[Από Δ. Μπίτζιο Dr. Γεωλόγο – Κοιτασματολόγο] [by Dr. D. Bitzios]
Οι γεωλογικές επαφές, δηλαδή τα όρια μεταξύ ετερογενών γεωλογικών σχηματισμών και πετρωμάτων υπήρξαν από την αρχαία εποχή αντικείμενο παρατήρησης, έρευνας αλλά και εκμετάλλευσης χρήσιμων ορυκτών αλλά και υδάτινου δυναμικού. Όταν λέμε γεωλογική επαφή εννοούμε το όριο που περνάμε από ένα γεωλογικό σχηματισμό σε έναν άλλο διαφορετικής ορυκτολογικής σύστασης ή και ηλικίας.
Διακρίνουμε πολλές κατηγορίες τέτοιων γεωλογικών επαφών όπως η στρωματογραφική, η τεκτονική κ.α. Τα ετερογενή αυτά πετρώματα, που έρχονται σε επαφή, παρουσιάζουν διαφορετικά φυσικομηχανικά χαρακτηριστικά όπως πορώδες, μηχανικές ιδιότητες με αποτέλεσμα το όριό τους να αποτελεί ζώνη ήσσονος συνοχής και συχνά τεκτονικής “καταπόνησης”, όπου ευνοείται η κυκλοφορία των νερών και των θερμών μεταλλοφόρων διαλυμάτων.
Η συνηθέστερη γεωλογική επαφή, που εύκολα μπορεί κάποιος να παρατηρήσει στην ύπαιθρο, είναι η επαφή μεταξύ ανθρακικών (ασβεστόλιθοι ή μάρμαρα) και σχιστολιθικών πετρωμάτων (Φωτό 1, όπου η επαφή σημειώνεται με μαύρη γραμμή). Τα ανθρακικά πετρώματα και ιδιαίτερα οι ασβεστόλιθοι παρουσιάζουν συνήθως τεκτονικές διαρρήξεις ή και έγκοιλα και θεωρούνται διαπερατά, ενώ οι σχιστόλιθοι λόγω του μεγέθους και του τρόπου σύνδεσης των ορυκτολογικών τους συστατικών χαρακτηρίζονται πρακτικά ως μη διαπερατά. Στο σχήμα της Φωτ. 3 αναπαρίσταται ο μηχανισμός της δημιουργίας των λεγόμενων πηγών επαφής .
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση των κοιτασμάτων αργυρομολυβδούχων μεταλλευμάτων του Λαυρίου. Θυμίζω ότι η κύρια γεωλογική δομή της Λαυρεωτικής αποτελείται από δύο κύριες τεκτονικές ενότητες την Ανώτερη Τεκτονική Ενότητα (UTU) από σχιστολίθους με παρεμβολές μαρμάρων και την Κατώτερη Τεκτονική Ενότητα (LTU), που συνίσταται από το Ανώτερο Μάρμαρο (UM), τους ενδιάμεσους μαρμαρυγιακούς σχιστολίθους (σχιστόλιθοι Καισαριανής ή Καμάριζας) (SCH) και το Κατώτερο Μάρμαρο (LM), σε επάλληλη διάταξη με σχεδόν οριζόντια ανάπτυξη.
Τρεις κύριες γεωλογικές επαφές αποτέλεσαν από την αρχαιότητα αλλά και από τους νεότερους μεταλλευτές, αντικείμενο έρευνας και εκμετάλλευσης αργυρομολυβδούχων κοιτασμάτων. Από τα υψηλότερα προς τα χαμηλότερα υψομετρικά επίπεδα παρατηρούμε: (i) την 1η επαφή, που οριοθετείται μεταξύ των σχιστολίθων (αναφέρονται στη βιβλιογραφία και ως ανώτεροι σχιστόλιθοι) της Ανώτερης Τεκτονικής Ενότητας (UTU) και του Ανώτερου Μαρμάρου (UM) της Κατώτερης Τεκτονικής Ενότητας (LTU) και η οποία είναι τεκτονισμένη (Ρήγμα Αποκόλλησης Λαυρεωτικής), (ii) την 2η επαφή μεταξύ του Ανωτέρου Μαρμάρου (UM) και του ενδιαμέσου Σχιστόλιθου Καισαριανής ή Καμάριζας (SCH) και (iii) την 3η επαφή μεταξύ του ενδιαμέσου Σχιστόλιθου Καισαριανής ή Καμάριζας (SCH) και του Κατωτέρου Μαρμάρου (LM).
Η 1η και η 2η επαφή εμφανίζονται στην επιφάνεια και μπορούμε να τις παρατηρήσουμε στην ύπαιθρο, όπως στο κύριο δρόμο από Κερατέα προς Λαύριο, 3 χλμ. πριν φτάσουμε στο Λαύριο (Φωτ.1, 4), ενώ η τρίτη (3η) επαφή και πιο πλούσια σε μεταλλεύματα, εντοπίζεται κύρια σε βαθύτερα επίπεδα κατά το πλείστον μη ορατή στην επιφάνεια. (Φωτ.5)
Έτσι λοιπόν σαν συμπέρασμα μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι ΟΙ ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΑΦΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΑΝ ΚΑΙ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΠΕΔΙΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΥΔΑΤΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΡΥΚΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ ΜΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ.