ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ/ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΑΡΜΑΡΟ

Ποιό το “γραφειοκρατικό” κόστος ενός νέου λατομείου μαρμάρου;

Η χρονική διάρκεια ισχύος μιας άδειας εκμετάλλευσης μαρμάρου είναι αρχικά 15 έτη με δικαίωμα παράτασης έως τα 40 (την πρώτη φορά για 15 και τη δεύτερη για το υπόλοιπο έως τα 40). Αντίστοιχα και οι μισθώσεις έχουν διάρκεια 15 ετών και συνομολογούνται για μια τριετία με δυνατότητα μονομερούς παράτασης από το μισθωτή μέχρι συμπλήρωσης δεκαπενταετίας. Ακολούθως η δεκαπενταετία δύναται να παραταθεί μονομερώς με συμβολαιογραφικό έγγραφο και τους ίδιους όρους της αρχικής σύμβασης μέχρι τη συμπλήρωση των 40 ετών.

Έτσι ο ενδιαφερόμενος εκμεταλλευτής μετά την έκδοση ΑΕΠΟ και την έγκριση τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης υποβάλλει τις εγγυητικές επιστολές α) καλής εκτέλεσης του έργου και β) ορθής τήρησης των περιβαλλοντικών όρων της ΑΕΠΟ, συνάπτει μισθωτήριο συμβόλαιο με τον ιδιοκτήτη του εδάφους (δημόσιο στην πλειοψηφία των περιπτώσεων) αφού εκδοθεί από την οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση απόφαση έγκρισης μίσθωσης.

Επίσης, ο ενδιαφερόμενος εκμεταλλευτής πληρώνει το αντάλλαγμα χρήσης για την έκταση που του παραχωρείται και αναλαμβάνει την υποχρεωτική αναδάσωση ή δάσωση έκτασης ίδιου εμβαδού με εκείνη στην οποία εγκρίθηκε η επέμβαση (η ΑΕΠΟ πλέον επέχει και θέση έγκρισης επέμβασης στη δασική έκταση, άρθρο 12 Ν.4014). Η έκταση αυτή πρέπει να βρίσκεται στην ίδια περιοχή ή σε όμορη αυτής, ελλείψει δε έκτασης εντός της ιδίας διοικητικής ενότητας ή όμορης αυτής, σε άλλη έκταση που θα υποδειχθεί από τη δασική υπηρεσία (άρθρο 36 Ν. 4280/2014 ΦΕΚ 159Α/8-8-2014).  Η ανωτέρω διάταξη κατά την άποψή μας είναι καταχρηστική και θα έπρεπε να περιορίζεται μόνο σε επεμβάσεις με μόνιμο χαρακτήρα και συνεπώς αδυναμία αποκατάστασης του χώρου (πχ. ανεμογεννήτριες, εργοστάσια κλπ.) και όχι σε  λατομεία-μεταλλεία, τα οποία δεσμεύουν προσωρινά τους χώρους οι οποίοι μελλοντικά αποκαθίστανται και αποδίδονται σε άλλες χρήσεις. Επιπλέον υπάρχει μεγάλο πρόβλημα εξεύρεσης των επιπλέον αυτών χώρων προς αποκατάσταση.

Ολες οι ανωτέρω εγκρίσεις μαζί με τα παρακάτω δικαιολογητικά  διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή (Δνση  Λατομείων Μαρμάρων & Αδρανών Υλικών του ΥΠΕΝ) προκειμένου να εκδώσει  την τελική άδεια εκμετάλλευσης.

  • Αίτηση προς τη Δ/νση Λατομείων Μαρμάρων & Αδρανών Υλικών του ΥΠΕΝ (πρώην ΥΠΕΚΑ).
  • Τοπογραφικά διαγράμματα σε κλίμακα 1:5.000 και Χάρτες προσανατολισμού σε κλίμακα 1:50.000.
  • Αποτύπωση λατομικού χώρου με τις συντεταγμένες των Τριγωνομετρικών Σημείων (με όνομα και τάξη) και τα σκαριφήματα των οδεύσεων ή σκοπεύσεων ή όποιας τοπογραφικής μεθόδου χρησιμοποιήθηκε για την απόδοση συντεταγμένων στις κορυφές του λατομικού χώρου.
  •  Καρνέ με τα στοιχεία υπολογισμών και μετρήσεων πεδίου.
  • Αντίγραφο του συμβολαίου μίσθωσης.
  • Παράβολο 600 ευρώ (Κ.Α. 3741) σύμφωνα με το ΦΕΚ 230Β/09-02-2012.
Τελικά, ο εκμεταλλευτής εγκαθίσταται από την οικεία δασική υπηρεσία στον εν λόγο χώρο με το σχετικό πρωτόκολλο εγκατάστασης και γνωστοποιεί την έναρξη των εργασιών του στην αρμόδια Επιθεώρηση Μεταλλείων και την αρχαιολογική υπηρεσία.

Είναι ενδιαφέρον εδώ για την πληρότητα του θέματος να προσθέσει κανείς τα οικονομικά αλλά και χρονικά δεδομένα αναφοράς της αδειοδότησης (τεχνικής και περιβαλλοντικής), παραθέτοντας ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα. 

Πράγματι, για την αδειοδότηση/μίσθωση ενός νέου λατομικού χώρου έκτασης περί των 100
στρ. σε δημόσια δασική έκταση εκτός ιδιαίτερων καθεστώτων προστασίας (δικτύου Natura) απαιτούνται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα 1:

Μετά από δύο χρόνια και έχοντας καταβάλλει συνολικά χρηματικό ποσό περί τα 200.000 €, ο επενδυτής εγκαθίσταται στον λατομικό χώρο όπου θα πρέπει να ικανοποιήσει τις τρέχουσες δαπάνες που θα αφορούν το μηχανολογικό εξοπλισμό, το εργατικό προσωπικό, τα καύσιμα – λιπαντικά – αναλώσιμα υλικά, τις συντηρήσεις του, τα μισθώματα του λατομείου καθώς και άλλα τυχόν απρόβλεπτα γεγονότα.

Από τα ανωτέρω συμπεραίνει κανείς ότι το γραφειοκρατικό κόστος σε συνδυασμό με τον μεγάλο χρόνο αναμονής του επενδυτή μέχρι την τελική αδειοδότηση και την έναρξη απόδοσης της επένδυσης, εκτιμώνται στο σύνολό τους ως επιβαρυντικοί και αποτρεπτικοί παράγοντες για την ανάπτυξη του τομέα.


[επιμέλεια: Πέτρου Τζεφέρη]

Σχετικά Άρθρα