ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ/ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ & ΛΑΤΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ/ΔΑΣΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Φειδωλή Εξόρυξη, η …εξόρυξη του μέλλοντος!

Πόσο συμβατή είναι αλήθεια η “φειδωλή εξόρυξη” με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης;

Μία εκμετάλλευση μεταλλείου είναι συμβατή με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης όταν γίνεται ορθολογικά, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της επιστήμης και της τεχνικής, οι οποίοι περιλαμβάνουν σήμερα και το σύνολο των, διεθνώς και στην ΕΕ αποδεκτών, όρων βιωσιμότητας.

Πέραν αυτού, η ερμηνεία της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης και η εξειδίκευση αυτής στον κλάδο της μεταλλευτικής και μεταλλουργικής βιομηχανίας, θεωρούμε ότι δεν είναι δυνατόν να επιβάλει την καθιέρωση της «φειδωλής εξόρυξης», με την αόριστη έννοια της «διαφύλαξης αποθέματος» ή «διατήρησης αποταμιεύματος».

Εντούτοις, υπενθυμίζεται εδώ ότι με την απόφαση ΣτΕ 772/1998, καθιερώθηκε ο ατεκμηρίωτος επιστημονικά και χωρίς κανένα προηγούμενο σε άλλη χώρα της ΕΕ όρος της «φειδωλής εξόρυξης», όπου “η εξόρυξη επιτρέπεται να γίνεται με αυστηρότατους όρους και με μεγάλη φειδώ και μόνο μέχρις ότου ανακαλυφθούν ανανεώσιμα υποκατάστατα, και λάβει την πλήρη έκφρασή της η βιώσιμη κοινωνία, οπότε και θα πρέπει να παύση η μεταλλεία”.


Η «φειδωλή εξόρυξη», εκτός του ότι είναι αόριστη εννοιολογικά και χωρίς κανένα προηγούμενο σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί παρερμηνεία της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης σχετικά με την εφαρμογή της στον κλάδο της μεταλλευτικής. Οπως, κατά μείζονα λόγο, και η ερμηνεία ότι η “μεταλλεία” είναι “μια παραγωγική δραστηριότητα ανεκτή μόνο ως μεταβατική, μέχρις ότου εξευρεθούν ανανεώσιμοι πόροι, υποκατάστατα των Ορυκτών Πρώτων Υλών, δεδομένου ότι η εξόρυξη αποτελεί ανάλωση φυσικού κεφαλαίου” (ΣτΕ 772/1998).  

Καταρχήν,  βασική αρχή της μεταλλευτικής επιστήμης είναι η επιδίωξη της μέγιστης δυνατής συνολικής οικονομικής απόδοσης των κοιτασμάτων, που προϋποθέτει τη συνέχιση της εξόρυξης, μέχρι να ολοκληρωθεί κατά το δυνατόν η απόληψη τους. Σε περίπτωση που η «φειδωλή εξόρυξη» οδηγεί σε κατάτμηση των κοιτασμάτων και εγκατάλειψη τμημάτων τους, με πρόκληση περιβαλλοντικής ζημίας και ενδεχόμενη ματαίωση της μελλοντικής αξιοποίησης τους,αυτή  αντιβαίνει τους κανόνες της ορθολογικής εκμετάλλευσης και την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης.

Επιπλέον, η οικονομική βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης ενός ορυκτού πόρου συναρτήσει του χρόνου εξαρτάται από παραμέτρους που περιλαμβάνουν τη θέση και τα χαρακτηριστικά της μεταλλοφορίας, το υφιστάμενο φυσικό περιβάλλον, το επίπεδο τοπικά και διεθνώς της μεταλλευτικής και μεταλλουργικής τεχνολογίας, το κόστος επένδυσης, το λειτουργικό κόστος, καθώς και τις τιμές των τελικών μεταλλευτικών προϊόντων όπως καθορίζονται από τις συνθήκες της διεθνούς αγοράς. Η εκτίμηση των παγκόσμιων αποθεμάτων των ορυκτών πόρων είναι επίσης μια δυναμική διαδικασία, καθώς επηρεάζεται συνεχώς από τον εντοπισμό νέων αποθεμάτων μέσω των ερευνητικών προγραμμάτων και των εθνικών μεταλλευτικών γεωλογικών ινστιτούτων όπως και από την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και μεθόδων που επιτρέπουν την περιβαλλοντικά ασφαλή εκμετάλλευση ορυκτών πόρων με χαμηλότερες περιεκτικότητες.

Η ερμηνεία της «φειδωλής εξόρυξης» ώστε να διαφυλαχθούν επαρκή αποθέματα ορυκτού πλούτου για τις επόμενες γενεές, δεν αποτελεί καταρχήν μια ολοκληρωμένη διαχειριστική λύση, αλλά μια γενική αρχή στην κατεύθυνση της μείωσης της κατανάλωσης των πρωτογενών υλών (με την γενική έννοια του «φύλαγε τα ρούχα σου για να έχεις τα μισά») η οποία όμως αφενός δεν έχει καθολική ισχύ ενώ παράλληλα δεν διασφαλίζει το μέλλον και τη διαγενεακή αλληλεγγύη που πρεσβεύει η αρχή βιώσιμης ανάπτυξης.

Κι αυτό διότι δεν είναι δυνατόν να προβλεφτούν οι χρήσεις αλλά και η εμπορική ή χρηματιστηριακή αξία των πρώτων υλών ούτε καν στο άμεσο μέλλον, ώστε να προβλεφθεί αναλόγως και το πόσο «φειδωλή» θα (πρέπει να) είναι η εξόρυξη.

Οπως εξηγήθηκε παραπάνω, τα εκμεταλλεύσιμα σήμερα ορυκτά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είναι πρακτικά εκμεταλλεύσιμα και στο άμεσο ή απώτερο μέλλον ή ότι θα συνεχίσουν να έχουν ζήτηση. Όπως έχει αποδειχθεί στην πράξη υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην υφίσταται μελλοντικά η σημερινή ευνοϊκή συγκυρία για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων.

Υπάρχουν περιπτώσεις απόλυτης απαξίωσης ή αντίθετα απογείωσης της αξίας ενός υλικού, όπως επίσης και περιπτώσεις που για άλλους λόγους (πχ περιβαλλοντικούς, υγείας ή συμβολής στις κλιματικές αλλαγές) θα πρέπει να ελεγχθεί ή και ματαιωθεί η χρήση τους. Για παράδειγμα, ο αμίαντος (καρκινογόνος), τα ενεργειακά ορυκτά (κλιματικές αλλαγές), το ουράνιο και τα ραδιενεργά ορυκτά, το πυρίτιο (Φ/Β πάνελ), το νεοδίμιο (ανεμογεννήτριες), ο λευκόχρυσος (καταλύτες υδρογονοκινούμενων αυτοκινήτων), το λίθιο (μπαταρίες υβριδικών αυτοκινήτων), το ταντάλιο (κινητά, playstation) το ρήνιο, το ίνδιο, τα υδρίδια των μετάλλων και γενικότερα ολες οι σπάνιες γαίες κλπ .

Επιπλέον, η Μεταλλεία υπάρχει όσο υπάρχει και ο άνθρωπος και ουδέποτε βρέθηκαν ανανεώσιμοι πόροι υποκατάστασής των ΟΠΥ οι οποίοι μάλιστα να πληρούν τον κανόνα της βιωσιμότητας και της περιβαλλοντικής προστασίας. Αντίθετα, όλες οι ανανεώσιμες πηγές για την αναπτυξιακή αξιοποίησή  τους, πχ. ΑΠΕ,  απαιτούν τη χρήση νέων ορυκτών πρώτων υλών, οι οποίες αναγκαστικά θα πρέπει να εξορυχθούν.

Εξάλλου, όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες που κατέχουν σημαντικά κοιτάσματα μεταλλευμάτων τα εκμεταλλεύονται ορθολογικά, σε ισορροπία με τις υπόλοιπες οικονομικές δραστηριότητες, εφαρμόζοντας τις πιο προχωρημένες βιώσιμες τεχνολογίες που αναπτύσσονται με χρηματοδότηση της Ε.Ε. Η ίδια η Ε.Ε. με την ανακοίνωσή της υπ’ αρ. COM (2000) 265 (τελικό) επί του συγκεκριμένου θέματος («Ενίσχυση της βιώσιμης ανάπτυξης στην εξορυκτική μη ενεργειακή βιομηχανία») ορίζει σαφώς ως στόχο της Ευρωπαϊκής πολιτικής για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης στην εν λόγω βιομηχανία την εξισορρόπηση μεταξύ της ανταγωνιστικότητας του κλάδου και του σεβασμού του περιβάλλοντος.

Σε κανένα σημείο του κειμένου αυτού της ΕΕ δεν προτείνεται η επιβράδυνση της ανάπτυξης του κλάδου με όρους όπως η «διαφύλαξη αποθέματος» και η «διατήρηση αποταμιεύματος», τους οποίους επικαλείται είτε το Στε είτε  οι κατά καιρούς αιτούντες στις προσφυγές τους προς το ΣτΕ.

Στην ίδια κατεύθυνση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδώσει και δύο ανακοινώσεις με θέματα «Πρωτοβουλία για τις Πρώτες Ύλες – Κάλυψη των Ουσιωδών Αναγκών μας για Ανάπτυξη και Απασχόληση στην Ευρώπη» (COM(2008)699/4.11.2008) και «Η Αντιμετώπιση των Προκλήσεων που Αφορούν στις Αγορές Βασικών Εμπορευμάτων και στις Πρώτες Ύλες» (COM(2011)25/2.2.2011).

Και στις δύο ανακοινώσεις  προτείνεται ο συμβιβασμός μεταξύ της πολιτικής υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας και της χωροταξικής πολιτικής ορυκτών πόρων προκειμένου να προωθηθεί η ανάπτυξη εξορυκτικών δραστηριοτήτων εντός ΕΕ.

[του Πέτρου Τζεφέρη][by tzeferis Petros]

Οροι χρήσης της Ιστοσελίδας

Σχετικά Άρθρα