αποθεμάτων αφορά αποθέματα όπως είναι στο υπέδαφος (in situ) ή αν είναι τα τεχνικώς απολήψιμα αποθέματα. Επίσης αν τα δεύτερα αυτά είναι και οικονομικά απολήψιμα αποθέματα, σύμφωνα με τα δεδομένα και τις συνθήκες της αγοράς.

Για να προχωρήσουμε στη δική μας προσέγγιση και έχοντας σαν δεδομένο πως δεν υπάρχουν άλλες εκθέσεις με πίνακες δεδομένων, υποθέτουμε πως τα στοιχεία των πινάκων πληρούν και τους δύο όρους. Ότι δηλαδή πρόκειται και για αποθέματα που μπορούμε τεχνικά να τα εξορύξουμε, αλλά και ότι συμφέρει να τα εξορύξουμε. Πάντως κατά κανόνα τα τελικά παραγόμενα προϊόντα, πάντα υπολείπονται των θεωρητικών προσεγγίσεων και υπολογισμών

Θα αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα από αντικείμενο με το οποίο έτυχε να ασχοληθούμε στο ΙΓΜΕ, για να γίνει κατανοητή η απόσταση μεταξύ θεωρητικών προσεγγίσεων- υπολογισμών και της πραγματικότητας. Το παράδειγμα με τους χρωμίτες. Τα βάθη στα οποία βρέθηκαν νέα κοιτάσματα χρωμιτών πριν το 1990, δημιουργούσαν σημαντικές τεχνικές δυσκολίες για οικονομική εξόρυξη τους, όμως το κυρίως πρόβλημα της τυχόν εκμετάλλευσης τους αφορούσε τις εξελίξεις, μετά το 1990, όταν οδηγήθηκε σε κλείσιμο ο δημόσιος φορέας, ΕΛΣΙ, που είχε δημιουργηθεί για την εκμετάλλευση των χρωμιτών.Τα χαρακτηριστικά λοιπόν των κοιτασμάτων χρωμίτη σε συνδυασμό με την ανυπαρξία φορέα εκμετάλλευσης χρωμιτών (μετά το κλείσιμο της ΕΛΣΙ) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι απίθανο να περιμένουμε εξόρυξη και εκμετάλλευση χρωμιτών τα επόμενα 10 με 20 χρόνια. Άρα, για το χρώμιο (σιδηροχρώμιο), στη θέση της αναμενόμενης αξίας τους που αναφέρεται στο σχετικό πίνακα, με ρεαλιστικούς όρους θα βάζαμε μηδέν.

Θα αναφερθούμε, στη συνέχεια, λίγο περισσότερο στον υπολογισμό της αξίας των ορυκτών υλών όπου το θέμα μπερδεύει. Δηλαδή, όπως φαίνεται στους σχετικούς πίνακες η αξία προκύπτει με το να πολλαπλασιάζουμε τόνους που βρίσκονται μέσα στη γη, με την αξία του μετάλλου ή ορυκτού “στο ράφι”. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστημονική προσέγγιση αλλά περισσότερο ενδεικτική, γιατί για να πάρουμε το μέταλλο χρειάζεται να ξοδέψουμε μεγάλο μέρος της θεωρητικής του αξίας, σε επένδυση και σε λειτουργικό κόστος. Για να είμαστε ρεαλιστές, θα ήταν ευχής έργο αν από τη θεωρητική αξία του μείνει ένα 10-15% ως καθαρό όφελος.

Βεβαίως, για να είμαστε ακόμη πιο ρεαλιστές, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε πως αυτό το καθαρό όφελος αυξάνεται λόγω του πρόσθετου οφέλους που προκύπτει αν ληφθούν υπόψη, οι μισθοί των εργαζομένων που θα εξορύξουν τα μεταλλεύματα και αν περιληφθεί ένα επιπρόσθετο όφελος, από τα τυχόν εντόπιας παραγωγής υλικά (π.χ. ξυλεία, χάλυβας, εκρηκτικά, κλπ) που θα ενσωματωθούν στην αξία του τελικού προϊόντος κλπ.

Η αξία, τότε, των Ο.Π. μπορεί να ανέβει στο 25-35% της θεωρητικής που μνημονεύουν οι πίνακες.Δηλαδή με βάση αυτές τις παραδοχές μια προσέγγιση που δεν φιλοδοξεί να είναι η άριστη, θα οδηγούσε σήμερα σε αξία που προσεγγίζει το 0,25Χ(55+55+128)~ 60 δις. €.

Ο ευρύτερος ρόλος και η γενικότερη συμβολή των ορυκτών πόρων

Σχετικά Άρθρα