Η ΔΕΗ ΑΕ διαθέτει μια μεγάλη υποδομή σε εγκαταστάσεις ορυχείων λιγνίτη, παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. κατέχει περίπου το 47% της εγκατεστημένης ισχύος των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα (με συνολική εγκατεστημένη ισχύ περίπου 13 GW), συμπεριλαμβάνοντας στο ενεργειακό της μείγμα λιγνιτικούς, υδροηλεκτρικούς και πετρελαϊκούς σταθμούς, καθώς και σταθμούς φυσικού αερίου, αλλά και μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Από αρχής λειτουργίας των λιγνιτωρυχείων έως το τέλος του 2016, η «ΔΕΗ ΑΕ» έχει εξορύξει στις περιοχές της Δ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης 2.029 εκ τον. λιγνίτη, ενώ οι αντίστοιχες συνολικές εκσκαφές ανέρχονται σε 9.362 εκ. κυβικά μέτρα. Τα απομένοντα απολήψιμα αποθέματα λιγνίτη ανέρχονται σε 1,7 δις τόνους.
Στα ορυχεία της ΔΕΗ ΑΕ το 2016 απασχολήθηκαν 4.621 άτομα ως μισθωτοί (τακτικό και έκτακτο προσωπικό) και 1403 άτομα ως απασχολούμενοι σε εργοληπτικές εταιρείες. Τα έσοδα από την πώληση του λιγνίτη εκτιμώνται σε 485,5 εκ €.οι δαπάνες για επενδύσεις των ορυχείων το ίδιο έτος, ανήλθαν σε 219 εκ. €, εκ των οποίων 144 εκ. € δαπανήθηκαν για την απαλλοτρίωση του οικισμού Ποντοκώμης και 8,5 εκ. € για αρχαιολογικές ανασκαφές.
Η μείωση της παραγωγής λιγνίτη. Ο λιγνίτης επί σειρά ετών, αποτελούσε τη βασική πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα, με το φθηνότερο κόστος. αποτέλεσε βασικό παράγοντα στην ενεργειακή αυτοδυναμία της χώρας και ουσιαστικό μοχλό ανάπτυξής της. Τα τελευταία χρόνια, εμφανίζεται συνεχής μείωση της παραγωγής λιγνίτη που οφείλεται: α) στον περιορισμό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της οικονομικής κρίσης, β) στον τρόπο που λειτουργεί η αγορά ενέργειας (προτεραιότητα απορρόφησης της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ), γ) στην αύξηση του κόστους της παραγόμενης, από λιγνίτη, ενέργειας λόγω στρεβλών χρεώσεων, τελών,κόστους αγοράς δικαιωμάτων παραγόμενων ρύπων CO2 κ.α., δ) στη χαμηλή τιμή (το τελευταίο διάστημα) του φυσικού αερίου και στη χαμηλή τιμή της εισαγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από χώρες με μικρότερες επιβαρύνσεις, ε) στις περιβαλλοντικές δεσμεύσεις της ΕΕ και στις πολιτικές της σταδιακής μείωσης λειτουργίας των μονάδων θερμικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Σημαντική καινοτομία αποτελεί το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης επιχειρησιακής συνέχειας, με σκοπό να διατηρεί την παραγωγική ικανότητα των λιγνιτωρυχείων, ακόμη και σε κρίσιμες ή αντίξοες συνθήκες, ώστε να τροφοδοτούνται απρόσκοπτα οι ΑΗΣ. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, εφαρμόζεται συνεχής και συστηματική αναγνώριση κινδύνων και απειλών και αποτίμηση των επιπτώσεών τους στο κύκλωμα παραγωγής. Με βάση αυτά, σχεδιάζεται και δοκιμάζεται εκ των προτέρων η αποτελεσματική αντίδραση στις επιπτώσεις και η ταχύτερη δυνατή ανάκαμψη του συστήματος παραγωγής.
[Πηγή ΣΜΕ, Π. Τζεφέρης]