ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΑΔΡΑΝΗ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ & ΛΑΤΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Το θεσμικό πλαίσιο των αμμοληψιών

[του Πέτρου Τζεφέρη] [By Petros Tzeferis]

 
Ήδη από τη δεκαετία του 1930, ο νομοθέτης ρύθμισε με ειδικές διατάξεις την εξόρυξη ή απόληψη άμμου, αμμοχάλικου κλπ. ορίζοντας την καταβολή τιμήματος ακόμα και για τις μη δημόσιες αμμώδεις εκτάσεις. Οι αμμοληψίες φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων, από τις κοίτες και εκβολές ποταμών, χειμάρρων και από τις θαλάσσιες και λιμναίες ακτές, δεν εμπίπτουν στην λατομική νομοθεσία, αλλά τα συναφή με αυτές θέματα ρυθμίζονται από τον ειδικό προς τούτο Α.Ν. 1219/38 (ΦΕΚ 191 τ. Α’) , όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα και ισχύει και από τις κατ’ εξουσιοδότησή του εκδοθείσες κοινές Υπουργικές Αποφάσεις. Για το πλήρες θεσμικό πλαίσιο αδειοδότησης των έργων αυτών βλ. Αδειοδότηση έργων που αφορούν σε αμμοληψίες

Η προφανής βούληση του νομοθέτη ήταν να προστατεύσει την άμμο ως «κοινόχρηστο» αγαθό (βλ. και άρθρα Α.Κ. 966, 967, 968, 970, 971) και να επιτρέψει λήψη αδρανών τέτοιων αποθέσεων μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους (πχ. διευθέτηση/προστασία της κοίτης) ή για έργα μεγάλης εθνικής σημασίας, πχ. σε περίπτωση αντιπλημμυρικών έργων και άλλων έκτακτων αναγκών, που δεν θα μπορούσαν να διεκπεραιωθούν διαφορετικά (βλ. άρθρο 4 του ΑΝ 1219/1938). Πράγματι, στην κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω νόμου εκδοθείσα κανονιστική ΚΥΑ 42279/24/1938 (ΦΕΚ Β΄ 267) ορίζονται οι χώροι που απαγορεύεται η εξόρυξη και λήψη άμμου και με μεγάλη φειδώ οι επιτρεπόμενες θέσεις αμμοληψίας. Εντούτοις, η νεώτερη Υπ. Απόφαση που τροποποιεί την ανωτέρω, επέτρεψε τις αμμοληψίες υπό προϋποθέσεις και για έργα εθνικής σημασίας μεν, χωρίς όμως ιδιαίτερη περίσκεψη ως προς τις εναλλακτικές δυνατότητες (πχ. προμήθεια αδρανών από τα αδειοδοτηθέντα λατομεία της εκάστοτε περιοχής κλπ).

Το απολύτως απηρχαιωμένο (από το 1938!) αλλά και στρεβλωμένο θεσμικό πλαίσιο των αμμοληψιών σε συνδυασμό με το ότι δεν καθορίζεται με σαφήνεια το χωρικό πεδίο εφαρμογής του, δημιουργεί μείζονα προβλήματα τόσο στην αδειοδότηση όσο και στην εποπτεία και τον έλεγχο των έργων αυτών. Θα πρέπει να καθορίζεται σαφώς από το θεσμικό πλαίσιο αν υφίσταται εμπλοκή της λατομικής νομοθεσίας και σε ποιές περιπτώσεις πχ. για λήψη αδρανών μέσα, έξω ή στα όρια, από τις όχθες και παρόχθιες ζώνες οι οποίες θα πρέπει όμως να είναι σαφώς οριοθετημένες. Επίσης, θα πρέπει να ρυθμιστεί σαφώς το ζήτημα της αστυνόμευσης των παράνομων αμμοληψιών και της επιβολής διοικητικών ή άλλων κυρώσεων όπου παρότι θα έπρεπε να επισπεύδουν οι λιμενικές αρχές και οι υπηρεσίες του Υπ. Οικονομικών, εντούτοις υφίσταται θεσμικό κενό το οποίο καλύπτεται από το άρθρο 25 του Ν. 2115/93, δηλ. τη λατομική νομοθεσία περί παράνομης λατομικής εκμετάλλευσης.

Το αποτέλεσμα το βλέπουμε σε πολλές περιοχές της Ελλάδος όπου η καταστρατήγηση του πλαισίου αλλά και η (σε ορισμένες περιπτώσεις αναντίστρεπτη) περιβαλλοντική ζημία είναι εμφανείς: πχ. στον Εύηνο Αιτωλοακαρνανίας, στον Αλφειό Ηλείας, στην Αιγιαλεία Αχαίας, στα ποτάμια της Θεσσαλίας, στον Γαδουρά Ρόδου κλπ.

Στις θέσεις όπου υφίσταται αμμοληψία, ειδικότερα όταν αυτή είναι παράνομη, δεν διαμορφώνονται μόνο συνθήκες περιβαλλοντικής ζημίας, αλλά επιπλέον:


α) δεν τηρούνται οι ασφαλείς κανόνες
που θέτει ο Κανονισμός Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών (ΚΜΛΕ), ούτε εγκρίνονται ειδικές τεχνικές μελέτες για την ασφαλή και ορθολογική εκμετάλλευση που προβλέπει η λατομική νομοθεσία (Ν. 1428/84, Ν.2115/93 κλπ).

β) δημιουργούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού αλλά και απώλειας συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου, εφόσον οι διενεργούντες αμμοληψία εκτός του ότι εφαρμόζουν απλώς μηχανική απόληψη χωρίς εκβραχισμούς υψηλού κόστους κλπ, επιπλέον δεν συνεισφέρουν στον ίδιο βαθμό με τα λοιπά λατομεία στα δημόσια έσοδα μη καταβάλλοντας τα προβλεπόμενα στη λατομική νομοθεσία μισθώματα, ειδικά τέλη, αντάλλαγμα χρήσης γης, εισφορές κλπ., παρά μόνο το τίμημα που καθορίζεται από τον δικαιούχο για την παραχώρηση του χώρου αμμοληψίας και επί δημοσίων εκτάσεων από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου (στην περίπτωση φυσικά που δεν λειτουργούν παράνομα).

γ) τα αδρανή υλικά των φυσικών αποθέσεων, όπως έχουμε αναπτύξει σε άλλη θέση , στις περισσότερες περιπτώσεις θεωρούνται ακατάλληλα για παρασκευή έτοιμου σκυροδέματος και συνεπώς η ποιοτική τους σύσταση ως προς τις χημικές και φυσικο-μηχανικές προδιαγραφές που απαιτούνται για δομικά έργα είναι αμφίβολη και πρέπει να ελέγχεται με αυστηρότητα (ειδική σήμανση CE κλπ).

δ) τέλος, οι αμμοληψίες δεν αστυνομεύονται επαρκώς όπως συμβαίνει με τα λοιπά λατομεία που επιθεωρούνται από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Μεταλλείων, υπηρεσίες του ΥΠΕΝ, οι οποίες παρά τα προβλήματα, επιλαμβάνονται του έργου τους με παρρησία και αποτελεσματικότητα.

Ολα τα παραπάνω δικαιολογούν γιατί οι διάφοροι εκμεταλλευτές αλλά και οι εργολήπτες έργων προτιμούν τα ποτάμια κλπ. αντί των νόμιμων λατομείων της κάθε περιοχής, γεγονός όμως που τελικά λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις τόσο ως περιβαλλοντική όσο και ως οικονομική ζημία του δημοσίου. Πάντως, εδώ θα πρέπει να διαχωρίσουμε την ήρα από το σιτάρι. Διότι είναι τελείως διαφορετικά ζητήματα, να εκτελείς έργο εθνικής σημασίας (πχ. αντιπλημμυρικό) και μάλιστα χωρίς εναλλακτική δυνατότητα στην κοίτη ενός ποταμού και άλλο να επιδιώκεις να αποστερήσεις την κοίτη ή την παραλία από άμμο, χωρίς αιδώ, μόνο και μόνο επειδή αυτή η διαδικασία θα σου στοιχίσει φθηνότερα και το θεσμικό πλαίσιο σου το επιτρέπει. Λες και δεν υπάρχουν στην Ελλάδα λατομικοί χώροι εξαιρετικά πλούσιοι σε ασβεστολιθικά πετρώματα, για να λάβουμε απεριόριστα και ποιοτικώς επαρκή αδρανή υλικά και …κρεμόμαστε από τα υλικά των (ελάχιστων) ποταμιών, των χειμάρρων και των λιμνών που διαθέτουμε!

Προτείνεται για τον εξορθολογισμό του ζητήματος τουλάχιστον σε θεσμικό επίπεδο, η ακόλουθη ενδεικτική διάταξη:

Δεν επιτρέπεται η απόληψη φυσικών αποθέσεων άμμων και χαλίκων, καθώς και ποταμίσιων, λιμναίων ή άλλων αλλουβιακών αποθέσεων, παρά μόνον κατόπιν λήψης αδείας από την αρμόδια προς τούτο αρχή.

Σε κάθε περίπτωση πριν την έναρξη οιονδήποτε εκμεταλλεύσεων απόληψης θα προηγείται η οριοθέτηση της όχθης και της παρόχθιας όχθης του ποταμού, της λίμνης, του υδατορέματος ή άλλης φυσικής απόθεσης, ώστε να προστατεύεται το φυσικό τοπίο και οι υδάτινοι πόροι, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

Για τις θέσεις απόληψης που χωροθετούνται εντός της ζώνης οριογραμμής (όχθης) επιτρέπεται η λήψη αδρανών υλικών μόνο για εξαιρετικούς λόγους και από συγκεκριμένες κατ’ εξαίρεσιν θέσεις συμφώνως προς το ισχύον πλαίσιο. Αρμόδια υπηρεσία αδειοδότησης ορίζεται η οικεία Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου ενώ σε κεντρικό επίπεδο επισπεύδει η Γεν. Δ/νση Δημόσιας Περιουσίας & Κοινωφελών Περιουσιών του Υπ. Οικονομικών. Απαγορεύεται η διάθεση των αποληφθέντων εκ της κοίτης υλικών φυσικών αποθέσεων στην αγορά.

Για τις περιπτώσεις θέσεων απόληψης φυσικών αποθέσεων κλπ. εκτός της ζώνης οριογραμμής (όχθης), εφαρμόζεται η λατομική νομοθεσία με επισπεύδουσες όλες τις οριζόμενες σε αυτήν αρχές αδειοδότησης και ελέγχου. Λατομική/Μεταλλευτική Νομοθεσία

Στην περίπτωση μη οριοθετημένης όχθης, η οικεία Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου γνωμοδοτεί αν η υπό εξέταση θέση βρίσκεται στο πεδίο αρμοδιοτήτων της (ή όχι), ενώ σε περίπτωση αμφισβήτησης το ζήτημα εισάγεται στην Επιτροπή καθορισμού θέσεων αμμοληψίας του Υπ. Οικονομικών (άρθρου 100 του ΠΔ 284/1988).

Ο έλεγχος, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, διενεργείται από τις αρμόδιες κατά νόμο και περίπτωση αρχές. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των χώρων αμμοληψίας με τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους και την κείμενη περιβαλλοντική νομοθεσία διενεργούνται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του Ν. 4014/2011, όπως ισχύει.

[αναδημοσίευση από το capital.gr]

Σχετικά Άρθρα