[του Παντελή Καραλευθέρη*]
Οι πολιτικές της Ε.Ε. για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου αναιρούν σε σημαντικό βαθμό τα όποια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα υπήρχαν μέχρι πρόσφατα μέσω της χρήσης του λιγνίτη.
Η μείωση της ανταγωνιστικότητας του λιγνίτη, καθιστά ελκυστικότερες τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από εισαγόμενο φυσικό αέριο. Οι λύσεις αυτές όμως συντελούν στην περαιτέρω επιδείνωση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, στην ασταθή οικονομική περίοδο που διέρχεται η χώρα.
Το φυσικό αέριο ως καύσιμο για την ηλεκτροπαραγωγή είναι κατά κανόνα σημαντικά ακριβότερο από τον λιγνίτη. Επιπλέον, πρόκειται για εισαγόμενο καύσιμο (και μάλιστα από Χώρες εκτός Ε.Ε.) η παραγωγή και μεταφορά του οποίου έχει από μηδενική ως ελάχιστη προστιθέμενη αξία στην εθνική οικονομία.
Οι σημερινές ώριμες τεχνολογίες παραγωγής από ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά) δεν μπορούν να υποστηρίξουν αδιάλειπτο εφοδιασμό, μπορούν να παρέχουν μόνο συμπληρωματική εξυπηρέτηση της ζήτησης και αυξάνουν σημαντικά το συνολικό κόστος λόγω υψηλών εγγυημένων τιμολογίων. Ως προς τη στάση των κρατών:
Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. που υποστηρίζουν τη μεγιστοποίηση της διείσδυσης των ΑΠΕ και τον δραστικό περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στηρίζονται είτε στη χρήση της πυρηνικής τεχνολογίας στην ηλεκτροπαραγωγή (Γαλλία, Βρετανία, Φινλανδία κ.λπ.), είτε στην εκμετάλλευση του άφθονου υδάτινου δυναμικού με το οποίο είναι εξαιρετικά προικισμένες από τη φύση, μέσω της υδροηλεκτρικής παραγωγής (Νορβηγία, Σουηδία).
Χώρες που στηρίζονταν στον άνθρακα έχουν αμφίσημες τοποθετήσεις (Γερμανία) ή διεκδικούν σθεναρά παραχωρήσεις και αναβολές στην υλοποίηση των μέτρων (Πολωνία).
Πρόσφατα ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Eβα Κόπατζ, εκπροσωπώντας τις απόψεις οκτώ Kρατών-Mελών της Ε.Ε. (Βουλγαρία, Κύπρος, Κροατία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία και Τσεχία), απέστειλε επιστολή στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, με την οποία εκφράζουν την αντίθεσή τους στην επίσπευση της λειτουργίας του Αποθεματικού Μηχανισμού των δικαιωμάτων εκπομπών (MSR – Market Stability Reserve), του οποίου η έναρξη λειτουργίας προγραμματιζόταν για το 2021, αλλά ήδη υπάρχουν εισηγήσεις και από την Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη νωρίτερη έναρξη λειτουργίας του.
Οι ΗΠΑ και η Κίνα που είναι βασικοί ρυπαντές (το αποτύπωμα διοξειδίου καθεμιάς χωριστά είναι πολλαπλάσιο του αντίστοιχου μέσου όρου των κρατών μελών της Ε.Ε.) ανθίστανται σθεναρά στην υιοθέτηση σοβαρών μέτρων (πρόσφατα ανακοινώθηκε συμφωνία μεταξύ τους μεν, θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς θα υλοποιηθεί δε), η δε Αυστραλία πρόσφατα κατήργησε την υποχρέωση απόκτησης δικαιωμάτων εκπομπών από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις επικαλούμενη ανυπαρξία προβλήματος κλιματικής αλλαγής!
* Μέλος του Δ.Σ. ΔΕΗ Α.Ε. Εκπρόσωπος των Εργαζομένων