ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ/ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

H παραγωγή τσιμέντου να ενταχθεί στο σύνολό της στην κατηγορία Α1 ζητούν οι τσιμεντοβιομηχανίες

Σύμφωνα με τον σχετικά πρόσφατο νόμο 4014/2011 [ΦΕΚ 209Α-11] για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, οι δραστηριότητες των επιχειρήσεων κατηγοριοποιούνται ουσιαστικά σε δύο μεγάλες κατηγορίες, την Α και τη Β, ανάλογα με το αν έχουν «σημαντικές» επιπτώσεις ή «τοπικές μη σημαντικές επιπτώσεις». Εν συνεχεία η κατηγορία Α, διακρίνεται σε δύο υποκατηγορίες, ήτοι σε Α1 και Α2, με την Α1 να αφορά στις «πολύ σημαντικές» επιπτώσεις και την Α2 στις απλά «σημαντικές» επιπτώσεις. Η λογική της κατηγοριοποίησης είναι ότι “όσο πιο υψηλή η κατηγορία, τόσο πιο αυστηρή η νομοθεσία κι αδειοδοτική διαδικασία”.

Η πρόβλεψη για κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων στις κατηγορίες του νόμου 4014/2011, αναμένεται να γίνει πράξη με υπουργική απόφαση, η οποία έχει ήδη τεθεί σε δημόσια διαβούλευση:

Δημόσια Διαβούλευση επι του σχεδίου της Υπουργικής Απόφασης που αφορά στην κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων στις κατηγορίες του νόμου 4014/2011 για την Περιβαλλοντική Αδειοδότηση

Επί του σχεδίου αυτής της απόφασης έχει ξεσπάσει διαμάχη. Η Ενωση Τσιμεντοβιομηχανιών Ελλάδος έχει ήδη ζητήσει με επιστολή της προς τον Υπουργό ΠΕΚΑ η παραγωγή τσιμέντου στο σύνολό της να εντάσσεται στην αυστηρότερη κατηγορία αδειοδότησης Α1.

Κι αυτό διότι στα πλαίσια  της επικείμενης υπουργικής απόφασης, το ΥΠΕΚΑ κατατάσσει τις τσιμεντοβιομηχανίες που παράγουν στις εγκαταστάσεις τους κλίνκερ στην κατηγορία Α1 («πολύ σημαντικές» επιπτώσεις) ενώ όσες εισάγουν έτοιμο κλίνκερ στην κατηγορία Α2 («σημαντικές» επιπτώσεις) όταν η παραγωγική δυναμικότητά τους είναι μεγαλύτερη των 300 τόννων την ημέρα.

Επειδή κανένα κέντρο διανομής στη χώρα δεν διαθέτει τέτοια δυναμικότητα αυτομάτως όλα τα κέντρα διανομής υπάγονται στη «χαμηλή» αδειοδοτικά κατηγορία Β «τοπικές μη σημαντικές επιπτώσεις».

Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση των τσιμεντοβιομηχανιών που θεωρούν ότι η ρύθμιση αυτή ανοίγει την κερκόπορτα σε όσους θέλουν να εισάγουν και να διανέμουν τσιμέντο, με αδιαφανείς διαδικασίες,  αφού λόγω της χαλαρής αδειοδοτικής διαδικασίας ο καθένας μπορεί να λειτουργήσει κέντρο διανομής.

Οπως εξηγούν, η συγκεκριμένη πρόβλεψη θα έχει αρνητικές συνέπειες για την βιομηχανία τσιμέντου,  που παράγει στην Ελλάδα την πρώτη ύλη, ενώ αντίθετα ευνοεί τους εισαγωγείς.  Κι αυτό γιατί για την παραγωγή τσιμέντου είναι μια σύνθετη διαδικασία όπου χρησιμοποιούνται πρώτες ύλες από λατομεία (ασβεστόλιθος, άργιλος, σχιστόλιθος κ.λπ) που θερμαίνονται και ψύχονται προκειμένου να ομογενοποιηθούν. Το τελικό υλικό που προκύπτει λέγεται κλίνκερ και είναι η βάση για την παρασκευή κάθε είδους τσιμέντου. Το κλίνκερ εν συνεχεία αναμειγνύεται με διάφορα πρόσθετα για να παραχθούν οι διαφορετικοί τύποι τσιμέντου.

 H BIOMHXANIA TΣΙΜΕΝΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Γι’ αυτό και υποστηρίζουν πως είτε το κλίνκερ παράγεται από την ίδια επιχείρηση που το χρησιμοποιεί για να παράγει τσιμέντο, είτε εισάγεται έτοιμο και χρησιμοποιείται για την παραγωγή τσιμέντου, η κατηγορία περιβαλλοντικής αδειοδότησης πρέπει να είναι η ίδια.

Υπάρχει φυσικά και η άλλη άποψη που θέλει τις τσιμεντοβιομηχανίες να μην είναι διατεθειμένες  να επιτρέψουν σε “ασχέτους” να μπουν στο “παιχνίδι” ώστε να είναι δυνατή η διαμόρφωση εναρμονισμένων πρακτικών τιμών κλπ..

Το ΥΠΕΚΑ θα πρέπει να διακρίνει μεταξύ των απόψεων εκείνη που προασπίζει το δημόσιο όφελος και παράλληλα είναι τεκμηριωμένη επιστημονικά σύμφωνα με τα ποιοτικά και ποσοτικά  κριτήρια που έχουν τεθεί από τον Νόμο.

[Τζεφέρης Πέτρος] [tzeferis petros]

Σχετικά Άρθρα