Το ΙΓΜΕ, ΙΓΜΕΜ όπως ονομάζεται σήμερα, υποστηρίζει και διασφαλίζει την πλουτοπαραγωγική βιωσιμότητα και αναπτυξιακή αξιοπιστία μεταλλευτικών επενδύσεων στη χώρα, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Η έκθεση της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τη σημασία του ορυκτού πλούτου στην ανάπτυξη της χώρας αποτελεί ένα ερέθισμα για το ΙΓΜΕΜ να τοποθετηθεί και να ενημερώσει την κοινή γνώμη για το τόσο σημαντικό αυτό θέμα.
Επειτα από πολλά χρόνια επιχειρηματικής εσωστρέφειας και εγκλωβισμού, το σχετικά θετικό επενδυτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη και παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τη μεταλλευτική βιομηχανία βρίσκεται ακόμη σε πλήρη εξέλιξη και οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η προοδευτικά ανοδική πορεία θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μαζί με το αποθεματικό δυναμικό πολύτιμων μετάλλων, άλλων κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, η παραγωγική αξιοποίηση της συνολικής μεταλλευτικής αξίας του ορυκτού πλούτου της χώρας αποτελεί ίσως τη μοναδική, την αποδοτικότερη και την πιο ρεαλιστική δυνατότητα εξόδου από το σημερινό αναπτυξιακό τέλμα.Η εθνική, περιφερειακή και τοπική οικονομία θα έχει πολλαπλά ανταποδοτικά οφέλη, με τη μορφή είσπραξης φόρων, θεσμοθέτησης ειδικών τελών, δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και έμμεσης απασχόλησης, αύξησης της παράπλευρης επιχειρηματικότητας και ενίσχυσης των σχετικών προγραμμάτων εκπαίδευσης και έρευνας.
Η ελληνική εξορυκτική δραστηριότητα αποτελεί σημαντικό οικονομικό τομέα της χώρας με πολλές και ελπιδοφόρες αναπτυξιακές προοπτικές. Ακόμη, η ελληνική μεταλλευτική βιομηχανία αποτελεί δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες της ελληνικής βιομηχανίας ευρύτερα, αλλά και της καθημερινής ζωής. Η Ελλάδα κατέχει κλαδικά σημαντική θέση στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά σε ό,τι αφορά συγκεκριμένες ΟΠΥ (ορυκτές πρώτες ύλες). Η έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, βασισμένη στα στοιχεία και στην πληροφόρηση του ΙΓΜΕΜ, είναι απόλυτα ρεαλιστική. Είναι βέβαια σαφές πως εξορυκτική δραστηριότητα χωρίς πρόσβαση σε νέα κοιτάσματα δεν μπορεί να υπάρξει. Βασικός προσανατολισμός ενός ευρύτερα αποδεκτού οδικού χάρτη είναι η κοιτασματολογική αναβάθμιση και ολοκληρωμένη αποθεματική διαχείριση του ελληνικού ορυκτού πλούτου, η ανάδειξη και εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολιτικών και τεχνολογικών εργαλείων και η τήρηση όρων και δεικτών σχετικών με τη βιώσιμη εκμετάλλευση των ΟΠΥ.
Είναι ευρύτερα γνωστό σήμερα, κυρίως από έρευνες του ΙΓΜΕ, ότι η χώρα διαθέτει βεβαιωμένα αποθέματα ΟΠΥ με σημαντικό μεταλλευτικό περιεχόμενο και οικονομική αξία. Υπάρχουν, επίσης, περιοχές με νέα δυναμικά αποθέματα κοιτασμάτων. Η αξιοποίηση των ΟΠΥ μπορεί να συμβάλει άμεσα και αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης και να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης. Οι νέες μεταλλευτικές επενδύσεις της Χαλκιδικής, του Εβρου, της Ροδόπης και του Κιλκίς, που προέκυψαν ύστερα από κοιτασματολογικές – μεταλλευτικές έρευνες του ΙΓΜΕ, θα δημιουργήσουν στα επόμενα πέντε χρόνια άλλες 2.000 θέσεις εργασίας. Και βέβαια, σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική και εμπειρία, προβλέπεται και αναμένεται να προκύψουν ακόμη άλλες 7.000-8.000 ευκαιρίες έμμεσης απασχόλησης. Δημιουργούνται έτσι οι προϋποθέσεις μιας άλλης βιώσιμης και δυναμικής αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του υπέρτατου δικαιώματος εργασίας πολλών ανέργων πολιτών, αλλά και επαγγελματικής αποκατάστασης νέων επιστημόνων και τεχνικών.