Είμαστε πάλι εδώ για να συνεχίσουμε τον προβληματισμό για τη βιωσιμότητα των ορυκτών και των μετάλλων, να αναλύσουμε περισσότερο την πραγματική και καθόλου την εικονική κατάσταση, σχετικά με τα κρίσιμα ερωτήματα α) Η αποτελεσματικότερη χρήση των μετάλλων οδηγεί σε μείωση της πρωτογενούς εξόρυξης (;) κι ακόμη β) αν τα μέταλλα ή ορισμένα από αυτά με τους σημερινούς ρυθμούς εξόρυξης διατρέχουν κίνδυνο εξάντλησης στο άμεσο μέλλον (;)
Σε όλο τον κόσμο, είναι αποδεκτό ότι η βελτιωμένη αποδοτικότητα της διαχείρισης των ορυκτών πόρων, τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά την κατανάλωση και απόρριψη αυτών, σε όλο δηλαδή τον κύκλο ζωής τους, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αειφόρο ανάπτυξη.
Η παγκόσμια εξόρυξη και χρήση των φυσικών πόρων έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα, η ανθρωπότητα καταναλώνει περίπου 60 δισεκατομμύρια τόνους πρώτες ύλες κάθε χρόνο, 50% περισσότερο από μόλις 30 χρόνια πριν. Σχεδόν η μισή από αυτή την παγκόσμια χρήση πόρων λαμβάνει χώρα στην Ασία. Επιπλέον, ορισμένες ασιατικές χώρες εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από εισαγωγές πρώτων υλών (όπως τα μεταλλεύματα) και ορυκτών καυσίμων από άλλες περιοχές του κόσμου.
Οι υψηλοί ρυθμοί πρωτογενούς εξόρυξης και κατανάλωσης των φυσικών πόρων δημιουργούν επίσης μια σειρά από παγκόσμια και περιφερειακά περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως η κλιματική αλλαγή, η αποψίλωση των δασών, η απώλεια της βιοποικιλότητας και η ρύπανση. Αυτά προκαλούν συχνά αρνητικές επιπτώσεις και στην υγεία του τοπικού πληθυσμού.
Η αύξηση της αποδοτικότητας των πόρων είναι επομένως η μόνη ολοκληρωμένη στρατηγική για την αντιμετώπιση των ανωτέρω οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών ζητημάτων, ενώ ταυτόχρονα ικανοποιείται και μια απαίτηση για μια πιο βιώσιμη πορεία της οικονομικής ανάπτυξης.
Η κατά κεφαλή κατανάλωση φυσικών πόρων στην Ασία είναι σημαντικά χαμηλότερη από ό, τι στις πλούσιες χώρες του ΟΟΣΑ. Με περίπου 15 κιλά πόρων ανά ημέρα, οι Ασιάτες, κατά μέσο όρο καταναλώνουν μόνο περίπου το ένα τρίτο των πόρων σε σύγκριση με το μέσο ευρωπαίο και περίπου το ένα έκτο των πόρων σε σύγκριση με ένα κάτοικο της Βόρειας Αμερικής. Ωστόσο, σε απόλυτες τιμές, η Ασία ήδη καταναλώνει πολύ περισσότερα από τις ικανότητες παραγωγής των δικών της πόρων. Επιπλέον, ο πληθυσμός της Ασίας αυξάνεται γοργά και οι άνθρωποι αυτοί δίκαια προσβλέπουν σε υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, που θα αυξήσει περαιτέρω την κατανάλωση πόρων. Η Ευρώπη και οι άλλες βιομηχανικές χώρες με υψηλό ποσό κατά κεφαλήν κατανάλωσης υποχρεούνται επίσης να αναζητήσουν τρόπους για τη μείωση της συνολικής κατανάλωσής τους σε απόλυτους αριθμούς.
Τα δεδομένα αυτά μας υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη να προσανατολίσουμε τις μελλοντικές στρατηγικές ανάπτυξής μας προς αυξημένη αποδοτικότητα των πόρων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι προσομοιώσεις σεναρίων για την Ευρώπη δείχνουν ότι οι πολιτικές για την αύξηση της αποδοτικότητας των πόρων σε τομείς της βιομηχανίας θα μπορούσαν να μειώσουν σημαντικά τις δαπάνες παραγωγής και συνεπώς να προκαλέσουν αύξηση της οικονομικής παραγωγής και της εγχώριας και της εξωτερικής ζήτησης (παράδοξο του Jevons). Η ίδια πολιτική επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη και βελτιώνει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα. Βεβαίως, προκειμένου να επιτευχθούν και οι περιβαλλοντικοί στόχοι όπως, για παράδειγμα, η μείωση των εκπομπών CO2, οι πολιτικές αυτές της αποδοτικότητας των πόρων πρέπει να συνδυαστούν και με άλλα μέτρα πολιτικής (πχ. πράσινη καινοτομία – ecoinnovation, αποσύνδεση ανάπτυξης και χρήσης πόρων – κάτι πολύ φιλοδοξο θα λέγαμε!), προκειμένου να περιοριστούν τα λεγόμενα φαινόμενα «rebound».
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Yale και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Μεταλλουργίας Αλουμινίου Robert Gordon, Marlen Bertram και Thomas Graedel αναφέρουν τα ευρήματά τους στα από 17 Ιανουαρίου 2006 Πρακτικά της Αμερικανικής Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών.
Α) Τα αποθέματα είναι ακόμα αρκετά μεγάλα και επαρκούν για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κοινωνίας και